Η πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ (1978-2012)

Η αναδρομή στα συνεδριακά ντοκουμέντα του ΚΚΕ από το 1978 μέχρι το τελευταίο συνέδριό του (2009) θέτει υπό αμφισβήτηση τα λεγόμενα της ηγεσίας του ΚΚΕ περί «ακλόνητης σταθερότητας» στις πολιτικές αρχές συμμαχιών του κόμματος

Του Γιάννη Τζιάλλα από το Rednotebook

Ένας βασικός και σχετικά ασφαλής άξονας γύρω από τον οποίο θα μπορούσε κανείς να κινηθεί για τη μελέτη του ζητήματος των συμμαχιών του ΚΚΕ, είναι τα κομματικά ντοκουμέντα (αποφάσεις συνεδρίων, συνδιασκέψεων, κεντρικά άρθρα «γραμμής» στο Ριζοσπάστη ή την ΚΟΜ.ΕΠ.). Κινούμενοι στον άξονα αυτό, μπορεί να μην εξαντλούμε το σύνολο των ερωτημάτων που τίθενται για συνεργασίες «κατά περίπτωση», όμως έτσι μπορούμε να σκιαγραφήσουμε προϋποθέσεις, δυνατότητες, αντιφάσεις και, σε τελική ανάλυση, το πλαίσιο μέσα στο οποίο σχεδιάζεται στη Μεταπολίτευση η πολιτική συνεργασιών του ΚΚΕ. Ταυτόχρονα, μια τέτοια επιλογή θέτει υπό αμφισβήτηση τα λεγόμενα της ηγεσίας του ΚΚΕ περί «ακλόνητης σταθερότητας» στις πολιτικές αρχές συμμαχιών του κόμματος.

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

Το 10ο συνέδριο του ΚΚΕ (1978) [1]

Ύστερα από την υπογραφή του Χ. Φλωράκη για τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ βάσει του ΑΝ 509/47 (2 Οκτωβρίου 1974), όπου αναφέρεται πως «αι αρχαί του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος αντιτίθενται προς πάσαν ενέργειαν σκοπούσαν εις την βία κατάληψιν της εξουσίας ή την ανατροπήν του Ελευθέρου Δημοκρατικού Πολιτεύματος»[2], το 10ο συνέδριο είναι το πρώτο συνέδριο του ΚΚΕ ως νομίμου κόμματος μετά τη δικτατορία.

Το συνέδριο θα διαπιστώσει και θα εμβαθύνει τη θέση της εξάρτησης της Ελλάδας όπως αυτή διατυπώθηκε από το 9ο συνέδριο και θα επικυρώσει τη γραμμή της «ενιαίας επαναστατικής διαδικασίας σε δυο στάδια» (αντιμονοπωλιακό-σοσιαλιστικό), σε μια προσπάθεια να κρατήσει τη γραμμή της Αλλαγής της ΕΔΑ και των συμμαχιών με «προοδευτικά αστικά στρώματα».

Έτσι η θέση για το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης «υιοθετείται», αλλά ως δεύτερο στάδιο, αφού προηγηθεί το αντιμονοπωλιακό. Η αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση θα επαναφέρει τις δημοκρατικές δυνάμεις (και το ΠΑΣΟΚ), τις δυνάμεις που παλεύουν για την Αλλαγή, στη θέση του κεντρικού άξονα της τακτικής συμμαχιών του ΚΚΕ.

«Η ενότητα των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δημοκρατικών δυνάμεων από τα κάτω, στο βαθμό που οικοδομείται, θα επιδρά αποφασιστικά στη δημιουργία αυτού του μετώπου (σ.σ.: αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου [3]) και από τα πάνω, σε επίπεδο πολιτικών κομμάτων. Από το χαρακτήρα του ένα τέτοιο μέτωπο είναι δυνατό να περιλάβει εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες εκπροσωπούν κοινωνικά στρώματα και ομάδες που ενδιαφέρονται για την ανατροπή της κυριαρχίας των μονοπωλίων και την εγκαθίδρυση μιας αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής δημοκρατίας. Και τέτοιες πολιτικές δυνάμεις είναι τα κόμματα και οι ομάδες που δρουν στον ευρύ χώρο της Αριστεράς.

Η συμμαχία των πολιτικών αυτών δυνάμεων είναι και αναγκαία και δυνατή. Οι δυνάμεις αυτές διακηρύσσουν σήμερα λίγο-πολύ, κοινούς πολιτικούς στόχους. Όλες προβάλλουν, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο και στον ένα ή τον άλλο βαθμό, τα αιτήματα της απαλλαγής της χώρας από την ξένη εξάρτηση, την κατάργηση της εξουσίας των μονοπωλίων και του εκδημοκρατισμού όλων των πλευρών της κοινωνικής ζωής. Αυτά ακριβώς τα αιτήματα, που η πραγματοποίησή τους ισοδυναμεί με πραγματοποίηση της αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής δημοκρατικής αλλαγής, μπορούν να αποτελέσουν την προγραμματική βάση της συμμαχίας των αριστερών κομμάτων και ομάδων, με πλήρη διατήρηση της οργανωτικής και ιδεολογικής αυτοτέλειας του καθενός».[4]

Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει το κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Η δημοκρατική συνεργασία». Εκεί οι αποφάσεις αιτιολογούν το εφικτό των συνεργασιών με όλες τις αντιπολιτευόμενες δημοκρατικές δυνάμεις, με τη βοήθεια των οποίων θα δοθεί άμεση διέξοδος από τη δύσκολη για τον λαό κατάσταση της εποχής, και θα αφαιρεθεί η εξουσία από τη Δεξιά. Το ΚΚΕ δηλώνει έτοιμο να συνεργαστεί με όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις για τη διαμόρφωση ενός κοινού προγράμματος, που θα προωθήσει στο μέτρο του δυνατού την υπόθεση της εθνικής αυτοτέλειας, θα περιορίσει την ασυδοσία των μονοπωλίων, θα βελτιώσει τη θέση των εργαζομένων και θα εκδημοκρατίσει τη δημόσια ζωή.[5]

Αξίζει να σημειωθεί πως το ΚΚΕ έχει συναίσθηση ότι αυτή η τακτική συνεργασίας αποτελεί «άμεση απάντηση» για το σήμερα και όχι πανάκεια για τον καπιταλισμό. Έτσι, λίγο πριν το κλείσιμο των αποφάσεων σημειώνεται: «Οι στόχοι της δημοκρατικής αυτής συνεργασίας δεν απαλλάσσουν βέβαια τη χώρα από την κυριαρχία των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων. Ωστόσο, η πραγματοποίησή της θα εξυπηρετούσε τα άμεσα συμφέροντα του λαού, θα αποτελούσε μια στροφή της πολιτικής κατάστασης προς την κατεύθυνση της προόδου και θα δημιουργούσε καλύτερες συνθήκες για τη δημιουργία του ΑΑΔΜ και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας του λαού».

