Η πρόταση της μειοψηφίας του ΝΑΡ για τη συμπόρευση στις εκλογές

Το παρακάτω κείμενο  (που υπογράφουν τα μέλη της Π.Ε Αλέκος Αναγνωστάκης, Κώστας Μάρκου και Τάσος Κατιντσάρος) τέθηκε σε ψηφοφορία στην Π.Ε. του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και στις ΟΒ του ΝΑΡ και της ν.Κ.Α. και μειοψήφισε.

Στέκεται πιο θετικά -αν και κριτικά από αντικαπιταλιστικές θέσεις- απέναντι στο κόμμα Λαφαζάνη τονίζοντας ότι η αριστερή διάσπαση από το ΣΥΡΙΖΑ και η συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας βοηθά την εργατική τάξη και το λαό αλλά η προοπτική της είναι ρευστή και μπορεί να πάει σε δύο κατευθύνσεις.  Θέτει προϋποθέσεις όσον αφορά το ενδεχόμενο της εκλογικής συνεργασίας

Αναλυτικά:

1. Οι πολιτικές εξελίξεις και οι εκλογές ορόσημο της 20ης Σεπτεμβρίου, καθορίζονται από τέσσερις βασικές πλευρές: Πρώτο, την υπερψήφιση από όλα τα κόμματα της Βουλής, εκτός ΚΚΕ και ΧΑ, του τρίτου μνημονίου και των εφιαλτικών αποτελεσμάτων του σε βάρος του λαού, εάν εφαρμοστεί. Δεύτερο, τη μετάλλαξη και ολοκλήρωση του εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ σε αριστερο-φιλελεύθερο μνημονιακό κόμμα της αστικής διαχείρισης. Τρίτο, τη μαζική αντίδραση, διάσπαση και σχηματισμό της Λαϊκής Ενότητας. Και τέταρτο, την καταλυτική και ελπιδοφόρα παρουσία του εργατικού, λαϊκού και νεανικού «όχι» του 62% η οποία συμπύκνωσε μια συγκλονιστική μάχη που έφερε τα ίχνη των πιο σκληρών ταξικών και κοινωνικών αναμετρήσεων των τελευταίων χρόνων, εντός του οποίου ενισχύθηκε το ρεύμα της ανατρεπτικής και αντιΕΕ προοπτικής.

Η ενίσχυση του αντι-ΕΕ ρεύματος δυναμώνει ως ένα βαθμό το πολυδαίδαλο ρεύμα πολιτικής διαφοροποίησης και διεκδίκησης απέναντι στη συντριπτική αστική πολιτική και πολιτιστική υπεροχή που εμφανίζεται από την αυγή της κρίσης. Στοιχείο αυτού του αισθητού κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος εργατικής πολιτικής είναι η αντοχή του. Το εν δυνάμει αυτό ανατρεπτικό ρεύμα περιορίζεται ακόμη στο να επιβάλει καθυστερήσεις στα μέτρα αντιδραστικής ανασυγκρότησης του σύγχρονου καπιταλισμού, ή ανακατατάξεις στις μορφές (π.χ., φθορά κυβερνήσεων). Συγκροτείται, υποχωρεί και ανασυγκροτείται, κυρίως με βάση την επιδείνωση της κατάστασης της εργατικής τάξης, των μεσαίων πληττόμενων στρωμάτων, της εργαζόμενης και σπουδάζουσας νεολαίας, σε συνδυασμό πάντα με την παρέμβαση των δυνάμεων της εργατικής πολιτικής, με τις γενικότερες πολιτικές εμπειρίες και αντιφάσεις τους. Αναπτύσσεται αντιφατικά και ηγεμονεύεται ακόμη από την αστική «ευρωπαϊκή» πολιτική. Υπερφίαλες ή αντίθετα, μηδενιστικές εκτιμήσεις μόνο ζημιά μπορούν να προκαλέσουν.

