Σταμ. Καραγιαννόπουλος: Συμμαχία ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ η μόνη λύση
Οι εργαζόμενοι, έχοντας δει όλες τις μεγάλες ταξικές μάχες ενάντια στα μέτρα να ηττώνται εξαιτίας της παθητικής στάσης των συνδικαλιστικών τους ηγεσιών, στρέφουν τώρα το βλέμμα τους στο πολιτικό πεδίο και αναζητούν λύση στις εκλογές. Αυτοί που εκπροσωπούν πολιτικά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης έχουν χρέος να αδράξουν την ευκαιρία του αδιεξόδου της άρχουσας τάξης και να προσφέρουν στους εργαζόμενους μια λύση εξουσίας.
Το καθήκον αυτό δεν αφορά πλέον στο ελάχιστο τη ΔΗΜΑΡ, η ηγεσία της οποίας δηλώνει «ότι θα σεβαστεί τις δεσμεύσεις της χώρας», δείχνοντας καθαρά ότι είναι διατεθειμένη να συμμετάσχει σε μια νέα αστική συμμαχική κυβέρνηση που θα συνεχίσει τη σημερινή αντεργατική πολιτική των Μνημονίων.
Μόνο μια πολιτική λύση μπορεί να ανακόψει την επιταχυνόμενη πορεία της εργατικής τάξης στη βαθειά εξαθλίωση: η πολιτική συμμαχία του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ γύρω από το πρόγραμμα του σοσιαλισμού! Και μόνο το γεγονός της αναγγελίας μιας τέτοιας συμμαχίας θα μπορούσε να δημιουργήσει μια τεράστια δυναμική υποστήριξης μέσα στις μάζες. Οι εργαζόμενοι θα συνειδητοποιούσαν ότι δημιουργείται μια εφικτή λύση εξουσίας που μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες τους και το ποσοστό του 20 με 25% που δίνουν στα δύο κόμματα αθροιστικά τα σημερινά γκάλοπ, θα μπορούσε γρήγορα να γίνει ένα ποσοστό αυτοδυναμίας, με την ώθηση του ενθουσιασμού και της βάσιμης πολιτικής ελπίδας που θα δημιουργηθεί ανάμεσα στις μάζες.
Δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ είναι ο βασικός πολέμιος αυτής της μόνης πολιτικής λύσης για τη σωτηρία των εργαζόμενων. Το βασικό της επιχείρημα είναι ότι μια αριστερή κυβέρνηση από τη φύση της «θα διαχειριστεί το σύστημα» και ότι ο λαός «χρειάζεται μια άλλη εξουσία με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής». Το επιχείρημα αυτό όμως ισοδυναμεί με υπεκφυγή. Γιατί η εκλογή μιας αριστερής κυβέρνησης, αν αυτή υπερασπίζει την κοινωνικοποίηση της παραγωγής σαν τμήμα ενός ολοκληρωμένου σοσιαλιστικού προγράμματος, μπορεί να αποτελέσει ένα αποφασιστικό βήμα για να γίνει πράξη η μεταφορά της εξουσίας από τους καπιταλιστές στην εργατική τάξη.
Μια τέτοια κυβέρνηση, χωρίς να επαναπαυθεί στον έλεγχο του κοινοβουλίου, θα καλούσε τον εργαζόμενο λαό να κινητοποιηθεί για να εξασφαλίσει με την αυτοοργάνωσή του στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές την εφαρμογή του σοσιαλιστικού προγράμματος και να ασκήσει ενεργά με τα δικά του δημοκρατικά όργανα την εξουσία, καταργώντας τις δομές του σημερινού σπάταλου και διεφθαρμένου αστικού κράτους.
Ο σκληρός πόλεμος που θα συναντούσε αυτή η κυβέρνηση από την πλευρά των πιστωτών, της τρόικας και γενικότερα του διεθνούς καπιταλισμού, θα μπορούσε γρήγορα να αντιμετωπιστεί νικηφόρα με την εφαρμογή μέτρων όπως η μονομερής διαγραφή του χρέους, η κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και όλων των μεγάλων επιχειρήσεων με εργατική διαχείριση, η επιβολή κρατικού μονοπωλίου στο εξωτερικό εμπόριο και δημοκρατικού σχεδιασμού στην οικονομία, η βαριά φορολόγηση του πλούτου και η κοινωνικοποίηση της Εκκλησιαστικής περιουσίας. Τα μέτρα αυτά, θα εξασφάλιζαν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης στους εργαζόμενους της Ελλάδας και θα έπρεπε να συνοδεύονταν από μια δραστήρια έκκληση στους εργαζόμενους της Ευρώπης, των Βαλκανίων και ολόκληρου του κόσμου να δείξουν την αλληλεγγύη τους στους Έλληνες συναδέλφους τους, να εμποδίσουν τις κυβερνήσεις τους στην απόπειρά τους να επιβάλουν οικονομικό αποκλεισμό στη χώρα και πάνω από όλα, να παλέψουν και στις δικές τους χώρες για την εφαρμογή του ίδιου προγράμματος, βάζοντας τις βάσεις για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου.