Το 11ο Συνέδριο του ΚΚΕ (1982) [6]

Το 11ο Συνέδριο του ΚΚΕ, το πρώτο που πραγματοποιήθηκε στην έδρα του κόμματος στον Περισσό, επιβεβαίωσε σε γενικές γραμμές την κατεύθυνση που χάραξαν οι θέσεις της ΚΕ. Υιοθετήθηκε το σύνθημα της Πραγματικής Αλλαγής, ο στόχος δηλαδή της «πραγμάτωσης του νοήματος της νίκης στις εκλογές του Οχτώβρη του ’81». Σε αυτή την κατεύθυνση επιδιώκεται η ενότητα των δυνάμεων που μπορούν να στηρίξουν αυτό το στόχο.

Στην πράξη όλα αυτά σημαίνουν την «ενότητα των δημοκρατικών δυνάμεων», του «μπλοκ της Αλλαγής» των ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και ΚΚΕ (Εσ.). Η γραμμή της πίεσης στο ΠΑΣΟΚ για να δείξει συνέπεια στην εφαρμογή του προγράμματος οδηγεί στο «μορατόριουμ» απέναντι στην κυβέρνηση, μια πολιτική που βάζει όρια στην ανάπτυξη αγώνων και βοηθά να εμπεδωθεί στη λαϊκή συνείδηση ο φόβος να μη γυρίσει η Δεξιά.

Έτσι, η συνδικαλιστική παράταξη του ΚΚΕ, η ΕΣΑΚ (ΔΕΕ στο Δημόσιο) συνεργάζεται με την ΠΑΣΚΕ του ΠΑΣΟΚ και το ΑΕΜ του ΚΚΕ εσ., μην έχοντας ως πρώτη επιλογή τη ρήξη με επιλογές της κυβέρνησης. Η ίδια τακτική υλοποιείται και στο φοιτητικό κίνημα, όπου η Πανσπουδαστική Σ.Κ. στα ΑΕΙ και ο ΔΑ-ΔΕ της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, στηρίζουν από κοινού την εφαρμογή του ν. 1268/82 του ΠΑΣΟΚ, που διασφάλιζε μεταξύ άλλων το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων, τον ακαδημαϊκό και κοινωνικό έλεγχο των ΑΕΙ κλπ.[7]

Το 12ο συνέδριο του ΚΚΕ (1987) – Το κοινό πόρισμα ΚΚΕ – ΕΑΡ (1988) [8]

Το 12ο συνέδριο του ΚΚΕ συνήλθε το Μάη του 1987 και επεξεργάστηκε την πολιτική των δύο δρόμων για την ελληνική κοινωνία και τη «νέου τύπου ανάπτυξη».

Στην Πολιτική Απόφαση αναφέρεται: «Μπροστά μας βρίσκονται δύο δρόμοι. Ο ένας είναι ο δρόμος του δικομματισμού, που καθηλώνει την κοινωνικοπολιτική ζωή στις επιλογές της άρχουσας τάξης και υποτάσσει τις τύχες του λαού και της χώρας μας στις δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου, της εξάρτησης και των υπερεθνικών οργάνων της ΕΟΚ. Ο άλλος είναι ο δρόμος της Αριστεράς, για μια ανάπτυξη νέου τύπου, για αλλαγή, με κατεύθυνση το σοσιαλισμό, που θα προχωρά με ρήξεις προς το σύστημα της εξάρτησης και της μονοπωλιακής κυριαρχίας».

Ταυτόχρονα, το Συνέδριο θα επεξεργαστεί την πολιτική «του κοινωνικοπολιτικού συνασπισμού των δυνάμεων της αλλαγής που αποτελεί στρατηγικής σημασίας προϋπόθεση για την αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και οργανικό στοιχείο της». Η νέου τύπου ανάπτυξη θα προωθείται από μια κυβέρνηση της Αριστεράς.

Με βάση τις αποφάσεις του 12ου συνεδρίου, το ΚΚΕ προχωρά στη δημιουργία του «Συνασπισμού των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου».

Ωστόσο, το κείμενο που σηματοδοτεί την πολιτική συμμαχιών της εν λόγω περιόδου δεν είναι τόσο το κείμενο των αποφάσεων του 12ου συνεδρίου όσο το «Κοινό πόρισμα ΚΚΕ – ΕΑΡ».

Η πορεία για τη συγκρότηση του ΣΥΝ [9]

Το Μάη του 1988 το ΚΚΕ δίνει στη δημοσιότητα τις κατευθύνσεις – πλαίσιο για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου, ως πρόταση – βάση για τη συγκρότηση του Συνασπισμού, στη βάση των αποφάσεων του 12ου Συνεδρίου.

Ταυτόχρονα, το ΚΚΕ δρα στην κατεύθυνση δημιουργίας προϋποθέσεων για τη συγκρότησή του, δηλαδή για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων που εκτιμά ότι μπορούν να συμμετέχουν σ΄ αυτή τη συμμαχία. Άλλωστε, μετά το 1985 και λόγω της στροφής στη διαχείριση από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, από την κλασική σοσιαλδημοκρατική εκδοχή προς το νεοφιλελευθερισμό (έχει γίνει εκτίμηση ότι ήδη το ΠΑΣΟΚ ακολουθεί δεξιά πολιτική), στο κυβερνητικό κόμμα εκτυλίσσονται διεργασίες και δημιουργούνται διάφορα σχήματα, ενώ αποχωρούν προσωπικότητες όπως ο Απ. Λάζαρης, ο Στ. Γιώτας κ.ά.

Έτσι, εκτός από την ΕΑΡ, οι δυνάμεις που θα συμπεριληφθούν στο πολιτικό σχέδιο θα είναι η ΕΔΑ, η ΕΣΠΕ του Στ. Παναγούλη, το ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα), καθώς και προσωπικότητες που έχουν αποχωρήσει από το ΠΑΣΟΚ από το 1976 ακόμη, είτε δημιουργώντας βραχύβια σχήματα είτε μένοντας (Στ. Νέστωρ, Ν. Κωνσταντόπουλος, Μ. Δρεττάκης) κ.ά.

