Με αφορμή το θάνατο του Όλιβερ Σακς

Από βαριά άνοια υπέφερε ο μεγάλος φιλόσοφος και ποιητής Έμερσον, όπως μαθαίνουμε σε μια αναφορά στη Μουσικοφιλία, ένα σπουδαίο βιβλίο του Όλιβερ Σακς που πέθανε την Κυριακή. Ο Ραλφ Γουάλντο Έμερσον ανέπτυξε άνοια, κατά πάσα πιθανότητα Αλτσχάιμερ, στα 60 του χρόνια. Με το πέρασμα των χρόνων η κατάστασή του χειροτέρευε, όμως εκείνος διατήρησε το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό του ώς το τέλος. ΄Ετσι, όταν τον ρωτούσαν για την υγεία του, απαντούσε:

«Είμαι πολύ καλά, έχω χάσει τις πνευματικές μου ικανότητες αλλά είμαι απολύτως καλά».

Το ίδιο και η ελληνική αντικαπιταλιστική αριστερά, μπορεί να πει «είμαι καλά, είμαι καλά, πολύ καλά, για σας το ίδιο επιθυμώ…» Κι αν μείναμε λίγο μόνοι, ας μας παρηγορήσει η ιδέα ότι έχουμε τη σωστή γραμμή, ότι πήραμε τις σωστές αποφάσεις.

Δύσκολα χωράει ο θάνατος ενός επιστήμονα και δημοφιλούς συγγραφέα στο προεκλογικό μας μενού, όμως δεν μπορεί κανείς να προσπερνά έτσι εύκολα τέτοιες απώλειες. Φέτος το Φεβρουάριο, οι Νιου Γιορκ Τάιμς δημοσίευσαν το κείμενο που έγραψε ο 82χρονος Σακς μόλις έμαθε ότι ο καρκίνος από τον οποίο έπασχε είχε κάνει πολλαπλές μεταστάσεις στο συκώτι. Δεν ήταν ένας αποχαιρετισμός στα εγκόσμια, αλλά μια δήλωση για το πώς θα περνούσε τους λιγοστούς μήνες που του απόμεναν, για το πώς βλέπει τον εαυτό του και τη ζωή από εδώ κι εμπρός. Δικαιολογημένα το κείμενο αυτό χαρακτηρίστηκε «συγκλονιστικό». Δικαιολογημένα η Άγρα (που έχει εκδώσει άλλα πέντε βιβλία του) εξέδωσε πρόσφατα ένα ολιγοσέλιδο βιβλίο με αυτό το κομμάτι, που έχει τίτλο «Η δική μου ζωή». Ο τίτλος αυτός είναι δανεισμένος από ένα αντίστοιχο κείμενο του Ντέηβιντ Χιουμ του 1776, όπου ο μεγάλος φιλόσοφος ανακοίνωνε κι αυτός μια αντίστοιχη διάγνωση των γιατρών στα εξηνταπέντε του χρόνια.

«Δεν υπάρχει πια χρόνος για τίποτα το επουσιώδες», γράφει ο Σακς. «Πρέπει να συγκεντρώσω την προσοχή μου στον εαυτό μου, στην εργασία μου και στους φίλους μου. Τώρα πια δεν θα παρακολουθώ τις “ειδήσεις των οχτώ” κάθε βράδυ. Δεν θα δίνω πια σημασία στην τρέχουσα πολιτική ή στα επιχείρηματα για την υπερθέρμανση της Γης. »Αυτό δεν είναι αδιαφορία, αλλά απόσταση από τα πράγματα. Εξακολουθώ να νοιάζομαι πολύ για τη Μέση Ανατολή, για την υπερθέρμανση της Γης, για την εντεινόμενη ανισότητα, όμως όλα αυτά δεν είναι πια δική μου δουλειά· ανήκουν στο μέλλον».

Στη συνέχεια ο Σακς εξηγεί πώς θα ζει κάθε μέρα όχι σαν να ήταν η τελευταία του, αλλά ξέροντας πως θα είναι μια από τις λίγες τελευταίες του. Πολλά σάιτ έγραψαν για τον Σακς (τα περισσότερα με την προσφιλή μέθοδο του copy/paste), αποσιωπώντας την προσφορά της Άγρας που, μέσα σ’ ένα ζοφερό εκδοτικό τοπίο (ιδίως τα τελευταία χρόνια) έφερε τους Έλληνες αναγνώστες σε επαφή με το έργο του Σακς, του «ποιητή της ιατρικής», όπως έγραψαν οι Νιου Γιορκ Τάιμς. Στην πραγματικότητα ο Σακς ήταν ένας ανθρωποκεντρικός επιστήμονας· στα βιβλία του αφηγείται ιστορίες ανθρώπων (δηλ. των ασθενών του) που τις παρουσιάζει και τις ερμηνεύει πατώντας αφενός στην επιστήμη και αφετέρου στην αισιόδοξη πίστη του στη δημιουργικότητα του ανθρώπου. Δεν εκλαϊκεύει την επιστήμη ο Σακς, αλλά φωτίζει με επιστημονικά εργαλεία την περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης, του ανθρώπου ως κοινωνικού όντος. Ξηλώνει τα πέπλα του μεταφυσικού και μας δείχνει πώς το πάθος μπορεί να συνυπάρχει με τη γνώση ή μάλλον με την περιέργεια, με την ανάγκη για γνώση. Γιατί ο Σακς δεν κηρύττει, αλλά διδάσκει. Δεν μας μετατρέπει διαμιάς σε επιστήμονες, αλλά μας δείχνει ότι η επιστήμη μπορεί να είναι αγαθοποιός και φιλική προς τον άνθρωπο.

Μ. Τζ

Απάντηση