Μέσος δρόμος δεν υπάρχει: αντιπαράθεση ή συνθηκολόγηση, λέει ο Στάθης Κουβελάκης
Μερικές ενδιαφέρουσες επισημάνσεις συναντάμε στο άρθρο του Στ. Κουβελάκη, μέλους της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο δημοσιεύτηκε στο αριστερό αμερικανικό περιοδικό Jacobin . H μετάφρασή του στα ελληνικά είναι από τον ιστότοπο Συσπείρωση Αριστερών Μηχανικών . Να σημειωθεί ότι το κείμενο γράφτηκε πριν το σχηματισμό κυβέρνησης από ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και μάλιστα ο συντάκτης του ελπίζει ότι δεν θα δοθεί στους ΑΝΕΛ το υπουργείο Δημόσιας Τάξης ή Άμυνας. Επίσης ο Στ. Κουβελάκης προχωρά σε κάποιες πρώτες παρατηρήσεις σε σχέση με τη γεωγραφική προέλευση των ψήφων και επισημαίνει ότι τα ποσοστά ανόδου ήταν μεγαλύτερα στην περιφέρεια (π.χ. Κρήτη, Πελοπόννησο) απ’ ό,τι στις παραδοσιακές εργατικές συνοικίες και περιοχές (π.χ. Πειραιάς). Oι υπογραμμίσεις στο κείμενο δικές μας.
«Ο εκλογικός θρίαμβος του ΣΥΡΙΖΑ γέννησε ελπίδες στη ριζοσπαστική αριστερά της Ευρώπης και στα Ευρωπαικά εργατικά κινήματα, προσφέροντάς τους μια … μεγάλη ευκαιρία. Για να το θέσουμε αλλιώς — η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτού του είδος το τέστ θα φέρει ανυπολόγιστες συνέπειες.
Μερικές σύντομες παρατηρήσεις για τις πρώτες δυσκολίες και τα πρώτα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε :
Καταρχάς, ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε κοντά στην αυτοδυναμία, αλλά τελικά για λίγο αυτή δεν επιτεύχθηκε. Το τελικό του ποσοστό (36,3 τοις εκατό) ήταν και το κατώτερο όριο που είχαν εκτιμήσει τα exit polls για τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας ήταν κοντά στο ανώτατο όριο των εκτιμήσεων των exit polls.
Υπό αυτή την έννοια υπήρχε μια ελαφριά απογοήτευση στο εκλογικά γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στα Προπύλαια την βραδυά των εκλογών. Επιπλέον, έχοντας ζήσει στο κέντρο της Αθήνας αρκετές βραδυές μετά τις εκλογές, πρέπει να πω ότι σε αυτη την βραδυά υπήρχαν λιγότεροι άνθρωποι στους δρόμους σε σχέση με τις εκλογικές νίκες του ΠΑΣΟΚ των δεκαετιών του 1980 και 1990.
Ακόμα και αν το να κερδίζεις την Νέα Δημοκρατία με 8,5% είναι μία σημαντική νίκη, πρέπει να εξηγήσουμε γιατί η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο ελπίζαμε. Μία αξιοσημείωτη πτυχή του αποτελέσματος είναι η εξής: ενώ σε εθνικό επίπεδο ο ΣΥΡΙΖΑ βελτιώθηκε σε σχέση με τις επιδόσεις του στις Ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2012 κατά περίπου 10 τοις εκατό, ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε μικρότερη βελτίωση στα μεγάλα αστικά κέντρα (ιδίως στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη), όπου και κέρδισε μόνο 6 τοις εκατό.
