Σταύρος Μαυρουδέας: Ενότητα της Αριστεράς πάνω σε πρόγραμμα εξόδου από την ΕΕ

«Η απαλοιφή του χρέους δεν αρκεί για να ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία» τονίζει σε συνέντευξή του στην Ελευθερία Λάρισας, ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Σταύρος Μαυρουδέας και συμπληρώνει: «Εθελοτυφλούν τόσο οι επίσημες αναλύσεις όσο και διάφορες ψευδο-ριζοσπαστικές που θεωρούν την ελληνική απλά ως μία κρίση χρέους. Αντιθέτως, είναι μία πολύ πιο βαθιά δομική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού που προκύπτει από τις εσωτερικές αδυναμίες του και επιδεινώνεται λόγω της συμμετοχής του στην ΕΕ και όχι απλά στην ευρωζώνη)».

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Ελευθερία Λάρισας, της Κυριακής 16 Δεκεμβρίου 2012

Μιλήσατε στην εκδήλωση της Λάρισας για την σύγκρουση δύο λόμπυ: Αυτό του λαού με εκείνο του ευρώ και της Ε.Ε., συνδέοντας την ατελείωτη λιτότητα με την ευρωπαϊκή πολιτική. Ωστόσο λιτότητα δεν έχουν μόνο τα κράτη που είναι στο ευρώ αλλά και άλλα (Ισλανδία, Αργεντινή, Ινδία κλπ). Πώς το σχολιάζετε; Έτσι κι αλλιώς διανύουμε μια εποχή γενικότερων περικοπών. Πώς το σχολιάζετε;

Σήμερα ο κόσμος βρίσκεται εν μέσω της τέταρτης μεγάλης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης (με προηγούμενες αυτές του 1873, του 1929 και του 1973). Η σημερινή παγκόσμια καπιταλιστική κρίση ξέσπασε το 2007-8 χωρίς να την περιμένει κανένα σοβαρό συστημικό κέντρο αλλά ούτε και η κυρίαρχη νέο-συντηρητική Οικονομική Θεωρία. Η κρίση αυτή, αντίθετα με τις υποκριτικές κυρίαρχες αναλύσεις και τις επιπόλαιες ψευδο-ριζοσπαστικές ερμηνείες περί χρηματιστικοποίησης (δηλαδή ενός νέου «καπιταλισμού» που κυριαρχείται από τους τραπεζίτες και όπου οι «πτωχοί» καπιταλιστές είναι και αυτοί αντικείμενα εκμετάλλευσης), είναι μία βαθειά δομική κρίση της καπιταλιστικής οικονομίας που ξεκίνησε από την πραγματική οικονομία και στη συνέχεια έκανε μετάσταση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η καπιταλιστική κρίση στην πραγματική οικονομία πηγάζει από την πτωτική τάση της καπιταλιστικής κερδοφορίας λόγω υπερβολικής ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος (που φυσικά έγινε σε βάρος των εργαζομένων). Η διέξοδος από την κρίση απαιτεί την καταστροφή τμήματος της οικονομίας έτσι ώστε η τελευταία να ξανα-επιστρέψει σε εφικτά επίπεδα λειτουργίας. Το κόστος αυτής της καταστροφής το επωμίζεται μερικά το κεφάλαιο (καθώς οι πιο αδύναμες επιχειρήσεις κλείνουν) αλλά το επωμίζονται κυρίως οι εργαζόμενοι. Αυτοί πληρώνουν το κόστος της στήριξης της παραπαίουσας καπιταλιστικής κερδοφορίας με βάρβαρες περικοπές μισθών και κοινωνικής ασφάλισης και δραματική επιδείνωση των εργασιακών τους σχέσεων.

Αυτό κάνουν οι πολιτικές λιτότητας ανά τον κόσμο: μεταφέρουν το βάρος και τα κόστη της καπιταλιστικής κρίσης στους μόνους αθώους γι’ αυτήν, τους εργαζόμενους. Συνεπώς οι πολιτικές λιτότητας είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και αφορά και οικονομίες που ακολουθούν και μη-συντηρητικές οικονομικές πολιτικές (π.χ. Αργεντινή, Ισλανδία). Το τελευταίο συμβαίνει γιατί η λιτότητα επιβάλλεται από τις διεθνείς συνθήκες και την προηγηθείσα καταστροφή των οικονομιών τους από τις κυρίαρχες νέο-συντηρητικές οικονομικές πολιτικές. Δείχνει όμως ότι και τα περιθώρια για μία φιλολαϊκή οικονομική διαχείριση στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος είναι ασφυκτικά μικρά, ασχέτως βουλήσεων.

