«Τα καλύτερα σκυλιά κουράστηκαν…»
της Μαριάννας Τζιαντζή
Εκρηξη συγκίνησης και τρυφερών αποχαιρετισμών προκάλεσε στα σόσιαλ μίντια η είδηση για το θάνατο του Λουκάνικου, του καφετή μπασταρδάκου που έγινε διάσημος καθώς δεν έλειπε ποτέ από τις συγκεντρώσεις και τις διαδηλώσεις της εποχής των Αγανακτισμένων, και μάλιστα στην πρώτη γραμμή απέναντι στις διμοιρίες των ΜΑΤ αψηφώντας χημικά και δακρυγόνα.
Μικρή σημασία έχει το γεγονός ότι οι αναρίθμητες νεκρολογίες και τα σχόλια εμφανίστηκαν με αρκετούς μήνες καθυστέρηση, μια που ο Λουκάνικος πέθανε φέτος την άνοιξη.
Είναι αλήθεια ότι το εγχώριο και διεθνές ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε αυτή την εβδομάδα για το μακαρίτη ήταν πολύ πιο ζωηρό απ’ ό,τι, π.χ. το ενδιαφέρον για την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Ωστόσο, αυτή η φιλολογία δεν είναι δείγμα αποπολιτικοποίησης ή συναισθηματολογίας. Οι ελεγείες για τον Λουκάνικο δεν μαρτυρούν απλώς τη δύναμη του Διαδικτύου αλλά τη δύναμη της νοσταλγίας, όπως και την ανάγκη να πιστέψουμε σε κάτι γενναίο, αθώο και ανιδιοτελές (έστω και άμυαλο!), να αναζητήσουμε κάποιες ιδιότητες που με δυσκολία φαίνεται ότι εντοπίζουμε στα πολιτικά κόμματα και τους προβεβλημένους εκπροσώπους τους: την ανάγκη για σύμβολα αλλά και την ανάγκη να επιδείξουμε ή να εκφράσουμε τη δική μας ευαισθησία.
Πάνω από τρία χρόνια έχουν περάσει από τη σύντομη εποχή των Αγανακτισμένων, της αντιφατικής αντιμνημονιακής αντίστασης και της Αραβικής Άνοιξης. Χωρίς να το επιδιώξει, ο Λουκάνικος έγινε τραγούδι και εξώφυλλο, έγινε θέμα στο BBC, το CNN, το Ρόιτερς και το Aλ Τζαζίρα, έγινε κομμάτι ενός μυθολογικού κύκλου που παραμένει ανοιχτός.
Ας μην πούμε ακόμα ότι «τα καλύτερα σκυλιά κουράστηκαν και γύρισαν στο σπίτι». Ας μην πούμε «ένας σκύλος και μια πλατεία ήταν όλη μου η ζωή… τώρα ο σκύλος έφυγε, από ντροπή και μόνο που ’βλεπε μένα σ’ άδεια πλατεία απ’ τον πόνο μου να λιώνω».
Κουρασμένος, πρόωρα γερασμένος και άπρακτος, ο αδέσποτος σκύλος βρήκε φιλοξενία σε ένα σπίτι όπου πέθανε ήρεμα. Η ιστορία όμως διδάσκει ότι τίποτα δεν πάει χαμένο, ούτε καν τα γαβγίσματα του Λουκάνικου προς τους άνδρες των ΜΑΤ. Τα τέκνα και τα εγγόνια του Λουκάνικου, βιολογικά και πνευματικά, θα αποδείξουν ότι γαβγίζει καλύτερα όποιος γαβγίζει τελευταίος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν 12.10