Παράλληλα με τις συζητήσεις του ΚΚΕ μ΄ αυτές τις δυνάμεις, δημιουργούνται στη βάση, σε διάφορους χώρους και σε επίπεδο πόλεων ή δήμων επιτροπές για τη συγκρότηση του ΣΥΝ. Υπάρχει ήδη η πείρα των δημοτικών εκλογών του 1986, στις οποίες το ΚΚΕ έχει συμβάλει στη δημιουργία συνδυασμών της συμπαράταξης, στην οποία συγκαταλέγονται διάφορες από τις προαναφερθείσες δυνάμεις.

Στις 21 Μάη γίνεται η συνάντηση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ Χ. Φλωράκη με τον Λ. Κύρκο, στην οποία, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» [10], συζητούνται η συνέχιση των προσπαθειών και η συμβολή των δύο κομμάτων στη δημιουργία του ΣΥΝ. Οι δύο ηγέτες καταλήγουν ότι χρειάζεται να δημιουργηθεί ομάδα εργασίας από στελέχη των δύο κομμάτων για να καταλήξουν σε πολιτικό κείμενο ως βάση της παραπέρα δουλειάς για τη συγκρότηση του ΣΥΝ.

Το «Κοινό Πόρισμα»

Η ομάδα εργασίας απαρτίζεται από τους Μ. Ανδρουλάκη και Γ. Δραγασάκη από το ΚΚΕ και Γρ. Γιάνναρο και Δ. Παπαδημούλη από την ΕΑΡ. Το κείμενο στο οποίο καταλήγει η ομάδα εργασίας, δημοσιεύεται στο «Ριζοσπάστη» μ΄ έναν πρόλογο που ανάμεσα σ΄ άλλα αναφέρει τα εξής:

«Η ομάδα εργασίας πήρε υπ΄ όψιν το ‘σχέδιο για την Αριστερά’ που διατύπωσε η ΕΑΡ και τις ‘Κατευθύνσεις για μια «πολιτική συμφωνία» των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου’ που πρότεινε το ΚΚΕ. Οι προσεγγίσεις που επιτεύχθηκαν διατυπώνονται στο κείμενο που ακολουθεί και υποβάλλεται στα αρμόδια όργανα των δυο κομμάτων προκειμένου να γίνουν οι σχετικές πολιτικές εκτιμήσεις» [11].

Πρόκειται για το κείμενο που θα μείνει στην ιστορία ως «Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ – ΕΑΡ».

Το Δεκέμβρη του 1988 η Ολομέλεια της ΚΕ [12] εκτιμά ότι: «… η ανάγκη του Συνασπισμού έγινε υπόθεση του ίδιου του κόσμου της Αριστεράς. Αποτέλεσμα και αυτών των προσπαθειών υπήρξε η κατ΄ αρχήν συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στο ΚΚΕ και την ΕΑΡ. Η ΚΕ εκτιμά ότι το πόρισμα της ομάδας εργασίας ΚΚΕ – ΕΑΡ αποτελεί ένα σημαντικό θετικό βήμα για το Συνασπισμό της Αριστεράς και την κοινή κάθοδο των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων στην προσεχή κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση. Το πόρισμα εκφράζει τη συμφωνία της σ΄ αυτές τις προσεγγίσεις. Υπογραμμίζει ότι οι κατ΄ αρχήν συγκλίσεις που επιτεύχθηκαν με αμοιβαίες υποχωρήσεις έχουν κυρίως το χαρακτήρα μιας δημιουργικής προσπάθειας για να δοθούν σύγχρονες απαντήσεις, από τις θέσεις της Αριστεράς, σε μεγάλα προβλήματα της χώρας και στην κατεύθυνση μιας νέου τύπου ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας.

Το πόρισμα ΚΚΕ – ΕΑΡ μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας προγραμματικής διακήρυξης των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου, που θα βάζει τις βάσεις ενός συνασπισμού μακράς πνοής, καθώς και στην προετοιμασία του εκλογικού προγράμματος, φυσικά με τη συμβολή των απόψεων και των ιδεών όλων των δυνάμεων που θα πάρουν μέρος σ΄ αυτόν».

Δύο γραμμές συμμαχιών σε σύγκρουση: Η 8η συνδιάσκεψη (1987) και το 4ο συνέδριο της ΚΝΕ (1988)

Η 8η σύνοδος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ το 1987 θέτει τις βάσεις για το Ενιαίο Μέτωπο Πάλης, πολιτική που επικυρώνεται με το 4ο συνέδριο της οργάνωσης τον Ιούνη του 1988. Η μορφή οργάνωσης μέσα από σχήματα που συσπειρώνουν αγωνιστές, οργανωμένους και ανένταχτους, στη βάση μια ανατρεπτικής στρατηγικής θα πάρει νέα ώθηση μετά από αυτή την απόφαση της ΚΝΕ. Σε αυτή τη γραμμή, η Πανσπουδαστική Σ.Κ. θα πάρει την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ευρύτερων σχημάτων σε ριζοσπαστικότερη από το ΚΚΕ κατεύθυνση. Το 4ο συνέδριο της ΚΝΕ θα επεξεργαστεί περαιτέρω και θα επιβεβαιώσει τις αποφάσεις της 8ης συνδιάσκεψης.

Η ηγεσία του ΚΚΕ εκτιμά ότι η γραμμή του Ενιαίου Μετώπου Πάλης είναι ανταγωνιστική με αυτή της συμπαράταξης της αριστεράς που έχει οδηγήσει στο Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ (1988) και στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου το 1989.

Η τελευταία πράξη σε αυτή την πορεία θα είναι η «ανταρσία της ΚΝΕ» το Σεπτέμβρη του 1989. Επικεφαλής της, ο γραμματέας της οργάνωσης Γιώργος Γράψας, που δηλώνει «δεν θα υπακούσω» στις διασπαστικές μεθοδεύσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ των Χ. Φλωράκη-Γρ. Φαράκου. Η επίδραση του κειμένου στη μετωπική πολιτική του ΝΑΡ και της νΚΑ (μετεξέλιξη της ΚΝΕ-ΝΑΡ της περιόδου 1989-1995) είναι φανερή ήδη από τα πρώτα τους βήματα και τη δική τους συμβολή στην ίδρυση της ΕΑΑΚ και άλλων ανάλογων προσπαθειών.

