Εκλογές βίας και νοθείας

του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

Τι θα έπρεπε να έχει αντιτάξει στο σύνολό της η Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ) στο συνδυασμό τρομοκρατίας και ευρωφαντασίωσης των αντιπάλων της; Πρώτα απ΄ όλα θα έπρεπε να έχει καταστήσει σαφές στους πολίτες ότι η Ελλάδα μπορεί να αναγκαστεί σε λίγους μήνες να ζήσει εκτός ευρώ, εντελώς ανεξάρτητα από το ποιος θα φτιάξει κυβέρνηση, καθώς η ευρωζώνη μπορεί να καταρρεύσει εξαιτίας των άλυτων, εσωτερικών της αντιφάσεων. Αυτή τη στιγμή, στο Καθαρτήριο του μηχανισμού στήριξης και των μνημονίων βρίσκονται τρεις χώρες- Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία- ενώ αύριο θα βρίσκονται τουλάχιστον έξι, με την προσθήκη Κύπρου, Ισπανίας και Ιταλίας. Δηλαδή, 11 χώρες της ευρωζώνης θα πρέπει να «διασώσουν» τις άλλες έξι- και βλέπουμε. Κι εδώ δεν μιλάμε μόνο για τα μέχρι χθες μικρά μεγέθη, τύπου Ελλάδας. Ιταλία και Ισπανία, η τρίτη και η τέταρτη οικονομία της ευρωζώνης, έχουν αθροιστικά το ίδιο μέγεθος με την οικονομία της Γερμανίας.

 

Οι εκλογές της 29ης Οκτωβρίου του 1961 έμειναν στην νεώτερη ελληνική ιστορία ως οι κατ’ εξοχήν εκλογές βίας και νοθείας. Είχε προηγηθεί η κατάρρευση του Κέντρου και η εκτόξευση της ΕΔΑ στη δεύτερη θέση, στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση, που προκάλεσε πανικό στον αστικό πολιτικό κόσμο και στους ατλαντικούς επικυρίαρχους. Με επιτελικό κέντρο τα Ανάκτορα και εκτελεστικά όργανα το στρατό, τη χωροφυλακή και το παρακράτος, οργανώθηκε μια ανηλεής εκστρατεία τρομοκρατίας εναντίον της Αριστεράς σ’ όλη την Ελλάδα, που άφησε πίσω της κάμποσους νεκρούς. Τη μέρα των εκλογών, περισσότεροι από 400.000 άνθρωποι διπλοψήφισαν. Οι βιαστές της λαϊκής βούλησης δεν ενδιαφέρονταν καν να τηρήσουν τα προσχήματα- αίφνης, 218 χωροφύλακες που ψήφισαν σε μια περιοχή εμφανίζονταν να κατοικούν άπαντες στην ίδια μονοκατοικία. Μ’ αυτά και μ’αυτά, η ερυθρά απειλή αναχαιτίσθηκε και η ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήρθε πρώτο κόμμα, για να μπει η χώρα στην ταραγμένη περίοδο του Ανένδοτου Αγώνα, της Αποστασίας και των Ιουλιανών, που θα οδηγούσε τελικά στη χούντα των συνταγματαρχών.

 

 

 

Μισό αιώνα αργότερα, η Ελλάδα βαδίζει σε εκλογές μεταμοντέρνας βίας και νοθείας, πολύ διαφορετικής μορφής, αλλά όχι μικρότερης σημασίας. Με το υπηρετικό, πολιτικό προσωπικό τους στην Ελλάδα παντελώς απαξιωμένο, οι ξένοι επικυρίαρχοι ανέλαβαν οι ίδιοι, προσωπικά τον προεκλογικό αγώνα εναντίον της Αριστεράς. Κάθε βράδυ στα κεντρικά δελτία ειδήσεων των ελληνικών καναλιών- μπροστά στα οποία η «Ιζβέστια» της εποχής Μπρέζνιεφ ήταν υπόδειγμα πολυφωνίας- πρωταγωνιστούν όχι ο Σαμαράς, η Μπακογιάννη κι ο Βενιζέλος, αλλά η Μέρκελ, ο Ολάντ κι ο Ομπάμα. Δεν υπάρχει προηγούμενο, ούτε καν στα πέτρινα μετεμφυλιακά χρόνια, τέτοιας πανστρατιάς όλων των μεγάλων δυνάμεων και των ηγετών τους για να αποτραπεί η επικράτηση της Αριστεράς. Μεγαλοεργολάβοι, μεγαλοεκδότες και εφοπλιστές που ελέγχουν το κύκλωμα της «ενημέρωσης» μετατρέπονται χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ, σε παιδάκια για τα θελήματα του κ. Μιχελάκη, αναπαράγοντας όλα τα βίντεο μαύρης προπαγάνδας του κόμματος της Συγγρού περί Ιφικράτη Αμυρά, αντάρτικου πόλεων, 17 Νοέμβρη, κουκουλοφόρων και άλλων δαιμονίων.