Στις παραπάνω τρεις καθοριστικές παραμέτρους προστίθενται: Η χρηματιστηριακή κρίση που ξέσπασε στην Κίνα και απειλεί με ένα νέο παγκόσμιο κραχ με ανυπολόγιστες συνέπειες για την εργαζόμενη ανθρωπότητα αλλά και την ομαλή αναπαραγωγή του καπιταλισμού. Και η έκρηξη του μεταναστευτικού δράματος λόγω των ιμπεριαλιστικών και αντιδραστικών εμφύλιων πολέμων στην Αν. Μεσόγειο και τη Β. Αφρική.

Μπροστά στη σοβαρότητα αλλά και πολυπλοκότητα των εξελίξεων, όλοι εμείς, με τη συνεδρίαση των ΟΒ του ΝΑΡ και της νΚΑ καλούμαστε να σταθμίσουμε με ταχύτητα και ψυχραιμία τις δυσκολίες και τις δυνατότητες των συσχετισμών. Να ζυγίσουμε με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακρίβεια τις αποφάσεις για την εκλογική πολιτική τακτική, με συντροφικό πνεύμα, εργατικό πολιτισμό, αυτοπεποίθηση και μαχόμενη αισιοδοξία. Με κεντρικό στόχο τη συνολική αναγέννηση και ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος, την επαναφορά του στο προσκήνιο.

Οι παραπάνω εξελίξεις ενισχύουν την αναγκαιότητα στρατηγικών απαντήσεων. Αυτή την αναγκαιότητα οφείλει να υπηρετεί και η άμεση τακτική πολιτική πράξη και η συγκεκριμμένη -επαναστατικό είναι μόνο το συγκεκριμμένο- πολιτική οργάνωση της επερχόμενης εκλογικής μάχης, ώστε «να καταργείται η υπάρχουσα τάξη πραγμάτων». Επομένως κριτήριο της προσπάθειάς μας είναι τα θετικά βήματα στην προώθηση των τριών άμεσων στόχων της πολιτικής μας, αναπροσαρμοσμένων στις ιδαίτερες νέες, κοινωνικές, πολιτικές και εκλογικές συνθήκες:

2. Πρώτο, τη μετωπική συγκέντρωση των δυνάμεων του «όχι μέχρι το τέλος» στο κίνημα και την πολιτική, που θα προσανατολίζει και εμπνέει την εργατική λαϊκή ανασυγκρότηση και αντεπίθεση. Συγκέντρωση δυνάμεων ώστε το εργατικό και λαϊκό κίνημα να επιβάλει μια πρώτη ουσιαστική νίκη. Δηλαδή, μια ουσιαστική ήττα στην κανιβαλική πολιτική του αστικού συνασπισμού εξουσίας στις επερχόμενες κοινωνικές συγκρούσεις γύρω από την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου. Ώστε να προωθείται επομένως έμπρακτα η συνολική αντικαπιταλιστική ανατροπή της αστικής επίθεσης. Έτσι, η εκλογική τακτική πρέπει να επιδιώκει την ήττα του αριστεροδέξιου «εθνικού μετώπου» των τεσσάρων πλέον μνημονιακών κομμάτων, την «παραδειγματική τιμωρία» του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και των ΝΔ–Ποτάμι–ΠΑΣΟΚ. Να στρέφεται με ειδικό τρόπο ενάντια στη ΧΑ που θα «ψαρεύει» στο λαϊκό «Όχι».

Η εκλογική τακτική πρέπει να επιδιώκει μια πιο μαζική και πιο ριζοσπαστική αντι-ΕΕ στροφή προς τα αριστερά. Τη συνολική ενίσχυση (κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική) της αριστερής εργατικής αντιπολίτευσης στο «μνημονιακό τόξο» και στην ενδεχόμενη κυβέρνηση με μόνιμο στόχο την ανατροπή τους. Το δίλημμα δεν είναι «πολιτικές συμμαχίες και μέτωπα ή δουλειά στο κίνημα», αλλά το πώς το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Πώς, μια ενδεχόμενη επιτυχημένη εκλογική παρέμβαση – και πολύ πιθανά κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός ρεύματος της ρήξης – μπορεί να τροφοδοτήσει το μαζικό εξωκοινοβουλευτικό αγώνα για το χτίσιμο της αντίστασης στη νέα μνημονιακή λαίλαπα, την εργατική – λαϊκή αντεπίθεση και την ανατροπή κυβέρνησης, ΕΕ, κεφαλαίου.