Για ποιες κυβερνήσεις συνεργασίας;

Το «Κοινό Πόρισμα» προϊδεάζει για την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, καθώς θεωρεί ότι μπορεί με την εκλογική ενίσχυση του ΣΥΝ και το «σπάσιμο του δικομματισμού» να επέλθουν ανακατατάξεις στο ΠΑΣΟΚ και να δημιουργηθεί ο μεγάλος «προοδευτικός χώρος από δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά», ως εξής:

«Μια ισχυρή Αριστερά μπορεί να οδηγήσει σε ήττα το δικομματισμό, να ματαιώσει λύσεις αυτοδυναμίας, να προκαλέσει ριζικές ανακατατάξεις και να συμβάλει ώστε να δημιουργηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση κυβερνητικών λύσεων συνεργασίας προοδευτικού προσανατολισμού. Η Αριστερά σε καμιά περίπτωση δε θα δεχτεί ν΄ αποτελέσει συμπληρωματική δύναμη στήριξης οποιασδήποτε λύσης στα πλαίσια του δικομματισμού και της συντηρητικής πολιτικής. Καμιά κυβερνητική συνεργασία δεν μπορεί να γίνει με το ΠΑΣΟΚ, με τη σημερινή ηγεσία, πολιτική και νοοτροπία»[13].

Απ΄ αυτό προκύπτει πως αν άλλαζε το ΠΑΣΟΚ ηγεσία, νοοτροπία και πολιτική και αυτό ήταν εφικτό, αν δεχόταν ήττα ο δικομματισμός, τότε θα μπορούσε να προκύψει προοδευτική κυβερνητική συνεργασία.

Στις 7 Απριλίου του 1989, σε συνάντηση εκπροσώπων των κομμάτων και των προσωπικοτήτων του ΣΥΝ, αποφασίζεται η συγκρότηση των κεντρικών του οργάνων, μιας 28μελούς Πολιτικής Επιτροπής και της 8μελούς Γραμματείας. Πρόεδρος του ΣΥΝ αναδεικνύεται ο Χαρ. Φλωράκης και γραμματέας ο Λ. Κύρκος. Τη Γραμματεία απαρτίζουν οι: Μ. Ανδρουλάκης, Γρ. Γιάνναρος, Στ. Γιώτας, Μ. Δρεττάκης, Δ. Καραγκουλές, Ανδρέας Λεντάκης, Στ. Νέστωρ και Στ. Πιτσιόρλας.

Μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά και την μεγάλη πίεση που δέχεται από όλες τις πολιτικές δυνάμεις, το ΠΑΣΟΚ αναγκάζεται να προκηρύξει εκλογές τον Ιούνιο του 1989. Τη στιγμή που τα αποτελέσματα των εκλογών δεν δίνουν την αυτοδυναμία σε κανένα κόμμα [14], το ΚΚΕ κρίνει ως επείγουσας σημασίας την κάθαρση, τη μη παραγραφή των αδικημάτων πολιτικών προσώπων και τη δημοκρατική διέξοδο της χώρας από την κρίση του πολιτικού συστήματος. Έτσι, η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ εκφράζει την υποστήριξή της στην πρόταση της Γραμματείας του Συνασπισμού για το σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτατης δυνατής αποδοχής, η οποία θα αναλάβει να προωθήσει τη διαδικασία της κάθαρσης και να οδηγήσει τη χώρα σε αδιάβλητες εκλογές. Παράλληλα, απορρίπτεται η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για συγκυβέρνηση με τον ΣΥΝ. Στα πλαίσια αυτά, προκύπτει η κυβέρνηση Τζανετάκη, στην οποία το ΠΑΣΟΚ αρνείται να συμμετάσχει. Η κυβέρνηση Τζανντάκη παραιτείται τρεις μήνες μετά τον σχηματισμό της κι ακολουθούν ξανά εκλογές, οι οποίες όμως και πάλι δεν δίνουν αυτοδύναμη κυβέρνηση [15]. Ύστερα από διαβουλεύσεις το “κυβερνητικό πρόβλημα” θα λυθεί με το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης υπό τον Ξ. Ζολώτα, την οποία στηρίζουν τόσο η ΝΔ και ο Συνασπισμός όσο και το ΠΑΣΟΚ.

Τελικά, η Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές της 5ης Νοέμβρη 1989 θα διαλυθεί πρόωρα, στις 12.3.1990, καθώς δεν θα επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Έτσι, η χώρα οδηγείται και πάλι σε εκλογές (8.4. 1990), από τις οποίες θα προκύψει κυβέρνηση της ΝΔ με 151 βουλευτές (με την προσχώρηση στη ΝΔ του βουλευτής της ΔΗΑΝΑ Θ. Κατσίκη) και πρωθυπουργό τον Κ. Μητσοτάκη [16].

Το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ (1991)

«Αν πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων, όπως πολλοί υποστηρίζουν, τότε το συνέδριο του ΚΚΕ θα είναι ασφαλώς ένα από τα πιο πολιτικά συνέδρια που έχουν γίνει ποτέ στο τόπο μας. Για την ακρίβεια θα είναι μια μάχη για τα σύμβολα», γράφουν τα «Νέα» στις 19 Φεβρουαρίου 1991.

Αναμφισβήτητα το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ είναι το σημαντικότερο κατά τη Μεταπολίτευση, αφού σε αυτό κεντρικά διακυβεύματα θα είναι ο χαρακτήρας του κόμματος όσο και η θέση του μέσα στον ΣΥΝ. Αναθεωρούνται θέσεις του ΚΚΕ που μέχρι τότε θεωρούνταν πάγιες, όπως η θέση για αποδέσμευση από την ΕΕ, και επικρατεί η άποψη για τον εκσυγχρονισμό του Συνασπισμού της Αριστεράς σε κατεύθυνση που θέτε σε δεύτερη μοίρα τον αυτοτελή ρόλο του ΚΚΕ.

Ήδη, η ομάδα στελεχών του ΚΚΕ που είναι «χρεωμένη» στον ΣΥΝ ωθεί στη μετατροπή του Συνασπισμού σε ενιαίο κόμμα, αφού δρομολογείται η εκλογή οργάνων σε όλα τα επίπεδα. Το Συνέδριο ως άμεση πολιτική πρόταση υιοθετεί την «προοδευτική εναλλακτική λύση», σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πολιτική της ΝΔ, μια πρόταση που σύμφωνα με στελέχη του ΚΚΕ που συγκρούονταν με τους «ανανεωτές», αποσκοπεί στην προετοιμασία της συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, δεδομένου ότι «η εναλλακτική προοδευτική πρόταση του ΣΥΝ πρέπει να επιδιώξει τη δημιουργία προϋποθέσεων για μια πολιτική συμφωνία των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας».

