«Έρχονται οι νεο-μπολσεβίκοι!»
Τι έρχονται, ήρθαν κιόλας. Αυτό υποστηρίζει η Ανν Απλμπάουμ σε προχθεσινό άρθρο της στην Washignton Post με αφορμή τα 100 χρόνια από τον Οκτώβρη του 1917. Και αν ασχολούμαστε με μία (1) άποψη είναι γιατί ούτε η βραβευμένη με Πούλιτζερ Απλμπάουμ είναι τυχαία δημοσιογράφος, ούτε η Washignton Post, της οποίας είναι στέλεχος (μέλος της αρχισυνταξίας της), είναι τυχαία εφημερίδα.
Από τις πρώτες αράδες του άρθρου της που έχει τίτλο «100 χρόνια μετά: Ο μπολσεβικισμός επιστρέφει. Και θα πρέπει να ανησυχούμε»,
η Απλμπάουμ δυεκρινίζει ότι γι’αυτήν η μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση δεν ήταν μεγάλη, αλλά ήταν μια «οικονομική και πολιτική συμφορά», ούτε Οκτωβριανή, αφού στην πραγματικότητα συνέβη τον Νοέμβριο, ούτε ήταν επανάσταση, αλλά πραξικόπημα των μπολσεβίκων. Εντάξει, αυτά είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα. Όμως η δημοσιογράφος και συγγραφέας (ένα βιβλίο της για τα γκουλάγκ έχει μεταφραστεί στα ελληνικά) ανακαλύπτει τους επιγόνους του Λένιν και των μπολσεβίκων στα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης, καθώς και στον Ντόναλντ Τραμπ και του στενού περιβάλλοντός του. Όχι ως προς τα σύμβολα, π.χ. το σφυροδρέπανο, τον Ύμνο της Διεθνούς κ.λπ., αλλά ως προς τις ιδεολογικές ή μάλλον τις ψυχολογικές ιδιότητες και τη ρητορεία τους. Επίσης λένε ψέματα, όπως έλεγε ο Λένιν.
Τι ψέματα είπε ο Λένιν και ο Τρότσκι; Πρώτον, υποσχέθηκαν «ειρήνη, γη και ελευθερία». Όμως η υπόσχεση της ειρήνης έκρυβε την πίστη τους στην επερχόμενη παγκόσμια επανάσταση και στην αποφασιστικότητα τους να καταφύγουν στη βία για να τη φέρουν. (Όλα αυτά σύμφωνα με την Απλμπάουμ). Η υπόσχεσή τους για γη έκρυβε το σχέδιό τους να περάσουν όλη την ιδιοκτησία στα χέρια του κράτους. Όσο για το ψωμί, αυτό έκρυβε την ιδεολογική τους εμμονή για μια συγκεντρωτική παραγωγή τροφίμων η οποία επί δεκαετίες θα ήταν συνώνυμη με την πείνα για τους Ρώσους.
Λέγοντας «ταξική» πάλη, οι μπολσεβίκοι εννοούσαν τον ανοιχτό ταξικό πόλεμο, τη μαζική βία που θα εξόντωνε την αριστοκρατία και τους αστούς, θα κατέστρεφε στην κυριολεξία τα μαγαζιά και τα εργοστάσιά τους, όπως και τα σχολεία, τα δικαστήρια, τον Τύπο. Όμως κάποιοι έβλεπαν εκστατικοί αυτή την παράδοση του πολιτισμού στην πυρά!
Και τι κατάφεραν τελικά; «Δεν έπλασαν έναν καινούριο όμορφο πολιτισμό, αλλά μια θυμωμένη, δυστυχισμένη και πικρόχολη κοινωνία, μια κοινωνία που σπαταλούσε τους φυσικούς πόρους, που έχτιζε άσχημες και απάνθρωπες πόλεις και ήταν ασυναγώνιστη ως προς τις θηριωδίες και τις μαζικές δολοφονίες».
Ούτε ένα καλό δεν βλέπει η Απλμπάουμ στη Σοβιετική Ένωση. Ούτε τα 25 εκατομμύρια νεκρούς του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ούτε την καταλυτική συμβολή της χώρας στην ήττα του ναζισμού. (Tα τρία τέταρτα των απωλειών της γερμανικής Βέρμαχτ ήταν στο Ανατολικό Μέτωπο, επισημαίνει ο Ταρίκ Αλί, βλ. Independent, 7/11/2017.)
