Οι γροθιές της ελευθερίας και το τεντωμένο χέρι της ντροπής

Μεξικό 1968, Αθήνα 2013: από την περηφάνια στην ξεφτίλα

Στην ιστορία όχι μόνο του αθλητισμού, αλλά του αγώνα για πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα έχει μείνει η υψωμένη γροθιά που ύψωσαν δύο μαύροι αφροαμερικανοί δρομείς  το 1968 στους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Πόλη του Μεξικού. Εκείνο το καλοκαίρι ο χρυσός ολυμπιονίκης στα 200 μ. ο 24χρονος Τόμι Σμιθ και ο 23χρονος Τζον Κάρλος, που πήρε το χάλκινο μετάλλιο, κράτησαν το χέρι τους υψωμένο σε γροθιά και είχαν το κεφάλι τους κατεβασμένο σε όλη τη διάρκεια της ανάκρουσης του αμερικανικού εθνικού ύμνου.

Τίποτα στην εμφάνισή τους δεν ήταν τυχαίο. Το μαύρο δερμάτινο γάντι υπογράμμιζε τη δύναμη του χαιρετισμού τους. Και οι δύο ολυμπιονίκες ήταν ξυπόλητοι -σημάδι της φτώχειας του μαύρου πληθυσμού στη χώρα τους. Ο Σμιθ φορούσε ένα μαύρο κασκόλ -σημάδι της μαύρης περηφάνιας. Ο Κάρλος είχε το φερμουάρ της φόρμας του ανοιχτό -μια παραπομπή στη μαύρη εργατική τάξη. Επίσης ο Κάρλος φορούσε ένα περιδέραιο από χάντρες οι οποίες, όπως ο ίδιος εξήγησε αργότερα, «ήταν γι’ αυτούς που τους είχαν λιντσάρει ή τους είχαν δολοφονήσει και κανείς δεν είπε ούτε μια προσευχή γι’ αυτούς, για εκείνους που τους κρέμασαν και τους άλειψαν με πίσσα, γι’ αυτούς που πνίγηκαν στη διάρκεια του περάσματος του Ατλαντικού στα χρόνια του δουλεμπόριου». Και οι τρεις Ολυμπιονίκες (ο τρίτος ήταν ο Αυστραλός Πίτερ Νόρμαν) φορούσαν κονκάρδες του Ολυμπιακού Σχεδίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Τότε, στο κατάμεστο Ολυμπιακό Στάδιο της Πόλης του Μεξικού, το πλήθος γιουχάρισε τους Αμερικανούς αθλητές, ενώ, όταν επέστρεψαν στη πατρίδα τους, δέχτηκαν μέχρι και απειλές ότι θα τους δολοφονούσαν. Εννοείται ότι η αθλητική τους καριέρα τελείωσε απότομα.

«Δεν ήξερα τι έκανα», λέει σήμερα ο Κατίδης της ΑΕΚ, στη μακροσκελή απολογητική επιστολή του, που μόνο θλίψη προκαλεί. Όμως εκείνοι οι αθλητές του 1968 ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν και πλήρωσαν ακριβά το τίμημα της επιλογής τους.

O Κατίδης ,θα πληρώσει σε κάθε περίπτωση ακριβά το τίμημα της βλακείας, της φασίζουσας μαγκιάς και της άγνοιάς του. Το σίγουρο είναι ότι η μπόχα του φασισμού πνίγει την κοινωνία μας, τυλίγει και τα γήπεδα. Η είδηση ότι ποδοσφαιριστής της Εθνικής Ελλάδας χαιρέτισε ναζιστικά μπροστά σε όλο το γήπεδο επτά δεκαετίες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έκανε τον γύρο του κόσμου

 

Και αν αξίζει κάποιον να σιχαθούμε αυτός δεν είναι άλλος από την κυβέρνηση και τα μιντιακά παπαγαλάκια τους που εξακολουθούν να πιπιλίζουν την κατάπτυστη θεωρία των δύο άκρων…

 

 

Απάντηση