Ο φασισμός αγκαλιάζει την Ευρώπη και διαμελίζει την Ουκρανία. Υπάρχει απάντηση;
Του Μάκη Γεωργιάδη
Μια πολιτική ερμηνεία των δραματικών γεγονότων στην Ουκρανία επιχειρεί στο κείμενο που έγραψε για το mao.gr ο Μάκης Γεωργιάδης. Τα γεγονότα αυτά, εξηγεί, αποδεικνύουν σε μεγάλο βαθμό πως όπου υπάρχει τεράστιο έλλειμμα της Αριστεράς και ειδικά των επαναστατικών δυνάμεων, ο φασισμός όχι απλώς σηκώνει κεφάλι αλλά εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις αντιθέσεις και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να καταλάβει την εξουσία
Το ξημέρωμα του 21ου αιώνα όσο κι αν μοιάζει οξύμωρο μοιάζει να τυλίγεται από το πιο πηχτό ιστορικό σκοτάδι. Η κρίση στην Ουκρανία αποδεικνύει με τον πλέον εύγλωττο τρόπο την τεράστια οπισθοδρόμηση των ευρωπαϊκών κοινωνιών οι οποίες βυθίζονται και πάλι με επικίνδυνη αυταρέσκεια στο φασισμό. Το δις εξαμαρτείν στο ιστορικό γίγνεσθαι καταλήγει σε τραγωδία ή σε φάρσα και παρά το γεγονός ότι οι ομοιότητες με τις παραμονές του παγκοσμίου πολέμου δεν μπορούν ποτέ να έχουν ευθεία διασύνδεση και ποιοτικά χαρακτηριστικά, εντούτοις είναι αρκετές για να σημάνουν συναγερμό. Μεταξύ των δύο περιόδων ωστόσο τον κομβικότερο ρόλο μάλλον τον παίζουν οι διαφορές τους.
Το 1914 το γεμάτο νεανικό σφρίγος εργατικό κίνημα έμπαινε ορμητικά στο προσκήνιο και καθόριζε τις εξελίξεις σε μια σειρά ανεπτυγμένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής. Η νικηφόρα επανάσταση και η επικράτηση του Κόκκινου Οκτώβρη του 1917 στη Ρωσία διαρκούντος μάλιστα του πολέμου, άνοιξε νέους ορίζοντες για τους λαούς της Γηραιάς Ηπείρου και την εργατική τάξη. Ποιο είναι λοιπόν το μέλλον της Ευρώπης χωρίς ένα αυθεντικό, εργατικό και επαναστατικό κίνημα; Η απάντηση είναι, δυστυχώς, προφανής και δυσάρεστη. Aυτά που συμβαίνουν σήμερα στην Ουκρανία, ό,τι συνέβη καθ΄όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄90 στην άλλοτε ενιαία Γιουγκοσλαβία, αλλά και η επέλαση του πιο ακραίου νεοφιλελεύθερισμού σε ολόκληρη την ήπειρο είναι αποτέλεσμα της συντριπτικής ήττας που υπέστη το εργατικό κίνημα η οποία απλώς και μόνο επισφραγίστηκε τυπικά από την πτώση των γραφειοκρατικών καθεστώτων που οικοδομήθηκαν στο όνομα του «σοσιαλισμού» στην Ανατολική Ευρώπη.
Η αναζωπύρωση των εθνικισμών, του φασισμού και της μισαλλοδοξίας όπως έδειξε και η περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και η σημερινή κατάσταση στην Ουκρανία έρχονται να αναδείξουν ένα ακόμη τεράστιο κενό το οποίο υπήρχε ως δομικό στοιχείο μέσα στις κοινωνίες του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Παρά τις αρχικές τεράστιες προσπάθειες για την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών και των στερεοτύπων που κληροδοτούσε ο καπιταλισμός με αιχμή του δόρατος τις εθνικές, γλωσσικές, φυλετικές και κάθε είδους διαφορές, οι κοινωνίες αυτές απέτυχαν να τις αντιμετωπίσουν. Το τεράστιο κενό εργατικής πολιτικής και εκφυλισμένης επαναστατικής αντίληψης δεν ήταν δυνατό με την πάροδο των χρόνων να οδηγήσει σε υπέρβαση όλων αυτών των διαφορών και πολύ περισσότερο στην καθολική αναίρεσή τους με μια νέα ποιοτικά ανώτερη σύνθεση αυτών των διαφορών προς όφελος της υποτιθέμενης κυρίαρχης εργατικής τάξης η οποία θα έπρεπε επίσης να αναιρέσει τον εαυτό της σε μια πορεία προς μια αταξική κοινωνία. Συνεπώς το ό,τι έγινε στη Γιουγκοσλαβία και όσα εκτυλίσσονται σήμερα στην Ουκρανία, δεν είναι απλώς εξωτερικές παρεμβάσεις και υποκινούμενες συνομωσίες. Είναι και αυτό, αλλά πάνω σε ένα έδαφος το οποίο έχει καλλιεργηθεί κατάλληλα πολύ πριν τα τελευταία 25 χρόνια του περιβόητου «τέλους της ιστορίας».
