Casa di Papei: Μια σειρά με άρωμα Αγανακτισμένων
Η ισπανική σειρά «Η τέλεια ληστεία» (Casa di Papei) είναι η τηλεοπτική έκπληξη των τελευταίων χρόνων, καθώς έχει αποσπάσει και πολύ υψηλά ποσοστά τηλεθέασης διεθνώς, αλλά και πολύ θετικές κριτικές και βραβεία. Μέχρι στιγμής έχουν προβληθεί τρεις κύκλοι της σειράς, την οποία έχει αγοράσει η πλατφόρμα Νetflix.
Βίκυ Παπαδοπούλου
Τσιτάτο: Εδώ ο λαός εκφράζει, έστω «δι’ αντιπροσώπων», τη δυσπιστία και την απέχθειά του για τους νόμιμους «ληστές», δηλ. το τραπεζικό και κρατικό σύμπλεγμα.
Το θέμα της σειράς είναι διαχρονικό, όπως διαχρονικό είναι το παιχνίδι «κλέφτες και αστυνόμοι» που παίζανε πολλές γενιές. Η ιδιαιτερότητα του Casa di Papei έγκειται στο ότι παίρνει θέση υπέρ των ληστών καλώντας το θεατή να ταυτιστεί μαζί τους. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά, αποφεύγοντας τα spoilers. Στους πρώτους δύο κύκλους επεισοδίων οκτώ απατεώνες περιωπής, που δεν έχουν τίποτα να χάσουν και τους οποίους έχει στρατολογήσει ένας μυστηριώδης «Καθηγητής», εισβάλλουν στο Βασιλικό Νομισματοκοπείο της Μαδρίτης και κρατούν ομήρους τους υπαλλήλους του και μια ομάδα μαθητών και μαθητριών που, όχι και τόσο συμπτωματικά, επισκέπτονται εκείνη τη μέρα το κτίριο. Σκοπός τους δεν είναι να κλέψουν έτοιμα χαρτονομίσματα, αλλά να τυπώσουν τα δικά τους, που δεν θα ξεχωρίζουν από τα γνήσια αφού θα είναι γνήσια. Η κατάληψη και η εκτύπωση θα διαρκέσουν αρκετές ημέρες, μέχρι να συμπληρωθεί το επιθυμητό ποσό των δύο δισεκατομμυρίων ευρώ.
Στις μέρες των «Αγανακτισμένων» πολλοί διαδηλωτές φορούσαν τη χαρακτηριστική μάσκα του Γκάι Φοκς, που το 1605 είχε σχεδιάσει τη λεγόμενη «Συνωμοσία της Πυρίτιδας» σε σκοπό την ανατίναξη του Κοινοβουλίου ως συμβόλου της τυραννίας. Τώρα οι «οκτώ», εκτός του Νομισματοκοπείου, φορούν μάσκες με το χαρακτηριστικό τσιγκελωτό μουστάκι του Σαλβαδόρ Νταλί – και το ίδιο κάνουν πολλοί ενθουσιώδεις οπαδοί τους που διαδηλώνουν υπέρ τους.
Δύο κόσμοι συγκρούονται: από τη μια η «ανομία», από την άλλη ο νόμος και η τάξη, δηλαδή η αστυνομία, το κράτος και οι μυστικές υπηρεσίες. Και το λεγόμενο «ηθικό πλεονέκτημα» ασφαλώς το έχει η πλευρά των ληστών. Χιλιάδες Μαδριλένοι συγκεντρώνονται έξω από το Νομισματοκοπείο εκδηλώνοντας την αλληλεγγύη τους με τους ληστές που τα βάζουν με το σύστημα. Αυτό που κάνουν οι «8» δεν είναι ληστεία, αλλά «αντίσταση», τονίζει διαρκώς ο αρχικός επιχειρησιακός αρχηγός, ο «Βερολίνο». Ο κυνισμός, η υποκρισία, το ψέμα, η συκοφαντία, η αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή είναι τα χαρακτηριστικά του «πρώτου κόσμου», ενώ στον κόσμο των ληστών συναντάμε την αλληλεγγύη, την ανθρωπιά, τη συντροφικότητα.
Η σειρά δίνει ιδιαίτερο βάρος στο χτίσιμο των χαρακτήρων των «καταληψιών», που δεν είναι μονοδιάστατοι αλλά μας επιφυλάσσουν εκπλήξεις. Παράλληλα, σαφής είναι η φεμινιστική ματιά της σειράς αφού τρεις γυναικείοι χαρακτήρες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής.
Στη σειρά δεν υπάρχουν άμεσες αναφορές στο κίνημα των Αγανακτισμένων, όμως ο απόηχός του είναι σαφής: ο λαός εκφράζει, έστω «δι’ αντιπροσώπων», τη δυσπιστία και την απέχθειά του για το τραπεζικό και κρατικό σύμπλεγμα, που ευνοεί τους λίγους και εξαθλιώνει τους πολλούς. Οι τράπεζες και οι μηχανισμοί που τις στηρίζουν είναι ο «εχθρός».
Είναι αυτονόητο ότι η σειρά δεν θα είχε τόσο μεγάλη διεθνή απήχηση αν δεν ήταν εξαιρετικά καλογυρισμένη, με έξυπνους διαλόγους, ανατροπές, εντυπωσιακές ερμηνείες, γρήγορο ρυθμό κ.λπ. Ναι μεν οι «ληστείες», ως κινηματογραφικό και λογοτεχνικό υπο-είδος, έχουν πλούσια ιστορία πίσω τους (ας θυμηθούμε το «Ριφιφί» ή τη «Μεγάλη ληστεία του τρένου»), όμως αυτή η ισπανική εκδοχή τους καταφέρνει και ανανεώνει το είδος. Και τελικά, η «Τέλεια ληστεία» δεν είναι μόνο δείγμα του ταλέντου, του επαγγελματισμού και της φαντασίας των Ισπανών δημιουργών της, αλλά υπονοεί και κάποια πράγματα για τα αδιέξοδα της δικής μας εποχής, για τις σύγχρονες μορφές ολοκληρωτισμού και τυραννίας.
Αν κάποιος επιχειρούσε να κάνει σκληρή «αριστερή» κριτική στη σειρά, ίσως να επισήμαινε ότι ο λαός παραμένει παρατηρητής, ότι περιμένει δικαίωση από κάποιους «υπερήρωες» που χτυπούν το σύστημα για λογαριασμό του.Στον τρίτο (και κάπως πιο αμήχανο) κύκλο επεισοδίων που προβλήθηκε το καλοκαίρι, ο «προφεσόρ» ζητάει και αξιοποιεί την παρουσία και τη συμπαράσταση των πολιτών για την πραγματοποίηση ληστείας και απόδρασης.
Όμως μιλάμε για μια ψυχαγωγική σειρά και όχι για το μανιφέστο ενός επαναστατικού κόμματος. Οι συντελεστές της σειράς έχουν συλλάβει το γενικό πολιτικό κλίμα, όμως ταυτόχρονα πρέπει να δημιουργήσουν ένα εμπορικά πετυχημένο προϊόν και όχι να αφυπνίσουν τους λαούς.
Ας σημειωθεί, ότι το λαϊτ μοτίβ της σειράς είναι το γνωστό τραγούδι της ιταλικής Αντίστασης, το «Μπέλα Τσιάο», το οποίο, χάρη στο Casa di Papei, έγινε παγκόσμιο σουξέ.