Α(+)ΤΑΞΙΕΣ: Το κέρδος ως δήμιος της φύσης

Χωρίς αμφιβολία η εποχή που διανύουμε αναδεικνύουν όλο το εύρος των κοινωνικών συγκρούσεων με μια ένταση η οποία είναι χαρακτηριστική των δομικών και πολύ βαθιών κρίσεων του καπιταλισμού. Ο πόλεμος δύο κόσμων εκτυλίσσεται με εξάρσεις και υφέσεις από την οικονομική σφαίρα ως τα δημοκρατικά δικαιώματα και από τον πολιτισμό ως το περιβάλλον.

Ανάλυση του Μάκη Γεωργιάδη

Αν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι με αστούς θεωρητικούς και αναλυτές είναι πως από την υφιστάμενη σύγκρουση των κόσμων του κεφαλαίου και της εργασίας θα καθοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και το μέλλον των δυτικών -αλλά όχι μόνο αυτών- κοινωνιών. Η έκβαση του ταξικού πολέμου δεν κρίνεται ασφαλώς από μια μάχη, αλλά προοπτικά θα κριθεί και σε αξιακό και πολιτισμικό επίπεδο. Από αυτήν την άποψη, τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής αναδεικνύουν τη δυναμική επαναφορά στο προσκήνιο των απελευθερωτικών κομμουνιστικών ιδεών και υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα της υπέρβασης του βάρβαρου εκμεταλλευτικού συστήματος. Δεν αρκεί όμως η δυνατότητα και η δυνητική προσέγγιση των εργατικών μαζών με τις επαναστατικές αξίες και ιδέες και μια μεγάλη δυσκολία που προκύπτει είναι ασφαλώς η μάχη των συσχετισμών σε όλα τα επίπεδα.

Η φύση πεδίο κερδοφορίας

Ωστόσο, όσο πληθαίνουν και εντείνονται τα οικονομικά αδιέξοδα, τόσο αυξάνονται και ισχυροποιούνται τάσεις υπέρβασης της κρίσης από την πλευρά του συστήματος που τείνουν στον εκβαρβαρισμό των κοινωνιών και συνάμα την περιβαλλοντική καταστροφή. Αν επικεντρώσουμε στη δεύτερη αυτή διάσταση θα διαπιστώσουμε ότι διαχρονικά ο καπιταλισμός έβαζε στο στόχαστρο τη φύση αντιμετωπίζοντάς τη ως ένα ακόμη πεδίο κερδοφορίας. Αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις όχι απλώς στα οικοσυστήματα, αλλά και στη ζωή των ανθρώπων. Από αυτήν την άποψη, η λεηλασία και η σπατάλη των φυσικών πόρων συνδέθηκε ως μια φυσιολογική διαδικασία με την ανάπτυξη και την αειφορία, παρά το γεγονός ότι τόσο οι χρονικοί ορίζοντες όσο και τα ποσοτικά μεγέθη των οικοσυστημάτων και συνολικά του πλανήτη, είναι πεπερασμένα. Η ανάγκη του ανθρώπου να δαμάσει τη φύση ώστε να εξασφαλίσει ασφάλεια ή τροφή και να κατανικήσει το φόβο των βίαιων και απρόβλεπτων φυσικών φαινομένων οδήγησε στην ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας. Προϊόντος του χρόνου, ο τεχνολογικός πυλώνας των σύγχρονων κοινωνιών μετατράπηκε από υπηρέτης και μοχλός ανακούφισης των ανθρώπινων αναγκών μέσω των ορθολογικών επιστημονικών εξηγήσεων και εφαρμογών σε δυνάστη και εργαλείο εκμετάλλευσης και υποταγής σε έναν πολιτισμό τεχνοκρατικού χαρακτήρα.