 

 

 

Όσο για το βαρύ πυροβολικό αυτού του ψυχολογικού πολέμου, που θα διδάσκεται για δεκαετίες στις σχολές πολιτικών επιστημών, αυτό εντοπίζεται στις συστοιχίες της οικονομικής τρομοκρατίας. Η πρώτη, τροχιοδεικτική βολή ήρθε από τις Βρυξέλλες, με την περικοπή ενός δις ευρώ από τη δανειακή δόση, ώστε να προκληθεί χάος στα δημόσια ταμεία, να μείνουν χωρίς φάρμακα οι καρκινοπαθείς και να προειδοποιηθούν οι ιθαγενείς ότι «την επόμενη φορά, πρέπει να ψηφίσουν σωστά, αν δεν θέλουν να πεινάσουν». Ακολούθησαν ομοβροντίες ανακοινώσεων, δηλώσεων και χαλκευμένων ρεπορτάζ περί επικείμενης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ για να προκληθεί τραπεζιτικός πανικός σε αργή κίνηση, καθώς εφτά δις ευρώ έφυγαν από τις τράπεζες μόνο στο διάστημα των τεσσάρων εβδομάδων από τις εκλογές της 6ης Μαίου. Στην ατμόσφαιρα του χάους, της διάλυσης των πάντων και του φόβου ήρθαν να συμβάλουν τα ναζιστοειδή της Χρυσής Αυγής, «αδελφού κόμματος» της Νέας Δημοκρατίας κατά δήλωση του Μακεδονομάχου Ψωμιάδη.

 

Πολύ σύντομα θα γνωρίζουμε αν αυτό το επικοινωνιακό «Σοκ και Δέος» θα έχει, τελικά, τα επιθυμητά αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί μόνο πρόγευση για όσα θα ακολουθήσουν αυτό το καυτό καλοκαίρι, που δεν αποκλείεται να μας φέρει καινούργια «Ιουλιανά», μια σκληρή κοινωνική και πολιτική σύγκρουση, ενδεχομένως πολύ σφοδρότερη από εκείνη που έζησε η προηγούμενη γενιά. Ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα βγει πρώτο και θα σχηματίσει κυβέρνηση (κάτι προφανώς πολύ σημαντικό), οι εκλογές της Κυριακής θα αποτυπώσουν μια έντονη πολιτική πόλωση με βαθύ κοινωνικό περιεχόμενο, καθώς τα εργατικά- λαϊκά στρώματα θα πολωθούν γύρω από την Αριστερά, ενώ η μικρή και μεγάλη αστική τάξη θα συσπειρωθεί γύρω από την πιο αντικομμουνιστική, αυταρχική έως και φασιστική Δεξιά που γνώρισε ο τόπος μετά τη μεταπολίτευση. Η πόλωση αποκτά ακόμη πιο εκρηκτική δυναμική γιατί, σε αντίθεση με τη δεκαετία του ’60, το πολιτικό «Κέντρο» που θα μπορούσε να εκτονώσει το λαϊκό ριζοσπαστισμό βρίσκεται, για την ώρα τουλάχιστον, υπό κατάρρευση. Το κυριότερο, οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν έχουν τη δυνατότητα να καταπραύνουν τη λαϊκή οργή- η οποία θα χτυπήσει κόκκινο πολύ σύντομα μετά τις εκλογές, με τα σκοπίμως καθυστερημένα εκκαθαριστικά της Εφορίας- με κάποιες παροχές και ελαφρύνσεις. Αντίθετα, από την επομένη των εκλογών, αν τελικά αναδειχθεί κυβέρνηση με κορμό τη Νέα Δημοκρατία, θα επιβληθούν νέα σκληρότατα μέτρα, που θα φέρουν την Ελλάδα αντιμέτωπη με μια ανθρωπιστική κρίση διαστάσεων ανάλογων με εκείνη που έζησε η Ρωσία της εποχής Γέλτσιν.