Ετσι, ενώ τον Ιούνιο του 2012 τα καλύτερα αποτελέσματα ήταν στις πιο εργατικές περιοχές, με την εμβληματική «Κόκκινη» εκλογική περιφέρεια της Β’ Πειραιώς (αν δεν συμπεριλάβουμε την Ξάνθη όπου είχε την μαζική στήριξη από την τουρκό-φωνη μειονότητα), αυτή τη φορά τα πήγε σχετικά καλά σε επτά άλλες περιοχές (συμπεριλαμβανομένων των παλαιών προπυργίων του ΠΑΣΟΚ όπως η Κρήτη και βόρεια Πελοπόννησος), απ’ ότι στην βιομηχανική ζώνη του Πειραιά — καθώς εκεί πήγε απο το 37 στο 42 τοις εκατό. Έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε πρόοδους πάνω απ’ όλα σε αγροτικές και ημι-αστικές περιοχές και σε μεσαίες επαρχιακές πόλεις : σε μία Ελλάδα που η πολιτική της συμπεριφορά είναι περισσότερο συντηρητική και «νομοταγής. Η επιρροή στην χώρα είναι ως εκ τούτου πιο ομοιογεννής, καθώς χτίζει το προφίλ του ως ένα νομοταγές «κυβερνητικό κόμμα» (it makes its appearance as a legitimate «party of government») · αλλά του έλειπε η δυναμική του να μπορεί να αυξήσει το πλεονέκτημά του στις μεγάλες πολεις και να πάρει τις επιπλέον έδρες που χρειαζόταν στις μεγάλες εκλογικές περιφέρειες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Το εκλογικό του προφίλ τώρα, είναι πιο πολύ εκείνο ενός «ετερο-ταξικού» («cross-class», σημ. μεταφραστή: θα μπορούσε να μεταφραστεί και «διαταξικού») κόμματος, χωρίς την «ανομοιομορφία» («unevenness») του 2012: η υποστήριξη που απολαμβάνει είναι λιγότερο ευδιάκριτα ριζωμένη στους μισθωτούς (wage-earners) των μεγάλων αστικών κέντρων, ακόμα και αν η επιρροή του σε αυτόν τον πληθυσμό είναι σημαντική και αποτελεί ο πληθυσμός αυτός ένα απο τα κύρια μέρη των ψήφων του.
Το γεγονός αυτό πρέπει να ειδωθεί παράλληλα με την (έστω και περιορισμένη) αύξηση του Κομμουνιστικού Κόμματος κατά 1 τοις εκατό σε σχέση με τον Ιούνιο του 2012, καθώς επίσης και από το γεγονός ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πηγε από το 0.33 στο 0.64 τοις εκατό. Η βελτίωση που σημείωσαν ήταν μεγαλύτερη στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ετσι ο ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς υπέφερε από κάποιες απώλειες «από τα αριστερά του» και πάνω απ’ όλα δεν ήταν σε θέση να κινητοποιήσει τα μεγάλα «αποθέματα» των ψηφοφόρων που απείχαν (υπήρχε μια αδύναμη προσέλευση σε εθνικό επίπεδο, γύρω στο 64 τοις εκατό).
Η νέα κυβέρνηση (της οποίας η σύνθεση ήταν άγνωστη τη στιγμή που γραφόταν αυτό το άρθρο) θα έχει να αντιμετωπίσει πραγματικά εξαιρετικά μεγάλα εμπόδια. Τα ταμεία είναι άδεια, και τα έσοδα του κράτους καταρρέουν γρηγορότερα απ’ ότι αναμενόταν. Θα γίνει σύντομα εμφανές ότι το σχέδιο χρηματοδότησης που σχεδιάστηκε στο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» στηρίχθηκε σε υπερ-αισιόδοξες εκτιμήσεις ( ή ακόμα, απλά σε λανθασμένες εκτιμήσεις).
Ο στόχος, εδώ, ήταν να δοθεί η εντύπωση ότι το πρόγραμμα θα μπορούσε να υλοποιηθεί κατά το ήμισυ από τον επαναπροσανατολισμό των ευρωπαϊκών πιστώσεων (οι οποίες έχουν ήδη προοριστεί για ειδικό σκοπό, και ορισμένες από αυτές έχουν ήδη χορηγηθεί, και των οποίων η πληρωμή εξαρτάται εξ ολοκλήρου από την συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και κατά το ήμισυ μέσα από μια πιο αποτελεσματική είσπραξη των φορολογικών εσόδων, χωρίς φορολογική μεταρρύθμιση και χωρίς την ανάγκη για αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Ο στρατηγικός προσανατολισμός της κυβέρνησης ως προς την ΕΕ (strategic orientation toward the EU) είναι επίσης μάλλον ασαφής. Μετά από τη νίκη, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας επιθυμούσε να καθησυχάσει την ΕΕ και τις αγορές, μιλώντας για έναν «ειλικρινή διάλογο» και μια «αμοιβαία επωφελή λύση». Δεν ανέφερε τη λέξη «χρέος».