Το ξέσπασμα των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων στη χερσόνησο της Κριμαίας είναι ουσιαστικά η φυσιολογική κατάληξη της επιθετικότητας ενός αδηφάγου συστήματος το οποίο εμπεριέχει στον πυρήνα του τον πόλεμο ως μορφή υπέρβασης μιας σοβαρής κρίσης. Το ενεργειακό ζήτημα, το μοίρασμα των αγορών και ο νεοφιλελευθερισμός διαπλέκονται σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή για να καταλήξουν σε ένα εκρηκτικό μίγμα. Σε αυτήν την κατάσταση οι εθνικές αστικές τάξεις εντός της ΕΕ, στην Ουκρανία αλλά και στις ΗΠΑ προσεγγίζουν ολοένα και περισσότερο το φασισμό ως πολιτική έκφραση με διπλό χαρακτήρα. Από τη μια πλευρά ως την καταλληλότερη μορφή επιβολής της πολιτικής της νέας βαρβαρότητας. Είναι τόσο τραγικά οξύμωρο ότι οι τυχοδιωκτισμοί των ιμπεριαλιστικών κέντρων στο έδαφος της Ουκρανίας οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου σε περίοδο ειρήνης αιματοχυσία η οποία με τη σειρά της φαίνεται να καταλήγει στην εισβολή του ΔΝΤ και των μηχανισμών δημιουργίας νέων προτεκτοράτων. Από την άλλη πλευρά ίσως το πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι ο φασισμός και ο νεοναζισμός πλασάρονται πλέον ως οι αντισυστημικές δυνάμεις έναντι του παλιού και (διε)φθαρμένου πολιτικού συστήματος και διεκδικούν με αξιώσεις την ηγεμονία σε υπαρκτά μαζικά κινήματα αμφισβήτησης της εδώ και δεκαετίες διαμορφωμένης πολιτικής κατάστασης.
Το τοπίο που διαμορφώνεται στην ΕΕ των 28 όπου πολλές εκτιμήσεις ενόψει και των ευρωεκλογών συντείνουν στο συμπέρασμα περί σοβαρής ενίσχυσης των φασιστικών και ακραίων δεξιών ρευμάτων ως «εναλλακτική» απάντηση στον αυταρχισμό με δημοκρατικό περίβλημα του γραφειοκρατικού κέντρου των Βρυξελλών, σκιαγραφούν ένα επικίνδυνο σκηνικό το οποίο δυστυχώς γνωρίζουμε από πρώτο χέρι και στην Ελλάδα με τη Χρυσή Αυγή. Όλες αυτές οι εξελίξεις σε συνδυασμό με την αποδόμηση κάθε έννοιας περί δημοσίων αγαθών, κοινωνικού κράτους και κράτους δικαίου οδηγούν σε παράλληλη όξυνση του δημοκρατικού ζητήματος καθώς η επιβολή αυτών των πολιτικών περνάει μέσα από μορφές κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού και υπερίσχυσης απρόσωπων και μη νομιμοποιημένων υπερεθνικών μηχανισμών. Τα μνημόνια του ευρωπαϊκού Νότου και η αιματοχυσία στην Ουκρανία είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και καθρέφτης της νέας πραγματικότητας των θερμών πολέμων και της ύψωσης διχαστικών τειχών κατά μήκος των ευρωπαϊκών συνόρων.