Το Συνέδριο εκλέγει νέα Κεντρική Επιτροπή και Κεντρική Επιτροπή Οικονομικού Ελέγχου. Αναδεικνύει δε πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής στελέχη που τάσσονται υπέρ της διατήρησης του κομμουνιστικού χαρακτήρα του Κόμματος. Η εξέλιξη αυτή, όμως, δεν μπορεί να θέσει τέλος στην εσωκομματική πάλη.

Η ΚΕ εκλέγει την Αλ. Παπαρήγα γενική γραμματέα και ΠΓ από τους: Δημήτρη Γόντικα, Μαρία Δαμανάκη, Γιάννη Δραγασάκη, Γιάννη Θεωνά, Βασίλη Καλαματιανό, Ορέστη Κολοζώφ, Σήφη Κωτσαντή, Παναγιώτη Λαφαζάνη, Πάνο Τριγάζη, Τάκη Τσίγκα, Σπύρο Χαλβατζή και Νίκο Χουντή.

Αμέσως μετά το 13ο Συνέδριο, η λεγόμενη «ανανεωτική ομάδα», όντας μειοψηφία στο ΚΚΕ, στρέφει την προσοχή της προς το Συνασπισμό της Αριστεράς. Ο Συνασπισμός ήδη προχωρεί στην οργανωτική του συγκρότηση ως ενιαίο κόμμα, η οποία ολοκληρώνεται με την Α΄ Πανελλαδική Συνδιάσκεψή του, τον Ιούνη του 1991. Το ΚΚΕ, με απόφαση της ΚΕ, αποσύρει τα στελέχη του από τα κεντρικά όργανα του ΣΥΝ, απόφαση στην οποία τα στελέχη της «ανανεωτικής ομάδας» αρνούνται να πειθαρχήσουν.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

Η διάσπαση και το 14ο Συνέδριο – Η Ανασυγκρότηση

Η διάσπαση στις κομματικές γραμμές είναι πλέον αναπόφευκτη και στην τυπική της μορφή. Με απόφαση της ΚΕ, που συνέρχεται τον Ιούλιο του 1991, λίγες δηλαδή μέρες μετά την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΝ, παραπέμπονται στην Επιτροπή Κομματικού Ελέγχου και τίθενται σε διαθεσιμότητα 39 μέλη της ΚΕ. Τότε εγκαταλείπουν το ΚΚΕ 45 μέλη της Κεντρικής του Επιτροπής.

Η διάσπαση οδηγεί υποχρεωτικά το Κόμμα στην οργάνωση του 14ου Συνεδρίου του, ενώ μέχρι τη σύγκλησή του κορυφαία πολιτικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα είναι η ανατροπή του σοσιαλιστικού καθεστώτος στην ΕΣΣΔ, η Σύνοδος του Μάαστριχτ που υιοθετεί τη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η εμφάνιση του ζητήματος της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το Δεκέμβρη του 1991.

Το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ συνέρχεται στο διάστημα από 18 έως 21 Δεκέμβρη του 1991 στον Περισσό. Σχετικά με την πολιτική συμμαχιών, το 14ο Συνέδριο εκτιμά ότι: «Η όλη πορεία και τελική κατάληξη του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου δίνει πολύτιμα διδάγματα στο Κόμμα για την πολιτική συμμαχιών, που πρέπει να βρίσκονται στο κέντρο της προσοχής του.

α) Η διασφάλιση της αυτοτέλειας του Κόμματος πρέπει να είναι πρωταρχική προϋπόθεση και συνεχής επιδίωξη.

β) Η υποτίμηση των ιδεολογικών και πολιτικών διαφορών που υπάρχουν και συνοδεύουν κάθε μορφής συμμαχία και η ανυπαρξία μετώπου εναντίον της αποτελεί σοβαρό σφάλμα και οδηγεί σε αρνητικές απρόσμενες εξελίξεις.

γ) Οι εκπρόσωποι του Κόμματος στις συμμαχίες πρέπει να επιλέγονται προσεκτικά από συντρόφους που διαθέτουν ικανότητες, αλλά επίσης και σταθερότητα και κομματικότητα. Ο έλεγχός τους από καθοδηγητικά όργανα και κομματικά σώματα πρέπει να είναι συστηματικός και ουσιαστικός.

δ) Να συνυπολογίζεται πάντα με προσοχή η διαλεκτική σχέση που πρέπει να υπάρχει μεταξύ πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών.

Η πολιτική συμμαχιών, πολιτική στρατηγικής σημασίας, πρέπει να είναι διαρκής φροντίδα του ΚΚΕ. Οι δυσκολίες, τα λάθη και οι αποτυχίες δεν πρέπει να οδηγούν στην άρνησή της αλλά στα απαραίτητα μέτρα για την περισσότερο δημιουργική και αποτελεσματική εφαρμογή της. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η πολιτική συμμαχιών πρέπει να συνδυάζεται επίμονα και συστηματικά με την ολόπλευρη, ποσοτικά και ποιοτικά, ενίσχυση του ΚΚΕ»

Το 15ο και το 16ο συνέδριο του ΚΚΕ: ΠΑΜΕ και ΑΑΔΜ

Το 15ο Συνέδριο, στο οποίο θα προσκληθούν όλα τα κόμματα της Βουλής πλην του ΣΥΝ, πραγματοποιείται στις 22 Μαΐου του 1996 και είναι προγραμματικό συνέδριο. Στο συνέδριο ψηφίζονται το πρόγραμμα και το καταστατικό του κόμματος, διατυπώνεται ως πρόταση εξουσίας η «Λαϊκή Εξουσία – Λαϊκή Οικονομία», αλλά τίθεται εκ νέου και το ζήτημα του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονωπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου Πάλης (ΑΑΔΜ) και η πολιτική συνεργασιών που προκύπτει από αυτό.

Ανοίγοντας τις εργασίες του συνεδρίου, η γ.γ. του κόμματος θα τονίσει πως σε ένα τέτοιο μέτωπο δεν έχουν θέση πολιτικές δυνάμεις που θεωρούν τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τη συμμόρφωση στις επιλογές της μονόδρομο, που νομιμοποιούν τη δράση του ΝΑΤΟ και των άλλων καπιταλιστικών, ιμπεριαλιστικών οργανισμών, όπως δεν έχουν θέση και δυνάμεις που ευαγγελίζονται «την ταξική συνεργασία και την κοινωνική ειρήνη».