3. Δεύτερο, την προώθηση της υπόθεσης του μετώπου – πόλου των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής ανατρεπτικής Αριστεράς, ως «ψυχή» της εργατολαϊκής αντεπίθεσης. Η εκλογική πολιτική πρόταση του ΝΑΡ και της νΚΑ πρέπει να έχει σαν κύριο μέλημα την ενδυνάμωση και όσο το δυνατόν πιο ενιαία εκλογική παρέμβαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δυνάμεων της ΜΑΡΣ και γενικότερα της αντικαπιταλιστικής – ανατρεπτικής Αριστεράς, σε κάθε περίπτωση. Την αντιστροφή επομένως των υπαρκτών φαινομένων αντίθετων κινήσεων ή και κυοφορούμενης κρίσης λόγων των ανεπαρκειών και λαθεμένων πολιτικών εκτιμήσεων. Οφείλουμε να επιμείνουμε μέχρι τέλους στην ανάγκη μιας ενιαίας και προωθητικής στάσης από την πλευρά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Διακριτές κινήσεις, τακτικισμοί, θολές επιμέρους συσπειρώσεις μακρυά από τα κεκτημένα της συζήτησης και της φυσιογνωμίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ μόνο προβλήματα δημιουργούν.

Οι δυνάμεις αυτές, με τη δική τους αυτοτελή παρουσία και εκλογική διακήρυξη θα επικαιροποιούν αιχμηρά, μάχιμα και εμπνευσμένα το συνολικό μεταβατικό πρόγραμμα της αντικαπιταλιστικής ανατροπής με επαναστατική και κομμουνιστική προοπτική. Θα διεκδικούν την ενίσχυσή τους πρώτα από όλα εκτός, αλλά και εντός της Βουλής. Η αυτοτέλεια αυτή είναι όρος και προϋπόθεση για μια θετική συνεισφορά και της εκλογικής μάχης στην υπόθεσή μας.

4. Και τρίτο, την προώθηση της συσπείρωσης πρωτοπόρων δυνάμεων για ένα κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα αντάξιων της νέας εποχής. Αυτή η καθοριστική πλευρά θα κριθεί σε σημαντικό βαθμό στις επόμενες ημέρες, από την ικανότητα του ΝΑΡ και της νΚΑ, της βάσης και της ηγεσίας του, να επιδείξουν ταυτόχρονα, όσο το δυνατόν βαθύτερο μετωπικό πνεύμα, εργατικό κομμουνιστικό πολιτισμό, πολιτική οξυδέρκεια, αποφασιστικότητα αλλά και ευλυγισία. Η παραπάνω πολιτική μπορεί να εμπνεύσει και να στρατεύσει. Να καλλιεργεί έμπρακτα τη συλλογικότητα απέναντι σε κρισιακά φαινόμενα κλειστής επεξεργασίας και διαχείρησης στην άσκηση πολιτικής. Να ξεπερνά κρισιακά και εκφυλιστικά φαινόμενα. Να εξασφαλίσει επομένως, την αναγκαία εσωτερική αυτοπειθαρχία και ενιαία δράση. Μόνον έτσι θα αναδειχτεί το ΝΑΡ σε καταλύτη της γενικότερης συσπείρωσης των πρωτοπόρων κομμουνιστικών δυνάμεων στις εγκυμονούσες μετεκλογικές συνθήκες.