Οι επιπτώσεις αυτής της αντίληψης μπορούν να γίνουν άμεσα αντιληπτές στο πολιτικό ή οικονομικό επίπεδο –από τη «δικτατορία των αγορών» ως τις κάθε λογής τεχνοκρατικές κυβερνήσεις– αλλά δεν είναι και τόσο ευκρινείς σε ότι έχει να κάνει σε ό,τι σχετίζεται με τη φύση. Ο αστικός – βιομηχανικός πολιτισμός έχει αποξενώσει τους ανθρώπους των μεγάλων αστικών κέντρων και των μητροπόλεων από το φυσικό περιβάλλον επιβάλλοντας στην ουσία τη διαβίωση σε τεχνητές συνθήκες τέτοιες που μπορούν να ικανοποιήσουν ένα πλήθος, επίσης, τεχνητών αναγκών. Όλα αυτά τα φαινόμενα αναπτύχθηκαν ωστόσο στην πρώτη τους φάση στο έδαφος των πραγματικών αναγκών οι οποίες επέβαλαν την αναζήτηση εργασίας και βιοπορισμού άρα και εγκατάστασης και στέγασης κοντά στα βιομηχανικά κέντρα που αναπτύχθηκαν ραγδαία και αποτέλεσαν τα βασικά κύτταρα εξέλιξης των βιομηχανικών πολιτισμών. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, οι αλλαγές στο περιβάλλον και οι επιπτώσεις από την μόλυνση ή την εξάντληση των φυσικών πόρων επειδή δεν συναρτάται άμεσα με την καθημερινότητα, τουλάχιστον εκτός πόλεων, και λειτουργεί σε βάθος χρόνου ξεπερνώντας κατά πολύ τα βιολογικά όρια κάθε ανθρώπινης γενιάς, υποβιβάζεται και υποβαθμίζεται στη συλλογική αντίληψη ως κάτι πολύ μακρινό και δευτερεύον. Με την κυρίαρχη μάλιστα τεχνοκρατική αντίληψη οι βλάβες στη φύση και στο περιβάλλον είναι το τίμημα μιας σχέσης η οποία και πάλι εδράζεται στο οικονομικό επίπεδο και αντιπροσωπεύεται από την ευημερία. Ή την ανάπτυξη. Η ανάπτυξη ταυτίζεται όχι με το κέρδος αλλά με την εργασία, έστω και για ένα κομμάτι ψωμί, και συνεπώς όσο ακριβό κι αν είναι το τίμημα θα πρέπει να το υποστούμε για την επιβίωση και μια προοπτική ευημερίας.

Χόμπι η προστασία του περιβάλλοντος;

Η κυνικότητα αυτής της αντιμετώπισης απλώνεται από την οπτική που αναπαράγεται σε φαινόμενα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα. Από το φωτοχημικό νέφος της Αθήνας και των άλλων μεγαλουπόλεων ως τα χρυσωρυχεία της Χαλκιδικής και από τη Φουκουσίμα ως τις μελέτες οργανισμών και δεξαμενών σκέψης που «αθωώνουν» την βιομηχανική δραστηριότητα για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, την τρύπα του όζοντος και ό,τι σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή. Από αυτήν την άποψη, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παράδοξο το γεγονός ότι το Σάββατο 2 Μαρτίου στις Σκουριές Χαλκιδικής, οι εργάτες των ορυχείων ήταν αυτοί που πρωτοστάτησαν σε διαδήλωση υπεράσπισης της επένδυσης και των ορυχείων. Αυτοί νιώθουν πως είναι οι άμεσα απειλούμενοι όχι από τη δηλητηρίαση της φύσης, κι ας είναι κάτοικοι της περιοχής, αλλά από όλους όσοι διεκδικούν την προστασία του τόπου τους και τη διαφύλαξη των οικολογικών ισορροπιών στην περιοχή. Σε αυτή τη σύγκρουση των δύο κόσμων, μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης της περιοχής ταυτίζεται εξ αντανακλάσεως ή εκ πεποιθήσεως με τα συμφέροντα του αφεντικού του στο όνομα της επιβίωσης και της «ανάπτυξης» η οποία θα παράσχει δουλειές στον τόπο. Οι υπόλοιποι είναι κάποιοι χομπίστες ή ελιτιστές που αδιαφορούν για τις ανθρώπινες ανάγκες και νοιάζονται για τα δέντρα…