 

Οι εκτιμήσεις αυτές ακούγονται ως παραφωνία μέσα στη συγχορδία όσων υποστηρίζουν ότι, μετά τη νίκη του Ολάντ στη Γαλλία και την κλιμάκωση της κρίσης σε Ισπανία και Ιταλία, η Μέρκελ είναι απομονωμένη, η Ευρώπη αλλάζει προς το καλύτερο και η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει ότι το μνημόνιο θα ακυρωθεί, αρκεί να είμαστε υπεύθυνοι και να μην τους προκαλούμε. Μια αυταπάτη την οποία διαδίδει ο Σαμαράς και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης που τον στηρίζουν, δυστυχώς όμως αναπαράγει με τον τρόπο του και ο ΣΥΡΙΖΑ, πασχίζοντας να εμφανιστεί ως η ήρεμη δύναμη, που εγγυάται και την ακύρωση του μνημονίου και την παραμονή στο ευρώ, για να μη φοβίσει τους ταλαντευόμενους ψηφοφόρους. Λησμονεί όμως ότι, φευ, τα ταλαντευόμενα μεσαία στρώματα σε εποχές οξύτατης πόλωσης πείθονται όχι από την «ηρεμία» και την «μετριοπάθεια», αλλά από τη δύναμη, οσμίζονται τη λιποψυχία και απομακρύνονται από τους ηγέτες που απλώς εκφράζουν τη δική τους ταλάντευση, αντί να την υπερβαίνουν με τόλμη και αποφασιστικότητα.

 

Τι θα έπρεπε να έχει αντιτάξει στο σύνολό της η Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ) στο συνδυασμό τρομοκρατίας και ευρωφαντασίωσης των αντιπάλων της; Πρώτα απ’ όλα θα έπρεπε να έχει καταστήσει σαφές στους πολίτες ότι η Ελλάδα μπορεί να αναγκαστεί σε λίγους μήνες να ζήσει εκτός ευρώ, εντελώς ανεξάρτητα από το ποιος θα φτιάξει κυβέρνηση, καθώς η ευρωζώνη μπορεί να καταρρεύσει εξαιτίας των άλυτων, εσωτερικών της αντιφάσεων. Αυτή τη στιγμή, στο Καθαρτήριο του μηχανισμού στήριξης και των μνημονίων βρίσκονται τρεις χώρες- Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία- ενώ αύριο θα βρίσκονται τουλάχιστον έξι, με την προσθήκη Κύπρου, Ισπανίας και Ιταλίας. Δηλαδή, 11 χώρες της ευρωζώνης θα πρέπει να «διασώσουν» τις άλλες έξι- και βλέπουμε. Κι εδώ δεν μιλάμε μόνο για τα μέχρι χθες μικρά μεγέθη, τύπου Ελλάδας. Ιταλία και Ισπανία, η τρίτη και η τέταρτη οικονομία της ευρωζώνης, έχουν αθροιστικά το ίδιο μέγεθος με την οικονομία της Γερμανίας. Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν το ήθελε η Μέρκελ, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είχε την οικονομική και την πολιτική δυνατότητα να τις διασώσει, επιβάλλοντας στον δικό της λαό ένα κύμα πρωτοφανούς λιτότητας. Επομένως ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε, αντί να δίνει μάταιες διαβεβαιώσεις περί της παραμονής μας στο ευρώ, που τον αιχμαλωτίζουν στη γωνία του ριγκ, να αξιοποιήσει την κρίση του ευρωπαϊκού Νότου για να πείσει τον κόσμο ότι πρέπει να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο να ζήσει εκτός ευρώ, ακόμη κι αν αυτή δεν είναι η πρώτη επιλογή του- κάτι που μόνο τις τελευταίες ημέρες αποσαφήνισε ο Αλέξης Τσίπρας, επιδεικνύοντας πολύ μεγαλύτερο πολιτικό θάρρος από τους περισσότερους συντρόφους και τους ευκαιριακούς συμμάχους του.