Το πρόβλημα είναι η τεράστια υποχώρηση του εργατικού κινήματος το οποίο αυτή τη στιγμή μοιάζει ανίκανο να εμποδίσει την πορεία οπισθοδρόμησης και κοινωνικής καταστροφής. Στην κατάσταση όπως διαμορφώνεται, οι αυταπάτες για το χαρακτήρα, τη δομή και το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός των γραμμών του εργατικού κινήματος συνιστούν βαρύτατη αμέλεια η οποία μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες. Αν ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας δεν δίδαξε σχεδόν τίποτα τη ρεφορμιστική Αριστερά, οι νέοι πόλεμοι οι οποίοι βρίσκονται προ των πυλών και καθρεφτίζονται στην Ουκρανία δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολιών και προσδοκιών για έναν καπιταλισμό με «ανθρώπινο πρόσωπο» και φιλολαϊκές – φιλεργατικές κυβερνήσεις διαχείρισης της κρίσης χωρίς συγκρούσεις, ανατροπές και επαναστατική στρατηγική. Η κυριαρχία για δεκαετίες του ρεφορμισμού και της συνδικαλιστικής εκφυλισμένης γραφειοκρατίας δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τις προοπτικές μια εκ βάθρων ταξικής ανασυγκρότησης η οποία θα είναι σε θέση να φέρει και πάλι στο προσκήνιο το εργατικό κίνημα με σοβαρές πιθανότητες αντεπίθεσης και νικηφόρων αποτελεσμάτων. Ευτυχώς, η προσπάθεια αυτή σε συνδυασμό με τη συγκρότηση των νέων επαναστατικών υποκειμένων δεν κρίνεται σε μια εκλογική μάχη όσο κρίσιμη κι αν είναι αυτή όπως επί παραδείγματι οι Ευρωεκλογές του προσεχούς Μαίου. Είναι σημαντικό ωστόσο σε αυτήν την εκλογική διαδικασία να διαφανεί διακριτά, ανοδικά και δυναμικά η επαναστατική τάση του εργατικού κινήματος και η πολιτική έκφραση της ανατροπής που μπορούν να δώσουν νέα ώθηση στις δυνάμεις εκείνες οι οποίες επιδιώκουν την αντικαπιταλιστική ανατροπή και όχι απλώς αυτή αλλά δίνουν επιπλέον ένα θετικό πρόσημο οικοδόμησης μιας κοινωνίας κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Είναι κρίσιμο ζήτημα από αυτήν την άποψη η οικοδόμηση ενός μετώπου το οποίο δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντα αντιφασιστικό αλλά θα εμπεριέχει αντικαπιταλιστική στρατηγική και απελευθερωτική προοπτική. Η προσπάθεια αυτή δεν μπορεί να περιορίζεται από τα εθνικά σύνορα, αλλά αντιθέτως πρέπει να διεθνοποιηθεί και να αποκτήσει βάσεις σε όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες της ΕΕ. Από αυτήν την άποψη κάθε διαδικασία όπως οι Ευρωεκλογές μπορούν να βοηθήσουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Οι απαιτήσεις της εποχής είναι τεράστιες και ο χρόνος είναι περιορισμένος. Τα γεγονότα της Ουκρανίας αποδεικνύουν σε μεγάλο βαθμό πως όπου υπάρχει τεράστιο έλλειμμα της Αριστεράς και ειδικά των επαναστατικών δυνάμεων, ο φασισμός όχι απλώς σηκώνει κεφάλι αλλά εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις αντιθέσεις και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να καταλάβει την εξουσία. Η άμμος στην κλεψύδρα λιγοστεύει επικίνδυνα και αν αυτό δεν καταστεί σύντομα συνείδηση σε πλατιές εργατικές μάζες ,ο φασισμός θα είναι και πάλι έτοιμος και σε θέση να διαμελίσει την Ευρώπη και να προκαλέσει νέους ποταμούς αίματος. Πριν βρεθούμε στην ανάγκη να αμυνθούμε απέναντί σε νέες σιδερόφρακτες ορδές, η απάντηση είναι να αντεπιτεθούμε με τις επαναστατικές δυνάμεις του εργατικού κινήματος ως εμπροσθοφυλακή και μοναδική σοβαρή δύναμη ανάσχεσης της φασιστικής απειλής. Εδώ ταιριάζει η αρχαία ρήση «οι καιροί ου μενετοί»…
ΙΙΙ – ΙΙΙ – 2014