Είναι όμως έτσι; Προφανώς όχι. Όσο οι ανθρώπινες ανάγκες μπορούν να επιβάλλουν τη λειτουργία των μεταλλείων, άλλο τόσο νομιμοποιούν την εγκατάσταση πυρηνικών εργοστασίων όπως αυτό της Φουκουσίμα ή πλατφορμών άντλησης πετρελαίου όπως στον κόλπο του Μεξικού για την κάλυψη και ενεργειακών αναγκών. Ο κρίσιμος παράγοντας σε όλες τις περιπτώσεις είναι η διασφάλιση του κέρδους. Από τη στιγμή που αυτό μπαίνει ως πρώτη προτεραιότητα του εκάστοτε επενδυτή, τότε μοιραία ακολουθούν οι εκπτώσεις σε άλλους τομείς και μεταξύ αυτών η εργασιακή ασφάλεια και η ασφάλεια ου περιβάλλοντος. Έτσι στην πραγματικότητα η σχέση αναγκαίου κόστους – τιμήματος προς το συνολικό όφελος, δεν έχει κανένα αντίκρυσμα καθώς αλλοιώνεται σε σχέση κόστους προς προσδοκώμενο κέρδος. Η ιστορία και η λειτουργία του καπιταλισμού επί τρεις αιώνες δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας ότι μπροστά στο επιχειρηματικό κέρδος το κόστος σε ανθρώπινες ζωές και φυσικούς πόρους είναι αμελητέο.

Συνολική ρήξη με την αντίληψη της επιχειρηματικότητας

Η μεγάλη δυσκολία ωστόσο του ζητήματος είναι ότι δεν μπορεί να απαντηθεί με όρους διαχείρισης εντός του υφιστάμενου οικονομικού – συστημικού πλαισίου. Υπό οποιαδήποτε συνθήκη λειτουργίας εκμεταλλευτικών σχέσεων, η ανθρώπινη ζωή και το περιβάλλον πάντα θα υπολείπονται του κέρδους. Άρα το βασικό ερώτημα που επανέρχεται είναι η συνολική ρήξη με την αντίληψη της κερδοφορίας, της επιχειρηματικότητας, της ανάπτυξης. Αυτό δεν είναι όμως ούτε δεδομένο ούτε κεκτημένο ως αντίληψη, όχι απλώς σε πολιτικούς φορείς και κόμματα της Αριστεράς αλλά και σε μεγάλο μέρος της ίδιας της εργατικής τάξης ή των λαϊκών στρωμάτων. Αν κάποιος επιχειρεί να δώσει απάντηση από την Αριστερά χωρίς να αμφισβητεί τη βάση του πλαισίου, αναγκαστικά ή θα πρέπει να συμβιβαστεί με τη λογική της «ανάπτυξης» έστω και με στοιχεία περιβαλλοντικής ευαισθησίας είτε θα πρέπει με όρους πραγματικής καπιταλιστικής οικονομίας να απαντήσει πως και που θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας όχι μόνο γι’ αυτούς που νιώθουν ότι απειλούνται από τις οικολογικές ανησυχίες, αλλά και σε εκατομμύρια άνεργους.

Φυσικά, ούτε και η παραπομπή της λύσης του θέματος στο σοσιαλισμό είναι επαρκής πολιτική απάντηση. Αυτό όχι μόνο επειδή δεν δίνει άμεση απάντηση, αλλά και γιατί δεν έχουν όλοι οι φορείς της Αριστεράς το ίδιο πράγμα στο μυαλό τους όταν συζητούν για σοσιαλισμό, αειφορία ή ακόμη και ανάπτυξη. Συνεπώς, το ζήτημα προς εξερεύνηση και το μεγάλο πεδίο δοκιμής είναι πώς υπό τις παρούσες συνθήκες θα δομηθεί ένα ενιαίο μετωπικό και κινηματικό περιβάλλον το οποίο δεν θα παρακάμπτει ούτε τις ανησυχίες για την ύπαρξη και στήριξη της εργασίας ούτε τις περιβαλλοντικές ανησυχίες. Πατώντας στις αντιθέσεις του σήμερα και συνθέτοντας τις διαφορετικές απόψεις, η ουσία είναι ότι πρέπει να οικοδομηθεί μια ενότητα στηριγμένη στο σήμερα, αλλά με το βλέμμα στραμμένο στο αύριο και την απελευθερωτική προοπτική. Εάν μιλάμε για την κομμουνιστική προοπτική, τότε είναι βέβαιο ότι η ιστορία θα απορρίψει όλες τις λογικές κέρδους, εκμετάλλευσης, συγκέντρωσης και υπερτροφικών δομών στα κέντρα και δραστηριότητες μεγάλης κλίμακας. Ή αν προτιμάτε θα δικαιώσει τον ίδιο τον άνθρωπο μέσα από την εναρμόνιση των σχέσεων του με τη φύση… 

Απάντηση