Η αντιμεταναστευτική πολιτική του Τραμπ ζωντανεύει παλιούς εφιάλτες

Κατακραυγή έχει προκαλέσει η απόφαση του Τραμπ να απαγορεύσει την άφιξη στις ΗΠΑ προσφαύγων αλλά και πολιτών από επτά μουσουλμανικές χώρες. Μόνο που αυτό δεν συμβαίνει για πρώτη φορά…

Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα κύμα ξενοφοβίας και αντιμεταναστευτικών μέτρων κατακλύζει τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το περιοδικό Νation κάνει μια αναδρομή στους μεταναστευτικούς νόμους που εφαρμόστηκαν στις ΗΠΑ πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι αναλογίες με το σήμερα προκαλούν ανατριχίλα.

Ξεχωρίζουν τρεις νόμοι που ανέκοψαν τη ροή των μεταναστών που ζητούσαν είσοδο στην Αμερική μέσω του Έλις Άιλαντ, του μικρού νησιού στο λιμάνι της Νέα Υόρκης. Ο πρώτος Νόμος περί Μετανάστευσης του 1917 έθετε το κριτήριο του αλφαβητισμού, αναγκάζοντας τους μετανάστες να περνούν από τεστ γλωσσικής επάρκειας στη μητρική γλώσσα των αιτούντων, αποκλείοντας όποιος δεν μπορούσε να διαβάσει καθώς και τα άτομα με «μειωμένες νοητικές ικανότητες», τους «ηλίθιούς», τους «επιληπτικούς», όσους αντιπροσώπευαν «δημόσιο κίνδυνο» και τους «αναρχικούς». Ο ίδιος νόμος επέβαλλε σχεδόν καθολική απαγόρευση στους μετανάστες από την Ασία.

neo

Καθώς αυτός ο νόμος δεν κατάφερε να ανακόψει το μεταναστευτικό κύμα, ήρθε το 1921 ο Έκτακτος Νόμος των Ποσοστόσεων, που περιόριζε τη μετανάστευση στο 3% του συνολικού αριθμού των μεταναστατών απο οποιαδήποτε χώρα που ζούσαν ήδη στις ΗΠΑ το 1910.  Όμως ούτε κι αυτό το μέτρο κρίθηκε επαρκές. Τρία χρόναι αργότερα, το 1924, ψηφίστηκε ένας ακόμα πιο αυστηρός νόμος που περιόριζε το ποσοστό των νέων μεταναστών στο 2% επί του συνολικού αριθμού των ομοεθνών τους που ζούσαν στην Αμερική το 1890. Με το μέτρο αυτό, η μετανάστευση περιορίστηκε σε μία ασθενική ροή από τη Βόρεια και την Κεντρική Ευρώπη.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, αυτή η νέα μεταναστευτική πολιτική αποδείχτηκε εντελώς απαγορευτική για τους επίδοξους μετανάστεες από μια σειρά χώρες. Καθώς στη Γερμανία έσφιγγε η θηλιά του φασισμού, εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, δεν μπορούσαν να φτάσουν στις ΗΠΑ. Ακόμα και μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων, ακόμα και όταν άρχισε το Ολοκάυτωμα, η Αμερική όχι μόνο αρνιόταν να διευρύνει την ποσόστωση ώστε να δεχτεί φυγάδες Εβραίους, αλλά αναζητούσε τρόπους να περιορίσει τη νόμιμη είσοδο και των ελάχιστων Εβραίων μεταναστών που τυπικά μπορούσαν να γίνουν δεκτοί. Το πιο συνηθισμένο επιχείρημα ήταν ότι οι Εβραίοι μετανάστες ήταν εν δυνάμει μια πέμπτη φάλαγγα, κατάσκοποι που δρούσαν για λογαριασμό των Ναζί. (Μας θυμίζει κάτι;) «Αν δεν υπήρχαν αυτοί οι νόμοι, πολλοί Εβραίοι από τη Γερμανία, την Αυστρία, την Τσεχοσλοβακία και οι περισσότεροι από την Πολωνία θα είχαν σωθεί», λέει ένας ιστορικός στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Κάποιοι λίγοι κατάφεραν να φτάσουν, μπαίνοντας στις ΗΠΑ παράνομα ή με πλαστά χαρτιά και βρίσκοντας στήριξη από δίκτυα ομοεθνών τους.

Ειρωνεία της τύχης. Η Ράε Κούσνερ, Εβραία που γεννήθηκε στην Πολωνία, στην πόλη Νοβογκρούντοκ, αφηγήθηκε το 1982 την ιστορία της, σε ένα Αρχείο του Ολοκαυτώματος σε ένα κολέγιο του Νιου Τζέρσεϊ. Η γυναίκα αυτή είναι η γιαγιά του Τζάρεντ Κούσνερ, ειδκού συμβούλου και δεξί χέρι του Αμερικανού προέδρου ο οποίος είναι και ο πεθερός του μια που ο Τζάρεντ παντρεύτηκε το 2009 την κόρη του Τραμπ, την Ιβάνκα.

Πριν τον πόλεμο, η οικογένεια της Κούσνερ είχε επιχειρήσει να βγάλει βίζα για να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ και να γλιτώσει, αλλά στάθηκε αδύνατο. Στη διάρκεια του πολέμο τράβηξε του λιναριού τα πάθη. Η Ράε έχασε τη μητέρα της, τα δυο αδέλφια της, έζησε ένα χρόνο στα δάση και, μετά τον πόλεμο, τρία χρόνια σε ένα στρατόπεδο προσφύγων στην Ιταλία. Αρχικά στο γκέτο του Νοβογκρούντο ζούσαν 30.000 Εβραίοι, ενώ αυτοί που επέζησαν ήταν μόλις 350…

Η αντιμεταναστευτική ρητορική εκείνης της εποχής θυμίζει τη σημερινή. Οι ξένοι χαρακτηρίζονταν επικίνδυνοι για τα «χρηστά ήθη» ενώ ειδικά οι Εβραίοι της Πολωνίας δεν μπορούσε παρά να ήταν «είτε κομμουνιστές, μπολσεβίκοι ή κατάσκοποι».

Ας σημειωθέι ότι 12 εβραϊκές οργανώσεις στις ΗΠΑ έστειλαν μετά τις περυσινές εκλογές στον Τραμπ ζητώντας του να μην εφαρμόσει μέτρα που θα θέσει «μια ευάλωτη ομάδα στο στόχαστρο του ρατσισμού».

Απάντηση