Δίνοντας έμφαση στη συνεργασία στη βάση, η Α. Παπαρήγα υπογραμμίζει ότι θεμέλιο του μετώπου και δύναμή του είναι η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης, της εργαζόμενης αγροτιάς, των μεσαίων στρωμάτων της πόλης, των κοινωνικών κινημάτων, της νεολαίας και των γυναικών, του περιβάλλοντος, της παιδείας και της υγείας, όλων εκείνων που αγωνίζονται για τα δημοκρατικά δικαιώματα, για την απόκρουση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων σε βάρος των λαών και της ειρήνης.

Στο επίπεδο των καθαρά πολιτικών συνεργασιών η κ. Παπαρήγα είπε ότι το ΚΚΕ θα επιδιώξει την κοινή δράση με πολιτικές δυνάμεις και ομάδες που θα υιοθετούν αντιιμπεριαλιστικούς, αντιμονοπωλιακούς στόχους, θα στηρίζουν του αγώνες του λαού και του μετώπου, θα επιδιώκει την κοινή ή παράλληλη δράση σε συγκεκριμένους στόχους και ταυτόχρονα θα διατηρεί την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αυτοτέλειά του. [17]

Αποτέλεσμα των αποφάσεων του 15ου συνεδρίου είναι και η ίδρυση του Πανεργατικού Αγωνιστικού Μετώπου Πάλης (ΠΑΜΕ) τον Απρίλη του 1999. Το ΠΑΜΕ είναι το αποτέλεσμα αφενός της συγκεκριμενοποίησης της  πολιτικής γραμμής του κόμματος για το ΑΑΔΜ στον χώρο της εργασίας και, αφετέρου, της επιλογής του ΚΚΕ για ρήξη με τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ. Στο ΠΑΜΕ θα συμμετάσχουν δυνάμεις του ΔΗΚΚΙ και της Κομμουνιστικής Ανανέωσης.

Το 16ο συνέδριο του ΚΚΕ ξεκινάει τις εργασίες του τον Δεκέμβρη του 2000 και επεξεργάζεται περαιτέρω το πρόταγμα της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας και το ΑΑΔΜ. Σε κοινωνικό επίπεδο οι συνεργασίες περνάνε μέσα από επιτροπές αγώνα (ενάντια στον τρομονόμο, για τα δημοκρατικά δικαιώματα κλπ), ενώ σε εκλογικό επίπεδο καταγράφονται συνεργασίες με το ΔΗΚΚΙ και την Κομμουνιστική Ανανέωση.

Το ΠΑΜΕ ισχυροποιείται μετωπικά, αλλά αρχίζει ήδη να διαφαίνεται η διάθεση να μετατραπεί από μέτωπο σε νέο τριτοβάθμιο συνδικαλιστικό όργανο που τελικά θα υποκαταστήσει την ΓΣΕΕ.

Οι διαδικασίες προς το 16ο συνέδριο φέρνουν στο προσκήνιο επιφυλάξεις και διαφωνίες σχετικά με την πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ στο συνδικαλιστικό κίνημα, οι οποίες εκφράζονται ανοιχτά με την κυκλοφορία του βιβλίου του Δ. Κωστόπουλου «Μπορούμε». Η διαγραφή του Δ. Κωστόπουλου, την οποία θα ακολουθήσουν οι διαγραφές των Γ. Θεωνά, Α. Ντρέκου, Σ. Μαντζουράνη και η δημιουργία της ΚΕΔΑ (η οποία εντάσσεται αργότερα στον ΣΥΡΙΖΑ) σηματοδοτεί την αλλαγή γραμμής του ΚΚΕ, που φέρνει το κόμμα σε σύγκρουση με την «παλιά φρουρά» της ανασυγκρότησης.

Σκληρή κριτική διατυπώνεται από διαφορετικές πλευρές στο εσωτερικό του κόμματος για την πολιτική συνεργασιών και φαίνεται πως τα πολιτικά ζητήματα που έχουν ανοίξει από την περίοδο ΄89-΄91 δεν έχουν κλείσει. Ωστόσο, ο κομματικός μηχανισμός ξεπερνά τους τριγμούς και παρουσιάζει την πολιτική του ως «επιβεβαιωμένη από τη ζωή», πατώντας στην αύξηση των εκλογικών ποσοστών του κόμματος, στη ραγδαία μαζικοποίηση της ΚΝΕ και την «ταξική συνέπεια» του ΠΑΜΕ, το οποίο σε αντίθεση με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ προβάλλει με επιτυχία πιο προωθημένα αιτήματα στους χώρους δουλειάς.

Το 17ο συνέδριο του ΚΚΕ (2005)

«Το 17ο Συνέδριο δε θα περιοριστεί αποκλειστικά στην αποτίμηση της δράσης του Κόμματος και της ΚΕ από το προηγούμενο συνέδριο. Χρειάζεται να γενικεύσει την πείρα της ανασυγκρότησης που ξεκίνησε το 14ο Συνέδριο και συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια. Να κάνει ένα γενναίο βήμα, για την ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος, ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική. Να μην περιοριστεί η συζήτηση στα θετικά που επέδειξε το ΚΚΕ. Κυρίως, ενδιαφέρει, τα μέλη του Κόμματος, οι φίλοι και οι οπαδοί, οι συνεργαζόμενοι, να βοηθήσουν για να αναδειχτούν και να μελετηθούν βαθύτερα οι υποκειμενικές ελλείψεις και καθυστερήσεις, οι αδυναμίες. Να φανεί τι πρέπει να διορθωθεί, να βελτιωθεί». [18]

Το Φλεβάρη του 2005 αρχίζει τις εργασίες του το 17ο συνέδριο του ΚΚΕ. Θα έλεγε κανείς πως στόχος του συνεδρίου είναι ο απολογισμός της δράσης του κόμματος αλλά και το πολιτικό «ξεκαθάρισμα» που περνάει μέσα από τη συζήτηση για «λάθη και παραλείψεις». Πίσω από αυτό φαίνεται η διάθεση για ισχυροποίηση του μηχανισμού, ενίσχυση της ηγετικής ομάδας και κλείσιμο των «ρωγμών» που προέκυψαν από τις διαγραφές ηγετικών στελεχών (Κωστόπουλος, Θεωνάς κ.ά.), στις οποίες είχε προστεθεί  και η διαγραφή του υπεύθυνου του γραφείου τύπου του κόμματος Μάκη Κοψίδη το 2002.