5. Σε σημαντικό ζήτημα για την εκλογική πολιτική τακτική μας αναδεικνύεται αντικειμενικά η εκτίμηση για το χαρακτήρα και η στάση μας απέναντι στο νέο πολιτικό αριστερό σχηματισμό. Η Λαϊκή Ενότητα, χωρίς φυσικά να έχει ξεκαθαρίσει ακόμη πλήρως τη φυσιογνωμία της, με βάση τη μακρόχρονη παρουσία και πορεία των κυρίαρχων ρευμάτων της, την καταψήφιση του τρίτου μνημονίου και τη ρήξη με τον ΣΥΡΙΖΑ, τις πρώτες διακηρύξεις, και κυρίως, την προγραμματική πρόταση, έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

Πρόκειται για πολυσυλλεκτικό σχηματισμό ενός μαχόμενου αριστερού μεταρρυθμισμού. Στρατηγικά κινείται στο μη επαναστατικό, κατά βάση ρεφορμιστικό «σοσιαλισμό». Διακηρύσσει έναν πατριωτισμό ανάμεικτο με διεθνείς αναφορές. Έχει έναν αριστερό αντιευρωπαϊσμό χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει τη στάση της απέναντι στο κομβικό ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ. Παρά την αριστερή κυβερνητική πρόταση, το πρόγραμμά της προσανατολίζεται πιο σταθερά στο κίνημα.

Η δημόσια παρουσία των μέχρι τώρα ηγετών της βρίσκονται οριακά σε αντίθεση με την πιο προωθημένη προγραμματική της πρόταση. Η βάση της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κινείται πιο ριζοσπαστικά σε σχέση με την ηγεσία της ΛΑΕ. Η μέχρι το τέλος καταψήφιση του μνημονίου και η ρήξη με τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν έμπρακτη αυτοκριτική, χωρίς όμως μια ουσιαστική κριτική και αυτοκριτική για τις ευθύνες της και ειδικά για τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση (ΑΝΕΛ, ΠτΔ, αποδοχή καθεστωτικών προσώπων, κυρίως, μη ανάδειξη των περίφημων «εναλλακτικών λύσεων» κ.α.).

Η τωρινή φυσιογνωμία της ΛΑΕ καθορίζεται από την καταψήφιση του μνημονίου, την αποχώρηση από την κυβέρνηση και τη διάσπαση με το ΣΥΡΙΖΑ και την προγραμματική της πρόταση. Η οποία έχει στοιχεία μεταβατικού προγράμματος ρήξεων, ειδικά τη θέση για έξοδο από το ευρώ και την ΟΝΕ που, αν παραμείνει, θα την κατατάξει γρήγορα σε αντίπαλο των μνημονιακών, καθεστωτικών και ευρωπαϊκών δυνάμεων. Ταυτόχρονα, έχει μετωπική λογική.

Η αριστερή διάσπαση από το ΣΥΡΙΖΑ και η συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας βοηθά την εργατική τάξη και το λαό.

Η προοπτική της είναι ρευστή: είτε προς την κατεύθυνση μιας συνολικής ανατρεπτικής αντικαπιταλιστικής πολιτικής είτε προς την κατεύθυνση μιας προοδευτικά αριστερής δημοκρατικής ενσωμάτωσης.

Η ΛΑΕ, τέλος, δεν είναι προϊόν ενός σχεδίου της αστικής τάξης να διαμορφώσει αναχώματα στη συνεπή Αριστερά όπως υποστηρίζει το ΚΚΕ, το οποίο αδυνατεί να κατανοήσει τις γενικότερες εξελίξεις και περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του. Η εκτίμηση, επίσης (ΚΚΕ κ.α.), ότι είναι μια εκδοχή του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αυθαίρετη, μηχανιστική και κυρίως δεν κατανοεί το βάθος των ανακατατάξεων στην νέα περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης.