Στην ΕΕ οι πολιτικές λιτότητας επιβάλλονται για επιπρόσθετους λόγους. Η ΕΕ αποτελεί μία αντιλαϊκή ένωση κεφαλαίων όπου οι ευρωπαϊκοί λαοί – και ιδιαίτερα αυτοί της ευρω-περιφέρειας στην οποία δυστυχώς ανήκουμε – αποτελούν τα υποζύγια που κουβαλούν τα βάρη. Μάλιστα επειδή – αντίθετα με τα επίσημα και κυβερνητικά φληναφήματα περί «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» κλπ. – στην ευρωπαϊκή λυκοσυμμαχία το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό γι’ αυτό οι λαοί και οι οικονομίες της ευρω-περιφέρειας επωμίζονται και σημαντικό μέρος των προβλημάτων των ηγεμονικών χωρών (που συνιστούν το ευρω-κέντρο). Έτσι η λιτότητα είναι περίπου συνώνυμο της ΕΕ, με μικρά μόνο διαστήματα ευφορίας για συγκυριακούς λόγους.

Αυτή τη στιγμή υπάρχει κάποιο μοντέλο οικονομίας που εφαρμόζετε σε μία χώρα με επιτυχία και υπέρ του λαού;

Όχι. Αυτή την ιστορική περίοδο σε καμία σχεδόν χώρα του κόσμου δεν υπάρχει κάποιο πρότυπο οικονομίας που να λειτουργεί προς όφελος της μεγάλης εργαζόμενης πλειοψηφίας της κοινωνίας. Υπάρχουν βέβαια χώρες και οικονομίες (κυρίως στη Λατινική Αμερική) που είτε προσπαθούν (με σοβαρές αδυναμίες) να οικοδομήσουν μία τέτοια οικονομία είτε εφαρμόζουν μία φιλολαϊκή οικονομική πολιτική. Όμως ένα πρότυπο λαϊκής οικονομίας δεν κυριαρχεί πουθενά σήμερα στον κόσμο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να οικοδομηθεί. Άλλωστε και ο καπιταλισμός βάδισε για εκατονταετηρίδες από μισο-αποτυχίες σε μισο-επιτυχίες μέχρι να μπορέσει να παγιωθεί.

Αν αύριο σβήνονταν τα χρέη της Ελλάδας, η εθνική μας οικονομία θα έμπαινε σε τροχιά ανάπτυξης;

Η απαλοιφή του χρέους δεν αρκεί για να ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία. Εθελοτυφλούν τόσο οι επίσημες αναλύσεις όσο και διάφορες ψευδο-ριζοσπαστικές που θεωρούν την ελληνική απλά ως μία κρίση χρέους. Αντιθέτως, είναι μία πολύ πιο βαθειά δομική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού που προκύπτει από τις εσωτερικές αδυναμίες του και επιδεινώνεται λόγω της συμμετοχής του στην ΕΕ (και όχι απλά στην Ευρωζώνη). Ο ελληνικός καπιταλισμός ήλπιζε ότι με τη συμμετοχή στην ΕΕ θα αναβαθμισθεί πολιτικά και οικονομικά και ταυτόχρονα θα ελέγξει καλύτερα τους εργαζόμενους στην ταραγμένη μεταπολιτευτική περίοδο. Σε κάποιες περιόδους πράγματι άντλησε οφέλη (ιδιαίτερα με την επέλαση του στο Βαλκανικό Ελντοράντο). Όμως ταυτόχρονα αναγκάσθηκε να αποδιαρθρώσει την προηγουμένως συνεκτική παραγωγική δομή του η οποία εξαρτήθηκε από τις οικονομίες των ηγεμονικών καπιταλισμών της ΕΕ. Αυτό ξεκίνησε ήδη με την Κοινή Αγορά και επιδεινώθηκε με την ένταξη στη Ευρωζώνη. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα η ελληνική οικονομία να είναι κυριολεκτικά αποδιαρθρωμένη. Όχι γιατί δεν παράγει τίποτα αλλά γιατί η παραγωγική της δομή δεν έχει μία αυτοτελή συνοχή αλλά εξαρτάται από τις ηγεμονικές ευρωπαϊκές οικονομίες. Από εδώ πηγάζει η φθίνουσα ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και όχι από τις υπερβολικές μισθολογικές αυξήσεις όπως υποκριτικά ισχυρίζονται οι κυρίαρχοι κύκλοι. Η ευρωπαϊκή «Μεγάλη Ιδέα» της ελληνικής αστικής τάξης οδηγεί, όπως και οι προηγούμενες της, την χώρα στην καταστροφή.

