Αχαλίνωτη δημαγωγία με αφορμή τη μικρή Μαρία

«Είναι μεγάλο λάθος να “εγκλωβίζουμε” το αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε συμπολίτη μας να αισθάνεται ασφαλής στη γειτονιά του στο δίπολο ρατσισμός-αντιρατσισμός…», έλεγε πριν λίγες μέρες η συγγραφέας Μάρω Δούκα σε μια συνέντευξή της που δημοσιεύτηκε στην Εποχή.
Πριν στεγνώσει το μελάνι, το τεχνητό (και για πολλούς βολικό) δίπολο δεν αφορά πια τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής και τους υπόλοιπους, αλλά από τη μια μεριά τους «ρεαλιστές», που αναγνωρίζουν την παραβατικότητα των Τσιγγάνων και την ύπαρξη εγκληματικών κυκλωμάτων στους κόλπους τους και, από την άλλη, τους αιθεροβάμονες ή «επαγγγελματίες προοδευτικούς», τους «αριστερούληδες» που βλέπουν τους Τσιγγάνους υπό το παραμορφωτικό πρίσμα της γραφικότητας και γοητεύονται από τον ανυπότακτο τρόπο ζωής τους. Οι πρώτοι υποτίθεται ότι ζητούν την εφαρμογή του νόμου και θέλουν μια ευνομούμενη πολιτεία, ενώ οι δεύτεροι, αιχμάλωτοι του «πολίτικαλ κορέκτ», θεωρούν τους Ρομά θύματα. Μάλιστα, οι ίδιοι ποτέ δεν τους αποκαλούν «Τσιγγάνους» ή «Γύφτους» αλλά μόνο Ρομά και αυτοανακηρύσσονται με έναν τρόπο προστάτες τους, δηλαδή αναθέτουν έναν «ανώτερο» ρόλο στον εαυτό τους.

Και στις δύο περιπτώσεις οι ευθύνες και οι υποχρεώσεις του κράτους πάνε περίπατο. Για παράδειγμα, ενώ όλοι λιώνουν από τρυφερότητα μπροστά στην ομορφιά και στη μοναξιά της μικρής ξανθής Μαρίας, η οποία προσωρινά προστατεύεται από το «Χαμόγελο του Παιδιού» και δέχεται καθημερινές επισκέψεις παιδοψυχολόγου, κανείς δεν έχει αναρωτηθεί πού βρίσκονται και ποιος φροντίζει τα 10 από τα 14 παιδιά του προφυλακισμένου ζεύγους. Έστω, τα τέσσερα που έμεναν στην ίδια στέγη, στην ίδια παράγκα με τη μικρή Μαρία γιατί των άλλων εννέα «δηλωμένων» τέκνων αγνοείται η τύχη τους. Ποιος νοιάζεται γι’ αυτά τώρα που οι γονείς τους είναι φυλακή; Ζητιανεύουν με γονεϊκή καθοδήγηση ή μόνα τους; Ακόμα και ο Σαμαράς, στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε στην Ιταλία, διαβεβαίωσε τη διεθνή κοινή γνώμη ότι η ελληνική κυβέρνηση θα φροντίσει ώστε «το κοριτσάκι να ζήσει κανονικά και ήρεμα», όμως κανείς δεν του υπενθύμισε ότι στη μνημονιακή Ελλάδα, χιλιάδες αγοράκια και κοριτσάκια, που ζουν με τους βιολογικούς τους γονείς, δεν μπορούν ούτε να εμβολιαστούν…

Στην Αμερική, το ποσοστό των μαύρων ή έγχρωμων φυλακισμένων είναι πολύ υψηλότερο από το ποσοστό τους στο συνολικό πληθυσμό. Όχι γιατί οι μαύροι έχουν την εγκληματικότητα στο αίμα τους, αλλά γιατί, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι συνθήκες ζωής τους και πάνω απ’ όλα η οικονομική τους κατάσταση τους οδηγεί στο έγκλημα. Σε πολλές περιπτώσεις, η ένταξη ενός εφήβου σε μια συμμορία της πόλης είναι όρος για την ίδια την επιβίωσή του, όπως και στην Ελλάδα η κλοπή χαλκού ή η επαιτεία ή η απάτη σε βάρος του κράτους με πλαστά πιστοποιητικά γέννησης για την είσπραξη επιδομάτων επίσης είναι προϋποθέσεις για την επιβίωση πολλών, πάρα πολλών Τσιγγάνων.
Το πρόβλημα της κοινωνικής ένταξης των Τσιγγάνων, το πρόβλημα της συνύπαρξής τους με την ελληνική εργατική τάξη (και όχι απλώς με τους αγρότες ή τους μικροαστούς), το πρόβλημα της στέγασης, της εκπαίδευσης, της υγειονομικής τους περίθαλψης, της δυνατότητας εύρεσης τίμιας εργασίας, όλα αυτά τα προβλήματα είναι υπαρκτά και όχι μόνο για τους Ρομά.

Κυβέρνηση και ΜΜΕ (τα περισσότερα) εκμεταλλεύονται την ύπαρξη αυτών των προβλημάτων για να πουλήσουν ανέξοδη ευαισθησία και να μετατοπίσουν την προσοχή της κοινής γνώμης από τα νόμιμα κρατικά και οικονομικά εγκλήματα σε βάρος όλων των Ελλήνων, Τσιγγάνων και μη.
Οι πιο αρμόδιοι (απ’όλους τους «απέξω») να μιλήσουν για τους Τσιγγάνους δεν είναι οι κοινωνιολόγοι ή οι ανθρωπολόγοι, αλλά οι δάσκαλοι, αυτοί οι αφανείς που εκτελούν ένα πολύτιμο έργο και συχνά σπάνε τα μούτρα τους μπροστά στην κρατική αδιαφορία και τις κοινωνικές αγκυλώσεις (Τσιγγάνων και μη). Αυτοί έχουν πολλά να μας πουν για τις «μικρές Μαρίες», ξανθές και μελαχρινές. Αυτοί είναι οι μόνοι που ρίχνουν μια σωσίβια λέμβο στον ωκεανό της αμάθειας, της προκατάληψης, των κοινωνικών στερότυπων. Αυτούς οφείλουμε ν’ ακούσουμε. Για την ακρίβεια, κάποιοι δάσκαλοι μιλούν εδώ και χρόνια… όμως ποιος τους ακούει;

Απάντηση