La casa de papel: Μια «Τέλεια ληστεία» με πολιτικές αιχμές

Η εντυπωσιακή παγκόσμια επιτυχία της ισπανικής σειράς «Η τέλεια ληστεία» δεν οφείλεται μόνο στην αρτιότητα της παραγωγής της. Συνδέεται και με τη δυσπιστία έως και την αποστροφή των πολλών για το λεγόμενο «σύστημα».

 

Βίκυ Παπαδοπούλου

 

Ο νέος κύκλος επεισοδίων της σειράς συνέπεσε με την έναρξη της καραντίνας λόγω κορονοϊού

 

O Aσάνζ σαπίζει στις βρετανικές φυλακές, ο Σνόουντεν κρύβεται στη Μόσχα, όμως ο «Προφεσόρ», ο εγκέφαλος της μεγαλύτερης ληστείας στα παγκόσμια χρονικά, ζει και βασιλεύει στη Μαδρίτη και γελοιοποιεί την κυβέρνηση, την αστυνομία, το στρατό και τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας του (η Εκκλησία και τα ΜΜΕ μένουν στο απυρόβλητο). Υπάρχει όμως μια μικρή διαφορά: οι δύο πρώτοι είναι υπαρκτά πρόσωπα που άφησαν και αφήνουν βαρύ αποτύπωμα στη σύγχρονη ιστορία, ενώ ο τρίτος είναι ένας τηλεοπτικός ήρωας, το κεντρικό πρόσωπο στη σειρά φαινόμενο, όπως δικαιολογημένα έχει χαρακτηριστεί, την Casa de papel ή Μοney Heist (ελληνικός τίτλος: Η τέλεια ληστεία). Η ισπανική αυτή σειρά έχει πλέον γίνει κομμάτι της παγκόσμιας λαϊκής κουλτούρας, ενώ ο τέταρτος κύκλος της, που η προβολή του από το Netflix συνέπεσε με την έκρηξη του κορονοϊού, έχει προκαλέσει πολλές διαδικτυακές συζητήσεις και αντικρουόμενες κριτικές.

 

Οι «κλέφτες και αστυνόμοι» είναι μια κλασική λογοτεχνική και κινηματογραφική κατηγορία, ένα αθάνατο «είδος» (genre) και μια δημοφιλής υποκατηγορία του είναι οι «καλοί κλέφτες», όπως η συμμορία του «Προφεσόρ», του «Καθηγητή», που αφού κατέλαβε με επιτυχία το Νομισματοκοπείο της Ισπανίας και κατάφερε να ξεφύγει έχοντας αποκομίσει δισεκατομμύρια ευρώ, τώρα έχει κάνει κατάληψη στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας με σκοπό να αφαιρέσει 90 τόνους χρυσού.

 

Αρκετά είναι τα μυστικά της επιτυχίας του Casa de Papel και τα περισσότερα έχουν επισημανθεί, όπως ο υψηλός επαγγελματισμός της παραγωγής, οι πάμπολλες σεναριακές ανατροπές, η ανάπτυξη και οι σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων, οι θεαματικές αποδράσεις, το στρίμωγμα και το «ξεστρίμωγμα» των ληστών, οι από μηχανής θεοί, η επιτυχημένη επιλογή των ηθοποιών, το χιούμορ, οι διάλογοι, η μουσική, το γήινο, μεσογειακό άρωμα, αυτό όμως που κάνει τη σειρά ξεχωριστή είναι ο πολιτικός της χαρακτήρας. Και τούτο γιατί οι ληστές δεν είναι μόνοι τους: γύρω από το Νομισματοκοπείο πρώτα και γύρω από την Τράπεζα συγκεντρώνεται το «μέγα πλήθος» με το μέγα πάθος», χιλιάδες λαού που αποθεώνουν τους σύγχρονους Ρομπέν των Δασών.