Χθές, με ανησυχία άκουσα συντρόφους να επαινούν τον Πρόεδρο της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας Mario Draghi, παρουσιάζοντάς τον ως έναν μεγάλο αντίπαλο της Γερμανίδας Καγκελαρίου Angela Merkel και του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών Wolfgang Schäuble, και σχεδόν σαν έναν σύμμαχο του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, ο μόνος Ευρωπαίος αρχηγός, του οποίου το χαμογελαστό πρόσωπο κοσμεί την αρχική σελίδα της επίσημης ιστοσελίδας του κόμματος, που ζήτησε άμεση συναντηση με τον Τσίπρα είναι ο Martin Schulz, ο πρόεδρος του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου και μέλους των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών. [Σημείωση του mao.gr: και ο οποίος δήλωσε ότι θα προτιμούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεργαζόταν με το Ποτάμι και όχι τους ΑΝΕΛ.]
Φαίνεται ότι κάποιοι κύκλοι στο κόμμα έχουν πάει ακόμα παραπέρα [έχουν φτάσει στο σημείο να…] ώστε να πείσουν τους εαυτούς τους για την αλήθεια του προεκλογικού σλόγκαν «Η Ευρώπη Αλλάζει», υπό την έννοια ότι «η ΕΕ είναι έτοιμη να κάνει έναν έντιμο συμβιβασμό με εμάς». Αλλά οι προοπτικές σε αυτό το μέτωπο, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα ήταν να παρακαμφθεί η Τρόικα και να «διαπραγματευτεί» (αυτή η μαγική λέξη!) μια ήπια, πιο αμβλυμένη εκδοχή του Μνημονίου απευθείας με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.
Τελευταίο, αλλά όχι και λιγότερο σημαντικό, ενώ ο Πάνος Καμμένος και το «κυριαρχικό» (sovereignist, σημ. μεταφραστή: που περιστρέφεται γύρω από το ζήτημα της κυριαρχίας) του δεξιό κόμμα, Ανεξάρτητοι Έλληνες του (ΑΝΕΛ), είναι σίγουρα ένα μικρότερο κακό, σε σχέση με σχηματισμούς όπως το Ποτάμι (του οποίου ο δεδηλωμένος στόχος ήταν να αναγκάσει τον ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει εντός των στενών ορίων που ορίζονται από την ΕΕ και το Μνημόνιο), εξακολουθεί παρόλα αυτά να αποτελεί ένα κακό. Η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση, ακόμη και με έναν μόνο υπουργό, θα σηματοδοτήσει/συμβολίσει (symbolize) το τέλος της ιδέας μιας «κυβέρνησης κατά των μέτρων λιτότητας της Αριστεράς». («anti-austerity government of the Left.»).
Επιπροσθέτως, αυτό το κόμμα της Δεξιάς, είναι ένα κόμμα το οποίο ανησυχεί ιδιαίτερα για την προστασία του «σκληρού πυρήνα» του κρατικού μηχανισμού (θα είναι σημαντικό παρακολουθείται – keep a watchful eye over – προσεκτικά όποιο υπουργικό συμβούλιο θα μπορούσε αυτό το κόμμα να πάρει). Δεν θα αποτελέσει έκπληξη εαν από τις πρώτες του απαιτήσεις του είναι το υπουργείο άμυνας ή δημόσιας τάξης, αν και φαίνεται ότι δεν θα τα πάρει. [!!! τα θαυμαστικά του mao.gr].
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα πολύ στενό περιθώριο ελιγμών – αλλά αυτές οι ασάφειες/αμφισημίες (ambiguities) πρέπει σύντομα να επιλυθούν. Η κοινωνία παραμένει παθητική προς το παρόν, όμως οι ελπίδες που εναποτέθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ σημαντικές και συμπαγείς/συγκεκριμένες. Εξαιρετικά σημαντικά καθήκοντα βρίσκονται μπροστά για εκείνες τις δυνάμεις που έχουν συνείδηση των επερχόμενων κινδύνων και είναι αποφασισμένες να υπερασπιστούν τα βασικά σημεία του προγράμματος του κόμματος για τον τερματισμό της λιτότητας.
Περισσότερο από ποτέ θα πρέπει να είμαστε σαφείς ότι δεν υπάρχει μέση οδός μεταξύ αντιπαράθεσης και συνθηκολόγησης. Η στιγμή της αλήθειας είναι στο χέρι μας».