Το συνέδριο δεσμεύεται πως ύστερα κι από την πανελλαδική συνδιάσκεψη του κόμματος το 1995 θα μπει σε διαδικασία εμβάθυνσης των αιτιών της «αντεπανάστασης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην ΕΣΣΔ». Η πίεση από τα μέλη του κόμματος για ένα οριστικό ξεκαθάρισμα σε σχέση με «σκοτεινές» περιόδους της ιστορίας του ΚΚΕ (Βάρκιζα, 6η ολομέλεια 1956, 20ο συνέδριο ΚΚΣΕ, υποθέσεις Ν. Ζαχαριάδη, Α. Βελουχιώτη, Ν. Βαβούδη) φέρνει την ηγεσία του ΚΚΕ μπροστά στο δύσκολο έργο να δικαιολογήσει τα «αδικαιολόγητα». Οι εκλογικές συνεργασίες με το ΔΗΚΚΙ και την Κομμουνιστική Ανανέωση, ωστόσο, συνεχίζονται χωρίς να αποτελεί προαπαιτούμενο η συμφωνία για την έξοδο από ΕΕ.

Τελευταία εκλογική συνεργασία για τα εν λόγω κόμματα θα είναι οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του 2006. Στις εθνικές εκλογές του 2007 το ΔΗΚΚΙ συνεργάζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ αφού το ΚΚΕ δεν ικανοποιεί το αίτημα του για διακριτή παρουσία του ονόματος «ΔΗΚΚΙ» στα ψηφοδέλτια, ενώ η Κομμουνιστική Ανανέωση εντάσσεται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ το 2009. Κάπως έτσι, το ΚΚΕ θα διεξαγάγει μόνο τις εκλογικές μάχες που θα ακολουθήσουν.

Το 18ο συνέδριο του ΚΚΕ (2009) και οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012

Το τελευταίο συνέδριο του ΚΚΕ απασχολεί η κριτική αποτίμηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, καθώς και η αυτοκριτική για τη στάση του κόμματος σε «λοξοδρομήσεις» της σοβιετικής ηγεσίας και του ΚΚΣΕ συνολικά.

Το κόμμα θα επεξεργαστεί περαιτέρω τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία ως πρόταση εξουσίας, μια πρόταση που δεν είναι άλλη από τον σοσιαλισμό και την κομμουνιστική προοπτική. Με αυτό τον τρόπο θα εμπλουτίσει τις προγραμματικές του θέσεις και θα κλείσει τις συνεδριακές διαδικασίες ως εξής: «Ως κόμμα θα δώσουμε συνέχεια στη μελέτη και έρευνα, στην καλύτερη κωδικοποίηση των συμπερασμάτων και σε θέματα που μέχρι σήμερα δεν έχουμε θίξει ολοκληρωμένα. Oσο σημαντικό είναι αυτό, άλλο τόσο σημαντικό είναι η σημερινή επεξεργασία μας για το σοσιαλισμό – κομμουνισμό να αφομοιωθεί από όλο το κομματικό δυναμικό, τους Kνίτες και τις Kνίτισσες, τους φίλους του Kόμματος. Aπό αυτό το καθήκον κρίνεται η ικανότητα του Kόμματος να συνδέει ολοκληρωμένα τη στρατηγική του με την καθημερινή πάλη, να επεξεργάζεται στόχους για τα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων, σε σύνδεση με τη στρατηγική για την κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση».

Το ΚΚΕ δέχεται σκληρή κριτική από άλλες δυνάμεις της Αριστεράς για σκλήρυνση κι ομφαλοσκοπισμό, για έλλειψη ουσιαστικής πολιτικής συνεργασιών που οδηγεί στον απομονωτισμό, για ουσιαστική εγκατάλειψη της πρότασής του για το ΑΑΔΜ σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Στην πραγματικότητα, το 18ο συνέδριο θα είναι η τελευταία πράξη στην προσπάθεια της κομματικής ηγεσίας να εδραιώσει την πολιτική της κατεύθυνση και το «οριστικό ξεκαθάρισμα» στο εσωτερικό.

Ωστόσο, η επιθετική στάση του ΚΚΕ απέναντι στις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς και η κινηματική περιχαράκωσή του, απόρροια και των παραπάνω τοποθετήσεων, έγιναν σύντομα εμφανείς, αρχικά μέσα στα κινήματα της νεολαίας και των φοιτητών. Η θολή στάση της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια και τις κινητοποιήσεις για το νόμο πλαίσιο, καθώς και οι συνεχείς τακτικισμοί, οδήγησαν σε ρήξεις στις γραμμές της Σπουδάζουσας της ΚΝΕ και σε μαζικές διαγραφές μελών και στελεχών της οργάνωσης.

Σήμερα, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου και την εμφανή ενίσχυση της Αριστεράς και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ τίθεται για άλλη μια φορά προ των ευθυνών του. Μέχρι στιγμής η άρνηση κάθε μορφής συνεργασίας έρχεται για πολλά μέλη και φίλους του κόμματος σε αντίθεση με την απόφαση του 15ου συνεδρίου και το πρόγραμμα του κόμματος για μια μεταβατική κυβέρνηση συνεργασίας αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων. Κι αυτό γιατί, εν μέσω μνημονίου, οικονομικής κρίσης και μαζικής εξαθλίωσης του ελληνικού λαού, θα ήταν εφικτό σήμερα ένα μέτωπο δυνάμεων της Αριστεράς με το ΚΚΕ προταγωνιστή κι όχι θεατή των εξελίξεων.

Το συμπέρασμα εδώ είναι ότι πέρα από το «γράμμα» των κομματικών ντοκουμέντων, υπάρχει και το «πνεύμα» βάσει του οποίου πάρθηκαν οι αποφάσεις. Σε σύγκρουση με το «πνεύμα» αυτό έρχεται η σημερινή πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ, η απουσία δηλαδή πολιτικής συμμαχιών, και ένας ακραίος «εργατισμός» που φέρνει το κόμμα εκτός του «κεντρικού πολιτικού». Ο εκλογικός στόχος της «ισχυρής αντιπολίτευσης» και η εξωφρενική επιμονή της ηγετικής ομάδας στο «αλάθητο» των πολιτικών της εκτιμήσεων κάνει την πιθανότητα της εξόδου από την κρίση ένα δύσκολο έργο για τις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς, που πιστεύουν ακόμα πως μπορούν να κυβερνήσουν με τον λαό χωρίς να τον προδώσουν. Τις δυνάμεις που κρίνονται σήμερα ως οι πρωταγωνιστές κι όχι ως οι υπομονετικοί θεατές των εξελίξεων.