Ο κίνδυνος της μαρξιστικής σκέψης δεν έχει περάσει, προειδοποιεί η Απλμπάουμ. Στην Ισπανία και την Ελλάδα οι μαρξιστές ίδρυσαν μεγάλα κόμματα, αν και στην Ισπανία δεν έχουν ακόμα πάρει την εξουσία ενώ στην Ελλάδα «η πραγματικότητα των αγορών τούς ανάγκασε να εγκαταλείψουν στα μουλωχτά την επαναστατική ατζέντα τους». Αλλά και στη Βρετανία, ο νυν ηγέτης του Εργατικού Κόμματος, ο Τζέρεμι Κόρμπιν, προέρχεται από την παλιά φιλοσοβιετική άκρα Αριστερά. «Μέσα στο κόμμα του υπάρχει ένας πυρήνας ριζοσπαστών που μιλάνε για ανατροπή του καπιταλισμού».
«Στις ΗΠΑ, η μαρξιστική αριστερά έχει παγιωθεί στις παρυφές του κόμματος των Δημοκρατικών» -προφανώς εννοεί τον Σόντερς-, «καθώς και σε αρκετά πανεπιστήμια» και μάλιστα οι οπαδοί της συμπορεύονται με τους αντιπάλους της Αμερικής, «είτε στη Ρωσία είτε στη Μέση Ανατολή».
Όσο για τους λεγόμενους «ακροδεξιούς» ηγέτες (τον Τραμπ, τον Ορμπάν στην Ουγγαρία, τον Νάιτζελ Φάρατζ στη Βρετανία, τον Κατσίνσκι στην Πολωνία, τη Μαρίν Λεπέν), αυτοί οι «νεο-μπολσεβίκοι», ουδεμία σχέση έχουν με την κλασική Δεξιά ή με τον αγγλοσαξονικό συντηρητισμό ή με τη Χριστιανοδημοκρατία. Όπως και οι παλιοί μπολσεβίκοι, θέλουν να ξηλώσουν τους υπάρχοντες θεσμούς. Έχουν υιοθετήσει την αδιαλλαξία του Λένιν, την άρνησή του να συμβιβαστεί και τις γεμάτες μίσος επιθέσεις του στους αντιπάλους του. Μικρή σημασία έχει που οι αντίπαλοι του Λένιν ήταν η αστική τάξη και η αριστοκρατία, ενώ οι «εχθροί των νεο-μπολσεβίκων είναι οι ομοφυλόφιλοι, οι εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες, οι υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Τύπος και τα δικαστήρια».
Να λοιπόν που η εξίσωση του ναζισμού με τον κομμουνισμό δεν περιορίζεται στο ναζισμό από τη μια και τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες από την άλλη, στην ταύτιση του Χίτλερ με τον Στάλιν και τον Λένιν, αλλά επεκτείνεται στο σήμερα, στην ταύτιση των πιο σύγχρονων υπερ-αντιδραστικών ρευμάτων με την Επανάσταση του Οκτώβρη και ό,τι ακολούθησε.
Υ.Γ.
Την ίδια ημέρα που δημοσιεύτηκε το άρθρο για τους νεο-μπολσεβίκους, ένα άλλο άρθρο, στους New York Times, αυτή τη φορά, κινούνταν στην ίδια προπαγανδιστική γραμμή. Το υπογράφει ο συγγραφέας Σάιμον Σέμπαγκ Μοντεφιόρε, συγγραφέας των βιβλίων «Οι Ρομανόφ» και «Στάλιν: Η αυλή του κόκκινου τσάρου».
Στο άρθρο του με τίτλο «Και αν η Ρωσική Επανάσταση δεν είχε συμβεί;» γράφει ότι ο Λένιν κατάφερε να ηγηθεί της επανάστασης «χάρη στο ιδεολογικό πάθος του, τον αμείλικτο πραγματισμό του, την ανεξέλεγκτη αιματοχυσία και τη διάθεση να επιβάλει μια δικτατορία». Ο Τραμπ, συνεχίζει, «εκπροσωπεί έναν νέο μπολσεβικισμό της Δεξιάς όπου ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Η τακτική του Λένιν αναβιώνει.΄Οσο για τον Τζέρεμι Κόρμπιν, αυτός είναι ένας «ημι-λενινιστής» ενώ ο «κομμουνισμός στη Βρετανία ανασταίνεται εκ του τάφου».
«Νέος μπολσεβικισμός» μιλάει ο ένας, για «νεο-μπολσεβίκους» η άλλη. Λες και αντλούν τα επιχειρήματά τους (που δεν είναι μόνο αυτά τα δύο που αναφέραμε) από το ίδιο think tank.