6. Με βάση όλα τα παραπάνω, η στάση του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέναντι στη ΛΑΕ πρέπει να είναι ανεξάρτητη, κριτική από αντικαπιταλιστικές επαναστατικές θέσεις, ενωτική και συντροφική. Με την κριτική να ενθαρρύνει την προς τα αριστερά πορεία και όχι να «ρίχνει πατητές» με βάση το υπαρκτό παρελθόν, τα υπαρκτά πολιτικά λάθη και αδυναμίες. Εξάλλου από διαφορετική σκοπιά όλοι μας έχουμε μερίδιο ευθύνης για την παρούσα κατάσταση. Και στην πολιτική σφαίρα και στο μαζικό κίνημα. Κανείς δεν μπαίνει στη νέα αρένα της κοινωνικής και πολιτικής πάλης αναμάρτητος.

Η στάση του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ωφείλει να είναι στάση ανεξάρτητη και όχι προσχώρησης. Για τους βαθύτερους, μόνιμους και ουσιαστικούς στόχους της πολιτικής μας, αλλά και για μια θετική επίδραση προς την πρώτη, διαφιλονικούμενη προοπτική της ΛΑΕ προς μια συνολική ανατρεπτική αντικαπιταλιστική πολιτική.

Τα παραπάνω επιτρέπουν μια συμφωνία τακτικού χαρακτήρα κοινής εκλογικής καθόδου. Δεν επιτρέπουν, άμεσα, σε συνδυασμό με το χρόνο και το διαστρεβλωτικό χαρακτήρα των κοινοβουλευτικών εκλογών, προγραμματικό μέτωπο ή συνεκτική πολιτική συνεργασία. Αυτό θα κριθεί σε μια πορεία κοινής δράσης και δημοκρατικού διαλόγου.

7. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, επιβάλλεται μια συγκεκριμένη πρόταση εκλογικής συνεργασίας του ΝΑΡ και ειδικά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς τη ΛΑΕ, τη ΜΑΡΣ και τις άλλες αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις (σύλλογος Κορδάτος κ.α.). Ποιοτικός χρόνος υπάρχει, το θέμα είναι η πολιτική βούληση. Οι δισταγμοί και η αίσθηση των κινδύνων είναι δικαιολογημένοι. Αδικαιολόγητη είναι η προκατασκευασμένη άρνηση εκλογικής συνεργασίας. Η θέληση εκλογικής συνεργασίας από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ απαιτεί φυσικά, για την επιτυχή έκβασή της, την ανάλογη βούληση και έμπρακτη ευελιξία και από τις άλλες πλευρές.

Η συγκεκριμένη πρόταση εκλογικής συνεργασίας πρέπει να έχει τα εξής αλληλένδετα στοιχεία: α) επαρκές πολιτικό πλαίσιο συμφωνίας με αμοιβαίες υποχωρήσεις, β) πλήρη ανεξαρτησία και αυτοτελή εκλογική παρέμβαση των συνεργαζόμενων με σεβασμό και συντροφική αντιμετώπιση των διαφορών, γ) ονομασία που να εκπροσωπεί το περιεχόμενο αλλά και την ισοτιμία, να μην παραπέμπει δηλαδή σε προσχώρηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη ΛΑΕ, δ) κοινή εκλογική επιτροπή, συλλογικότητα στη δημόσια εκπροσώπηση και στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων και ε) προοπτική. Εντός αυτού του πλαισίου κατοχυρώνεται η ανεξαρτησία και αυτοτέλεια των συμμάχων, για την προβολή των δικών τους στόχων. Καθοριστικό είναι το πολιτικό πλαίσιο. Εδώ το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εφόσον έχουν την πολιτική βούληση, πρέπει να ξεφύγουν από τον φετιχισμό των λέξεων και των «μπούλετς» και να δώσουν πολιτικές κατευθύνσεις στα όργανα και τις αντιπροσωπείες των διαπραγματεύσεων για τον απαραίτητο προσανατολισμό και ευελιξία.