Συνεπώς η επιβεβλημένη, ταξική στάση για την ηγεσία του ΚΚΕ δεν είναι να ξορκίζει όλες της «αριστερές κυβερνήσεις», αλλά με την ευκαιρία των εκλογών, να καλέσει τον ΣΥΡΙΖΑ να συμμαχήσει για μια τέτοια αριστερή κυβέρνηση που θα διαθέτει το κατάλληλο πρόγραμμα για την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής εξουσίας. Κάθε άλλη στάση, ισοδυναμεί με παθητική αναμονή μπροστά στα αυξανόμενα βάσανα της εργατικής τάξης.
Από τη δική της πλευρά όμως, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προσφέρει απλόχερα τα πολιτικά άλλοθι για αυτή την επιζήμια στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ. Η κυρίαρχη ηγετική ομάδα με τις θέσεις της αρνείται πεισματικά να στοχοποιήσει τον ίδιο τον καπιταλισμό και ζητά επαναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές, σε έναν άλλο «αντινεοφιλελεύθερο» δρόμο «αναδιανομής του εισοδήματος», χωρίς επαναστατικές αλλαγές στην οικονομία και το κράτος. Δικαίως η ηγεσία του ΚΚΕ – για να κρύψει βεβαίως, την δική της παθητική και διασπαστική τακτική αποφυγής της πάλης για την εξουσία σήμερα – χαρακτηρίζει αυτές τις απόψεις ανεφάρμοστες πάνω στο έδαφος της σημερινής βαθειάς ιστορικής κρίσης του καπιταλισμού.
Το ίδιο πρόσχημα για τη διασπαστική της πολιτική παρέχει στην ηγεσία του ΚΚΕ και η ηγεσία του Αριστερού Ρεύματος του ΣΥΝ, που έχει κάνει σημαία της – αντί για την επιτακτική αναγκαιότητα του σοσιαλισμού – την έξοδο από το ευρώ. Επίσης λαθεμένα, επικρίνει τη σωστή από μαρξιστική σκοπιά πρόσφατη (και καθυστερημένη για πολλές δεκαετίες) στροφή της ηγεσίας του ΚΚΕ στην άποψη ότι δεν μπορεί να υπάρξει κανένα ενδιάμεσο «προοδευτικό» στάδιο πριν την εξουσία της εργατικής τάξης, παρότι βέβαια ακόμα, το ισχύον πρόγραμμα του κόμματος υποστηρίζει την ενδιάμεση εξουσία του περίφημου «Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου», χωρίς αυτή η θέση να έχει αλλάξει σε συνέδριο ή άλλη συλλογική διαδικασία του κόμματος.
Οι μαρξιστές του ΣΥΝ προβάλλουμε σήμερα τη ζωτική διεκδίκηση της σοσιαλιστικής συμμαχίας ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ, γιατί θεωρούμε πως αυτή είναι η μόνη λύση για τους εργαζόμενους στον δρόμο προς τις εκλογές και όχι γιατί τρέφουμε αυταπάτες ότι οι ηγεσίες μπορούν ξαφνικά να υπερβούν τις λαθεμένες πολιτικές τους και να την υιοθετήσουν άμεσα. Πιστεύουμε ότι η βάση και των δύο κομμάτων και κάθε απλός αριστερός αγωνιστής πρέπει να παλέψουν για να επιβληθεί αυτή η λύση, με τη δική τους πρωτοβουλία.
Μπαίνοντας λοιπόν στην τελική ευθεία για τις εκλογές και με δεδομένη πια την χωριστή κάθοδο των δύο κομμάτων, ο μόνος τρόπος για να επιβληθεί η αναγκαία αριστερή πολιτική συμμαχία το συντομότερο, είναι να παλέψουμε δραστήρια για την μεγαλύτερη δυνατή εκλογική ενίσχυσή τους. Ένα ποσοστό που αθροιστικά για το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πάνω από 30 – 35%, θα σπρώξει αντικειμενικά τα δύο κόμματα, παρά τις προθέσεις των ηγεσιών, προς την κατεύθυνση της πολιτικής συμμαχίας που έχει ανάγκη σήμερα η εργατική τάξη και ο φτωχός λαός.
Πηγή: Η φωνή του μαρξισμού