 

Έπειτα, ακόμη κι αν η Γερμανία, για τα δικά της συμφέροντα, αποφασίσει να σώσει, επί του παρόντος, την ευρωζώνη, το τίμημα θα είναι πολύ βαρύτερο από την έξοδο από το ευρώ. Το περίφημο γερμανικό σχέδιο περί τραπεζικής, δημοσιονομικής και πολιτικής ένωσης, που οι αστικές δυνάμεις προβάλλουν ως λυτρωτικό όραμα, στο δρόμο για τις «Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», ακόμη κι αν γίνει αποδεκτό από τη Γαλλία και τις άλλες πυρηνικές χώρες (πράγμα πολύ αμφίβολο) θα αποδειχθεί εφιάλτης: Θα πρόκειται, εν ολίγοις, για τη μετατροπή της Ευρώπης σε Γερμανική Αυτοκρατορία, όπως πολύ ρεαλιστικά εκτίμησε ο Τζορτζ Σόρος. Με το γερμανικό σχέδιο, οι ελληνικές και ισπανικές τράπεζες θα γίνουν «ευρωπαϊκές», δηλαδή γερμανικές, καθώς οι μάνατζερ της Φραγκφούρτης θα αποφασίζουν ποιες θα συγχωνευτούν, ποιες θα κλείσουν, πόσους θα απολύσουν και σε ποιους θα δίνουν δάνεια. Παράλληλα, το ελληνικό και το ισπανικό κράτος θα χάσουν ακόμη και τον έλεγχο του προϋπολογισμού τους, ο οποίος θα πρέπει να εγκρίνεται από το ευρωπαϊκό «υπουργείο Οικονομικών». Με άλλα λόγια, η Ελλάδα του Σαμαρά και της Μπακογιάννη στην αυριανή Ευρώπη θα έχει το βάρος και την κυριαρχία που έχει η Ονδούρα και άλλες Μπανανίες στον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών ή το κατεχόμενο Πόρτο Ρίκο στις Ηνωμένες Πολιτείες.

 

Όσο για τα περιθώρια «ηπιότερης» οικονομικής πολιτικής, η Άγκελα Μέρκελ ήταν απολύτως σαφής στον κυνισμό της όταν δήλωνε τις προάλλες ότι η Ελλάδα, όποια κυβέρνηση και να βγει, πρέπει να τηρήσει απαρέγκλιτα το μνημόνιο, ανεξάρτητα αν είναι αποτελεσματικό ή όχι, μόνο και μόνο για να αποτελέσει δακτυλοδεικτούμενο παράδειγμα προς σωφρονισμό των λοιπών Ευρωπαίων. Με αυτά τα δεδομένα, η σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση σε περίπτωση σχηματισμού αριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα είναι προδιαγεγραμμένη- όχι γιατί το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ αριστερό, αλλά γιατί η ιστορική κρίση του καπιταλισμού και της ευρωζώνης σπρώχνει τις κυρίαρχες δυνάμεις πολύ δεξιά. Αλλά και στην πιθανή περίπτωση νίκης της Νέας Δημοκρατίας, ένα ανυπόληπτο πολιτικό προσωπικό, απολύτως δουλικό απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα αναγκαστεί από την επόμενη μέρα να καταπιεί ακόμη και τα δειλά του ψελίσματα περί επαναδιαπραγμάτευσης, για να τεθεί σε τροχιά βίαιης σύγκρουσης με τα λαϊκά στρώματα. Απομένει να δούμε αν, σ’αυτή την περίπτωση, η Αριστερά στο σύνολό της βγάλει τα αναγκαία συμπεράσματα, υπερβεί αυταπάτες και διασπάσεις, ώστε να σχηματίσει το αναγκαίο λαϊκό, δημοκρατικό μέτωπο, από τις γειτονιές μέχρι το κεντρικό πολιτικό επίπεδο, που θα της επιτρέψει να νικήσει στον επόμενο γύρο, που δεν θα αργήσει. Εάν τα καταφέρει, θα μετατρέψει μια πρόσκαιρη εκλογική αποτυχία σε στρατηγική νίκη για την Ελλάδα και το λαό της. Αν όχι, θα προδώσει τις ελπίδες αυτού του λαού σε χρονικό ορίζοντα μιας ολόκληρης γενιάς.

 

Δημοσιεύτηκε στο http://www.thepressproject.gr

Απάντηση