[1] Αποφάσεις 10ου Συνεδρίου ΚΚΕ: http://www.scribd.com/doc/94018353

[2]  http://www.scribd.com/doc/94017952

[3]  Στο εξής: ΑΑΔΜ

[4]  Αποφάσεις του 10ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, σελ. 20-21

[5]  Ο.π. σελ. 21-22

[6]  Το 11ο Συνέδριο του ΚΚΕ: http://www.scribd.com/doc/94021249

[7] Βλέπε σχετικά το άρθρο του Δ. Ρόκου «Ο Νόμος 1268/82 και η απορυθμιστική ‘μεταρρύθμισή’ του»: http://www.ntua.gr/MIRC/o_nomos_plaisio_kai_i_aporythmistiki_metarythmisi.pdf

[8] Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ – ΕΑΡ (1988): http://www.scribd.com/doc/94022663

[9]  Ριζοσπάστης, 20 Ιουλίου 2001

[10] Ριζοσπάστης, 22 Μαΐου 1988

[11] Ριζοσπάστης, 8 Δεκέμβρη 1988

[12] Ριζοσπάστης, 29 Δεκέμβρη 1988

[13]  Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ – ΕΑΡ (1988), σελ. 2

[14] Οι βουλευτικές εκλογές και οι ευρωεκλογές της 18ης Ιούνη του 1989 έγιναν υπό το βάρος των σκανδάλων και κυρίως αυτού που συνδεόταν με τον Γ. Κοσκωτά. Από τους 8.379.435 ψηφοφόρους που ήταν γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ψήφισαν 6.669.481 (ποσοστό αποχής 20,40%). Τα έγκυρα ψηφοδέλτια ήταν 6.521.563. Αναλυτικά, τα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή έλαβαν: Η Νέα Δημοκρατία 2.885.548 ψήφους (44,25%) και 145 έδρες, το ΠΑΣΟΚ 2.553.086 ψήφους (39,15%) και 125 έδρες, ο Συνασπισμός 855.564 ψήφους (13,12%) και 28 έδρες, η ΔΗΑΝΑ 65.867 ψήφους (1,01%) και 1 έδρα και το κόμμα «Εμπιστοσύνη – Πεπρωμένο» (Μουσουλμάνοι της Δ. Θράκης) 25.131 ψήφους (0,39%) και 1 έδρα. Στις «ευρωεκλογές» τα αποτελέσματα ήταν: Νέα Δημοκρατία 2.647.215 ψήφοι (40,45%) και 10 έδρες, ΠΑΣΟΚ 2.352.271 ψήφοι (35,94) και 9 έδρες, Συνασπισμός 936.175 ψήφοι (14,30%) και 4 έδρες και ΔΗΑΝΑ 89.469 ψήφοι (1,37%) και 1 έδρα.

[15] Τα αποτελέσματα των εκλογών της 5ης Νοέμβρη του 1989 ήταν: 5 Νοέμβρη του 1989 τα αποτελέσματα ήταν τα εξής: Από τους 8.637.323 ψηφοφόρους που ήταν γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ψήφισαν 6.789.159 (ποσοστό αποχής 21,29%). Τα έγκυρα ψηφοδέλτια ήταν 6.696.484. Αναλυτικά, τα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή πήραν: Η Νέα Δημοκρατία 3.093.055 ψήφους (46,19%) και 148 έδρες, το ΠΑΣΟΚ 2.723.739 ψήφους (40,67%) και 128 έδρες, ο Συνασπισμός 734.552 Ψήφους (10,97%) και 21 έδρες, οι «Οικολόγοι -Εναλλακτικοί» 39.130 ψήφους (0,58%) και 1 έδρα και το «κόμμα»: «Εμπιστοσύνη -Πεπρωμένο» (μουσουλμάνος ανεξάρτητος υποψήφιος I. Ροδόπουλος) 26.012 ψήφους (0,38%) και 1 έδρα. Εκλέχτηκε ακόμη και ο ανεξάρτητος Απ. Λάζαρης στη Λευκάδα, με την υποστήριξη του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού.

[16] Από τους 8.453.695 ψηφοφόρους που ήταν γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ψήφισαν 6.698.591 (ποσοστό αποχής 20,76%). Τα έγκυρα ψηφοδέλτια ήταν 6.586.040. Αναλυτικά, τα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή πήραν: Η Νέα Δημοκρατία 3.088.137 ψήφους (46,88%) και 150 έδρες, το ΠΑΣΟΚ 2.543.042 ψήφους (38,61%) και 123 έδρες, ο Συνασπισμός 677.059 ψήφους (10,28%) και 19 έδρες, οι «Ανεξάρτητοι» (μονοεδρικών περιφερειών που υποστηρίχτηκαν από ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμό) 66.801 ψήφους (1,02%) και 4 έδρες (από τους 4 «Ανεξάρτητους» βουλευτές, οι δύο προσχώρησαν στο ΠΑΣΟΚ, που έκανε έτσι τις έδρες του 125, και ο δύο προσχώρησαν στο Συνασπισμό, που έκανε τις έδρες του 21), οι «Οικολόγοι Εναλλακτικοί» 50.868 ψήφους (0,77%) και 1 έδρα, το κόμμα «Εμπιστοσύνη – Πεπρωμένο» 45.981 ψήφους (0,70%) και 2 έδρες και η ΔΗΑΝΑ 44.077 ψήφους (0,67%) και 1 έδρα στο Υπόλοιπο της Αττικής.

[17] Εισηγητική ομιλία της Α. Παπαρήγα στο 15ο συνέδριο του ΚΚΕ: http://www.kke.gr/15o_synedrio/eishghtikh_omilia_ths_alekas_paparhga?act=4&morf=1&tab=1

[18] Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 17ο συνέδριο του Κόμματος:http://www.kke.gr/17o_synedrio/theseis_ths_kentrikhs_epitrophs_toy_kke_sto_17o_synedrio?act=4&morf=1&tab=1

Πηγή

One thought on “Η πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ (1978-2012)

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: