Η μετάφραση του success story σε μια συνοικία

Την περασμένη Πέμπτη συνέβη στη γειτονιά μου κάτι που είχε να συμβεί εδώ και 25 χρόνια. Ένδειξη κι αυτό το συμβάν ποια είναι τα χαρακτηριστικά της «νέας Ελλάδας» του Αντώνη Σαμαρά και της κυβέρνησής του. Κάθε Πέμπτη στην περιοχή έχει λαϊκή αγορά. Μια σχετικά νέα γυναίκα ζήτησε από το σύζυγό της να πάνε μαζί στην αγορά προκειμένου να επιστρέψουν με το αυτοκίνητο και όσα ψώνια θα έκαναν. Εκείνος προφασίστηκε μια δικαιολογία και δεν πήγε. Εκείνη δεν έδωσε μεγάλη σημασία και πήρε το καλάθι της και το δρόμο για τη λαϊκή. Όταν επέστρεψε μετά από λίγη ώρα, αυτό που αντίκρισε ήταν τρομακτικό. Τραγικό με όλη τη σημασία των λέξεων. Σε ένα δέντρο του παρακείμενου οικοπέδου, ο σύζυγός της κρεμόταν απαγχονισμένος. Ζεστός ακόμα, αλλά άψυχος.

Του Μάκη Γεωργιάδη

Όπως σε κάθε ανάλογη περίπτωση, μαζεύτηκε η γειτονιά από το σούσουρο και την αναστάτωση. Και όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, τα λόγια είναι φτωχά για να περιγράψουν κυρίως τη θλίψη, την απόγνωση και τη δυστυχία αυτών που έμειναν πίσω. Μια γυναίκα και δύο ανήλικα παιδιά. Αυτοί σίγουρα, γιατί δε ρώτησα και για αδέρφια, γονείς και λοιπούς συγγενείς. Άλλωστε, το περιστατικό το πληροφορήθηκα από έναν παλιό συμμαθητή, γείτονα του εκλιπόντος και το μοναδικό που αναζήτησα προς επιβεβαίωση ήταν οι λόγοι της αυτοχειρίας. Οικονομικοί. Χρέη.

Ήταν η φυσιολογική απάντηση. Ο άνθρωπος μπορεί να ήταν επίσης άνεργος για καιρό. Καταγόταν από την Αλβανία, αλλά στην Ελλάδα ζούσε χρόνια και στην περιοχή αυτή δεν είχε πολύ καιρό που έμενε. Αλλά το ενοίκιο ήταν φτηνό, καθώς το σπίτι ήταν παλιό ελάχιστες βαθμίδες πάνω από την κατηγορία της τρώγλης, εκτός σχεδίου πόλης και χωρίς να διαθέτει βασικές υποδομές, όπως η αποχέτευση. Ακόμη κι ο άνθρωπος που συζητήσαμε για το περιστατικό και μου είπε έστω αυτά τα λίγα είναι κι αυτός χαρακτηριστικό παράδειγμα και μέρος μιας «ιστορίας επιτυχίας» που συντελείται αδιάκοπα τα τελευταία χρόνια. Εργαζόμενος σε πολυεθνική αλυσίδα καφεστιατορίων, είναι απλήρωτος εδώ και τέσσερις μήνες. Ανειδίκευτος εργάτης για τις πιο σκληρές δουλειές με τη βία ο μισθός να ξεπερνάει τα 650 ευρώ τα οποία δεν του καταβάλλονται πια ούτε με σχετικά «λογική» καθυστέρηση. Η εταιρεία ωστόσο επεκτείνεται ανοίγοντας νέα καταστήματα.

Και ο άνθρωπός μας, όπως χιλιάδες άλλοι, πάνω από 40 ετών πλέον, είναι αναγκασμένος να επιβιώνει με τη σύνταξη χηρείας της μητέρας του και να δουλεύει με όρους δουλοπάροικου καθώς ως γνωστόν, στη «νέα Ελλάδα» οι δουλειές πλέον υπάρχουν μόνο στα παραμύθια που αφηγείται ο Α. Σαμαράς σε κομματικά ακροατήρια, όπου ακόμη και οι νυσταγμένοι ΔΑΠίτες έχουν σίγουρα περισσότερες αμφιβολίες για την αξιοπιστία τους από όσες έχουν οι Βανιζέλος και Κουβέλης που είχαν μοιράσει και τους διορισμούς στο δημόσιο με αναλογίες 4-2-1 , τουλάχιστον μέχρι την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ.

Ξέρω. Για τους φωστήρες της κυβέρνησης όλα αυτά είναι απλώς λαϊκισμός. Άλλωστε, η «ιστορία της επιτυχίας» δεν μπορεί ποτέ να τους χωρέσει όλους. Έχει και θύματα, ή μάλλον παράπλευρες απώλειες σε κάποια κατάστιχα αριθμών και λογιστικών πράξεων. Όπως λαϊκισμός είναι ότι στην ίδια συνοικία που προανέφερα, 30-40 σπίτια δεν έχουν πλέον ηλεκτρικό ρεύμα είτε επειδή το διέκοψαν «οικειοθελώς», είτε επειδή το διέκοψε η ΔΕΗ. Λαϊκισμός και το γεγονός ότι άνθρωποι που κάποτε είχαν δικές τους δουλειές ή μαγαζιά για να διατηρήσουν μια ελάχιστη αξιοπρέπεια, δουλεύουν πια με τρία ευρώ την ώρα σε συνεργεία καθαρισμού χωρίς ασφάλιση, χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα και όχι για πάνω από δύο ή τρεις ώρες τη μέρα.

