Γ. Μαυρής: Ρευστό και διπολικό το πολιτικό σκηνικό

(πίνακας: Μνημόνιο, υπέρ η κατά; )

Εξαιρετικά διεισδυτικό είναι το άρθρο του Γιάννη Μαυρή, διευθύνοντος συμβούλου στην Public Issue, που δημοσιεύτηκε στην προχθεσινή Εφημερίδα των Συντακτών  Αν και προφανώς γράφτηκε πριν από την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από την κυβέρνηση, το κείμενο αυτό εξηγεί γιατί φτάσαμε σε έναν «εντελώς αποδυναμωμένο, σχεδόν εικονικό κοινοβουλευτισμό», γιατί η «συνέχιση και ολοκλήρωση του μνημονιακύ προγράμματος είναι δυνατόν να γίνει μόνο με περαιτέρω συγκεντροποίηση της λήψης αποφάσεων, κλιμάκωση της καταστολής των κοινωνικών κινητοποιήσεων, περαιτέρω περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων (ΕΡΤ) και αύξηση της επιτήρησης».

Το άρθρο του Γ. Μαυρή στηρίζεται σε στοιχεία (σε παλαιότερες δημοσκοπικές μετρήσεις αλλά και σε εκλογικά αποτελέσματα) που εξηγούν γιατί σήμερα η κρίση εκπροσώπησης έχει φτάσει σε οριακό σημείο, γιατί πρέπει να περιμένουμε «διεργασίες και μετασχηματισμούς των παλαιών και των νέων πολιτικών κομμάτων» -μια εκτίμηση που επαληθεύεται πανηγυρικά όχι μόνο με το μπαϊράκι του Φώτη Κουβέλη αλλά και με τις κραυγαλέες διαφοροποιήσεις μέσα στη ΔΗΜΑΡ, όπως η από τα δεξιά διαφωνία του Νίκου Μπίστη.

Ο Γ. Μαυρής επισημαίνει ότι μέχρι τις περυσινές διπλές εκλογές, ο δικομματισμός «εκτόνωνε την κοινωνική δυσαρέσκεια», όμως η υπαγωγή της χώρας στο Μνημόνιο άλλαξε αυτή την ιστορικά παγιωμένη λειτουργία του: «Οι συνοπτικές διαδικασίες επικύρωσης της “έκτακτης” νομοθεσίας, που επιβλήθηκαν με τις δανειακές συμβάσεις (οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου / διαδικασία του κατεπείγοντος / πολυνομοσχέδια), οδήγησαν ουσιαστικά σε κατάργηση του Κοινοβουλίου και ολοκληρωτική απαξίωση των βουλευτών…»

Παρατηρεί επίσης ότι το ποσοστό που συγκέντωσαν τον Μάιο του 2012 τα δύο πρώτα κόμματα (άθροισμα πλέον ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ) είναι «το ελάχιστο ποσοστό δικομματικής επιρροής που καταγράφηκε ποτέ σε εκλογική αναμέτρηση κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, από το 1926» και παραθέτει το σχετικό γράφημα.

Ο ακόμα μεγαλύτερος κομματικός κατακερματισμός είναι αναπόφευκτος, εκτιμά ο Γ. Μ., καθώς κάθε μήνα εξαγγέλλονται νέα κόμματα, ενώ στις επόμενες εκλογές πιθανόν να εμφανιστεί το φαινόμενο της «κονιορτοποίησης» που είχε παρατηρηθεί στην περυσινή εκλογική αναμέτρηση του Μαϊου. Προσθέτει ότι η νεοφιλελεύθερη επίθεση έχει διαιρέσει βαθύτατα την ελληνική κοινωνία και ότι τα αποτέλεσματα των εκλογών του Ιουνίού αποτυπώνουν την «κοινωνική και ταξική πόλωση» ενώ η σημασία της «ταξικής ψήφου» επανέρχεται: «Η πόλωση εγγράφει και μια νέα διαιρετική τομή στο ελληνικό κομματικό σύστημα, ανάμεσα στις φιλομνημονιακές και τις αντιμνημονιακές δυνάμεις, που εξακολουθεί σήμερα να τέμνει τη διαίρεση Αριστερά/Δεξιά. Βάσει αυτής της διπλής διαίρεσης συγκροτείται το νέο κομματικό σύστημα και θα οργανωθούν μελλοντικά οι δύο ευρύτεροι πόλοι της πολιτικής σκηνής».

Ο πρώτος πόλος, ο φιλομνημονιακός, εκφράζεται από τα κόμματα της σημερινής κυβέρνησης (της ΔΗΜΑΡ συμπεριλαμβανομένης) που «υποστηρίχτηκαν, κατά κύριο λόγο, από το λιγότερο δυναμικό, μη παραγωγικό και πλέον γερασμένο τμήμα του εκλογικού σώματος. Η εκλογική νίκη της ΝΔ βασίστηκε περισσότερο στον εκφοβισμό του εκλογικού σώματος. Υπήρξε ψήφος συγκατάθεσης, χωρίς την απαραίτητη ιδεολογική συναίνεση». Η σύγκλιση των τριών κομμάτων «εκφράζει το κοινωνικό μπλοκ του Μνημονίου, τη νέα κοινωνική συμμαχία των κυρίαρχων τάξεων που συγκροτείται μέσα στην κρίση».

Ο δεύτερος πόλος είναι «ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την (ευάλωτη) κοινοβουλευτική έκφραση μιας νέας διευρυμένης κόινωνικής συσσωμάτωσης των μεσαίων και εργατικών μισθωτών στρωμάτων, αλλά και σημαντικού τμήματος κοινωνικών κατηγοριών που μαζικοποιούνται και εξαθλιώνονται από την οικονομική κρίση, όπως η νεολαία, οι άνεργοι και οι ταξικά υποβαθμιζόμενοι».

Το κείμενο του Γ. Μαυρή περιέχει και άλλα ενδιαφέροντα σημεία και αξίζει να διαβαστεί από όσους δεν θέλουν να ταυτίζουν τις επιθυμίες τους  με την πραγματικότητα. Πολλά από τα συμπεράσματα και τις προβλέψεις τους θα μπορούσε θα τα ενστερνιζόταν κάθε ρεαλιστής σκεφτόμενος άνθρωπος της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

 

Απάντηση