Για να ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία, και μάλιστα προς όφελος της μεγάλης εργαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας απαιτούνται πολύ πιο ριζικές αλλαγές από μία απαλοιφή του εξωτερικού χρέους. Συνοπτικά απαιτείται ένα μεταβατικό προγράμμα με κεντρικό άξονα την αποδέσμευση από την ΕΕ. Μέσα στον λαβύρινθο της ΕΕ δεν υπάρχει σωτηρία από τους Μινώταυρους της. Για να υλοποιηθεί μία τέτοια στρατηγική απαιτούνται οι ακόλουθοι βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι άξονες πολιτικής:

(1) Στάση πληρωμών, (2) Επιβολή ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων, (3) Κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, (4) Σύστημα προοδευτικής φορολογίας, (5) Ελεγχόμενη διολίσθηση της ισοτιμίας του νομίσματος σε συνδυασμό με ένα σύστημα ελέγχου των τιμών.

Το πιο κρίσιμο όμως στοιχείο και το επιστέγασμα ενός τέτοιου προγράμματος είναι η σχεδιασμένη παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας με την κοινωνική ιδιοκτησία και έλεγχο τουλάχιστον των στρατηγικών οικονομικών κλάδων.

Πιστεύετε πως το σημερινό πολιτικό σύστημα (με αντιμνημονιακές και μνημονιακές δυνάμεις) θα αντέξει μέχρι τις επόμενες εκλογές. Και αν όχι τι καινούριο μας ξημερώνει;

Η ελληνική κρίση έχει πάψει προ πολλού να είναι μόνο οικονομική και είναι και πολιτική: κοινωνικές ομάδες και τάξεις αποδεσμεύονται από τους παλιούς πολιτικούς εκφραστές τους (που απέτυχαν ή τις διέψευσαν οικτρά) και αναζητούν νέες πολιτικές διεξόδους. Φυσικά οι καθεστωτικές δυνάμεις (ιδιαίτερα τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και κέντρα) επιδιώκουν να ελέγξουν αυτές τις αλλαγές. Αφενός στηρίζουν την φαιδρή σημερινή μνημονιακή τρικομματική συμμαχία αλλά αφετέρου ετοιμάζουν και «αντι-μνημονιακούς» διαδόχους αν η μνημονιακή στρατηγική αποτύχει (όπως φαίνεται μοιραίο) και αν οι λαϊκές αντιδράσεις δεν μπορούν να ενσωματωθούν. Άλλωστε η ΝΔ ξεκίνησε σαν αντι-μνημονιακό κόμμα για να καταλήξει στο σημερινό σφαγέα των λαϊκών δικαιωμάτων. Το πραγματικό στοίχημα όμως δεν είναι η αναπαραγωγή της «αρχαίας σκουριάς» μιας δράκας διαπλεκόμενων οικογενειών που λυμαίνονται οικονομικά και πολιτικά τον τόπο από το 1827 μέχρι σήμερα. Το πραγματικό στοίχημα είναι αν ο λαός αυτής της πολύπαθης χώρας θα μπορέσει να τους ξεφορτωθεί και να γίνει πραγματικά νοικοκύρης στον τόπο του.

Η Αριστερά μπορεί να έχει μια κοινή πολιτική έκφραση σήμερα;

Το ζήτημα για την Αριστερά δεν είναι να ενωθεί αλλά με ποιο πρόγραμμα να το κάνει. Αν είναι να το κάνει εγκλωβισμένη στην ΕΕ (όπως επαγγέλλεται ο ΣΥΡΙΖΑ) τότε θα οδηγήσει σε μία καταστροφή και πιθανά σε μία φασίζουσα εκτροπή. Φυσικά δεν μπορεί να το κάνει επαγγελλόμενη χιλιαστικά (σαν τον ερχομό της δεύτερης παρουσίας) ένα ψευδεπίγραφο σοσιαλισμό (όπως κάνει η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ), απέχοντας ουσιαστικά από τους κρίσιμους κοινωνικούς αγώνες και λοιδορώντας (συνήθως ψευδέστατα) οποιονδήποτε άλλο έχει μία διαφορετική άποψη. Η ενότητα της Αριστεράς έχει νόημα μόνο στη βάση ενός προγράμματος όπως αυτό που προανέφερα. Τότε μόνο θα μπορέσει να υπηρετήσει την εκπλήρωση του πραγματικού στοιχήματος: να γίνει ο λαός κυρίαρχος στον τόπο του.

Απάντηση