 

Αν στις δύο πρώτες σεζόν ήταν εμφανής ο απόηχος του κινήματος των Ισπανών «Αγανακτισμένων» με λάιτ μοτίφ το πασίγνωστο παρτιζάνικο τραγούδι «Βella ciao», στον τωρινό κύκλο υπογραμμίζεται η διαφθορά, η υποκρισία και η βαρβαρότητα της εξουσίας. Η δημόσια αποκάλυψη των φριχτών βασανιστηρίων στα οποία υπέβαλε η αστυνομία (μυστική και φανερή) ένα νεαρό μέλος της συμμορίας βραχυκυκλώνει όλο τον κρατικό κατασταλτικό μηχανισμό και τα σχέδια για εισβολή του στρατού στο κτίριο της τράπεζας, ενώ η υψηλή τεχνολογία γίνεται αρωγός των ληστών, καθώς κάποιοι συνεργάτες τους την παίζουν στα δάχτυλα. Επιπλέον, ισχυρός είναι ο απόηχος του κινήματος «Me too», ενώ η σειρά είναι φιλική προς τους γκέι, τους ηλικιωμένους, τους παχύσαρκους, τους λεγόμενους «διαφορετικούς» και καταδικάζει το σεξισμό ενώ δεν λείπουν και οι αντικαπιταλιστικές αιχμές. Για παράδειγμα, μια ομάδα από σκληροτράχηλους ανθρακωρύχους της Αστούριας αναλαμβάνει να σκάψει ένα τούνελ, στην καρδιά της Μαδρίτης, για να βοηθήσει σε μια κρίσιμη στιγμή την ομάδα. Η τιμημένη εργατιά βάζει τα χέρια και ο «Προφεσόρ» το μυαλό.

 

Το χρήμα είναι το δέλεαρ για τη στρατολόγηση των μελών της συμμορίας αλλά όχι η κύρια αιτία της ληστείας. Με τις αριστοτεχνικές ληστείες του, ο «Καθηγητής» θέλει να εκδικηθεί το θάνατο πρώτα του πατέρα του και ύστερα του αδελφού του. Ταυτόχρονα, η ταινία υμνεί τη συλλογικότητα, την ισχυρή και συγκινητική αλληλεγγύη που αναπτύσσεται μεταξύ των μελών της συμμορίας-οικογένειας. Επιπλέον, εμφανίζονται ρωγμές στο ίδιο το σώμα της αστυνομίας. Ο θηλυκός Ιαβέρης, η όμορφη επιθεωρήτρια, αλλάζει στρατόπεδο (ο έρωτας είναι η αιτία), ενώ ένας άλλος αστυνομικός γίνεται συνεργός του «Καθηγητής», κάτι σαν «κομμουνιστής μπάτσος», όπως λέει ο ίδιος…

 

Προφανώς η σειρά έφτασε τους τέσσερις κύκλους (και ακολουθεί πέμπτος) λόγω της τεράστιας εμπορικής επιτυχίας της. Όπως όμως ξεχειλώνει η σειρά, έτσι «ξεχειλώνει», διευρύνεται και η απήχησή της, αφού και οι επικριτές της έχουν διατελέσει φανατικοί θεατές της! Η εντυπωσιακή παγκόσμια επιτυχία της «Τέλειας ληστείας» δεν οφείλεται μόνο στην αρτιότητα της παραγωγής της, αλλά συνδέεται και με τη δυσπιστία έως και την αποστροφή που νιώθει ένα μεγάλο μέρος του λαού (ή των λαών) για το λεγόμενο «σύστημα» που τώρα, τουλάχιστον στο γυαλί, κάθε άλλο παρά ανίκητο φαίνεται. Το σύστημα δεν ανατρέπεται, όμως γελοιοποιείται. Και ο «Καθηγητής» γίνεται κάτι σαν τον Χάρι Πότερ των ενηλίκων με όπλο όχι τις μαγικές του δυνάμεις αλλά το απαράμιλλο μυαλό του.

 

Μια εκδοχή του άρθρου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν

 

Απάντηση