8. Με βάση τα μέχρι τώρα κείμενα και την ανάδειξη των πολιτικών ζητημάτων, η Π.Ε. και οι οργανώσεις βάσης του ΝΑΡ και της νΚΑ δίνουν τις εξής βασικές πολιτικές κατευθύνσεις για την επίτευξη της εκλογικής συνεργασίας:

Πρώτο, το πολιτικό περιεχόμενο να κινείται στην κατεύθυνση του αντικαπιταλιστικού μεταβατικού προγράμματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, να απαντά πειστικά στο ερώτημα «ποια είναι η εναλλακτική λύση» στην ευρω-τρομοκρατία και να υπερασπίζει με επάρκεια τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα και ανάγκες.

Δεύτερο, να είναι σαφής η διατύπωση για έξοδο από το ευρώ και να υπερβαίνει τη λογική εναντίωσης στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ΕΕ, να κινείται στην κατεύθυνση σύγκρουσης – ρήξης, τονίζοντας το συστημικά αντιδραστικό χαρακτήρα της, που δεν μεταρρυθμίζεται αλλά ανατρέπεται. Ώστε να «νομιμοποιείται» η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να προβάλει το συνολικό στόχο της για αντικαπιταλιστική διεθνιστική αποδέσμευση από την ΕΕ.

Τρίτο, σε κάθε περίπτωση πρέπει να κατοχυρώνεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος του εργατικού λαϊκού κινήματος στην επιβολή των πολιτικών στόχων, να συνδέεται το κυβερνητικό ζήτημα με την πραγματική εξουσία του οργανωμένου λαού. Να πάρει υπόψιν ότι ο όρος «αριστερή κυβέρνηση» έχει δυσφημιστεί πλήρως από τη χρεοκωπημένη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – Τσίπρα.

9. Στο ενδεχόμενο που δεν πληρούνται οι παραπάνω κατευθύνσεις, από την ουσιαστική και όχι την τυπική πλευρά τους, το ΝΑΡ θα προτείνει την αυτοτελή εκλογική κάθοδο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, της ΜΑΡΣ και άλλων ρευμάτων με το πρόγραμμά τους. Για όλα, τελικά, πρέπει να αποφασίσουν η βάση και τα όργανα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

10. Η επιλογή της εκλογικής συνεργασίας υπηρετεί μια ευρύτερη στοχοθεσία κοινής δράσης, ενότητας και διαπάλης για την ηγεμονία και το μετασχηματισμό ενός ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος που τάσσεται με τη ρήξη και την προσεγγίζει με διαφορετικά επίπεδα συνειδητότητας ως προς τις προϋποθέσεις της, το αναγκαίο μεταβατικό πρόγραμμα, το επίπεδο οργάνωσης του λαού, τη συλλογική πολιτική αποφασιστικότητα και τη διεθνή υποστήριξη που απαιτεί. Η κοινή εκλογική έκφραση του μπλοκ του «Όχι μέχρι τέλους», μπορεί και πρέπει να τροφοδοτήσει μια τομή αλλαγής συσχετισμών στην Αριστερά συνολικά, που να συσπειρώσει ένα πολύ ευρύτερο δυναμικό γενικών και ειδικών πρωτοποριών, παλαιών και νέων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.

Οι εξελίξεις είναι και θα είναι ραγδαίες με το στοιχείο του πολιτικά απρόσμενου και απροσδόκητου – που χαρακτηρίζει εξάλλου την εξέλιξη τέτοιων κρίσεων – διαρκώς παρόν.

Τώρα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την ιστορική στιγμή ως πραγματικότητα και όχι ως σχέδιο. Θα σταθούμε απέναντι στα γεγονότα με την απορία του μάγου που απελευθέρωσε δυνάμεις και δεν ξέρει τι να τις κάνει; Ή με την αυτοπεποίθηση του πολιτικού οραματιστή και του μαχητή ο οποίος συνειδητοποιεί πως τα γεγονότα είναι ανεπανάληπτα για να επιδράσουμε, να πάρουμε μέρος με ενδεχόμενο και να βραχούμε στα απότομα νερά των πρωτότυπων γεγονότων;

Αλέκος Αναγνωστάκης, Κώστας Μάρκου, Τάσος Κατιντσάρος

 

Απάντηση