Κάπως έτσι μεταφράζεται η «ιστορία της επιτυχίας» με όρους καθημερινότητας, σε μια συνοικία που δεν απέχει παρά μόλις δέκα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Δεν ξέρω ποιος μπορεί να εξηγήσει κανείς -από κυβερνητικούς παράγοντες μέχρι πληρωμένους κονδυλοφόρους και τηλεπερσόνες- στους νέους ρακοσυλλέκτες και σε όσους πλέον ψάχνουν για αποφάγια στους κάδους απορριμμάτων, τι είδους ανάπτυξη είναι αυτή. Ποιος μπορεί να εξηγήσει γιατί είναι προς όφελος της «νέας Ελλάδας» τα παιδιά πλέον να είναι αναγκασμένα να παρατήσουν το σχολείο, γυρνώντας στην εποχή των παππούδων τους και γιατί οι ιστορίες επιτυχίας έχουν ανάγκη από σχολεία γεμάτα με υποσιτιζόμενα και πεινασμένα παιδιά, όπου οι δάσκαλοι τους βρίσκονται πια σε κατάσταση απελπισίας ανήμποροι να τα βοηθήσουν.

Αυτό που η κυβερνητική μαφία όμως ονομάζει «λαϊκισμό», «κόλλημα με το χτες» ή ενίοτε και «αριστερίστικη προπαγάνδα» δεν είναι τίποτα άλλο από το παρόν και το μέλλον που επιφυλάσσει στην κοινωνία και κυρίως στα πιο φτωχά εργατικά και λαϊκά στρώματα. Είναι ο κόσμος με τον οποίο ούτε έρχεται ούτε θέλει να έρθει σε επαφή, γιατί τον μισεί και τον εχθρεύεται θανάσιμα. Έχει έρθει όμως ο καιρός όπου πλέον τα αισθήματα έχουν γίνει αμοιβαία.

Μόνο που η εξέλιξη αυτή τροφοδοτεί μια τυφλή οργή. Σε μια περιοχή όπως πολλές ακόμη σε όλα τα αστικά κέντρα της χώρας, που βουλιάζουν καθημερινά στο περιθώριο και την κοινωνική αποσύνθεση, ο δρόμος ανοίγει διάπλατα για τις τοπικές μαφίες κάθε είδους οι οποίες με γοργούς ρυθμούς υποκαθιστούν όλο και περισσότερο στα μάτια κυρίως των νέων απόκληρων αυτού του κόσμου το θνήσκον κράτος πρόνοιας. Παρόμοιες καταστάσεις με τη δομή και την οργάνωση του υποκόσμου στη Λατινική Αμερική ή στις ΗΠΑ την περίοδο του μεσοπολέμου. Η αναδιανομή του πλούτου και τα στοιχειώδη της διαβίωσης για εκατοντάδες οικογένειες, είναι πλέον δουλειές για την κανονική μαφία. Σε χώρο που τους αφήνει άφθονο η μαφία των «λευκών κολάρων». Γελιέται όποιος πιστεύει ότι αυτή η δουλειά είναι αποκλειστικότητα των αλλοδαπών. Άνθρωποι της νύχτας και του υποκόσμου ιδρύουν «εκπολιτιστικούς συλλόγους». Διοργανώνουν γιορτές, λαϊκά γλέντια και συσσίτια αλληλεγγύης. Πάντα με την ίδια ευκολία που μερικά οικοδομικά τετράγωνα πιο πάνω ή πιο κάτω πλασάρουν φτηνή πρέζα και εκπορνεύουν απελπισμένους νέους και νέες. Αυτούς που παρατάνε το σχολείο αλλά από την άλλη δεν έχουν και καμία διέξοδο πια στην αγορά εργασίας.

Μπορεί να φαντάζει απίστευτα σκληρό, σχεδόν κινηματογραφικό σενάριο. Είναι όμως η ωμή αλήθεια της κοινωνίας που καταβροχθίζει τις σάρκες της χωρίς αναστολές. Μακριά και έξω από τη δική μας αντίληψη, την αντίληψη της Αριστεράς η οποία σε όλες τις εκδοχές της αδυνατεί όπως φαίνεται και να πράξει και να δώσει πειστικές απαντήσεις για ένα μέλλον που μοιάζει προδιαγεγραμμένο. Και ξεγραμμένο. Όταν το σύστημα επιτυγχάνει να οδηγήσει χιλιάδες νέους, αλλά και τις οικογένειές τους, στην παραίτηση από τη ζωή, το παιχνίδι μοιάζει ήδη χαμένο. Το βλέπεις καθημερινά σε όσους μεταναστεύουν για να γλιτώσουν και να επιβιώσουν όπως όπως, το βλέπεις καθημερινά και στις «καραβιές» των παιδιών που καταφτάνουν με τα αστικά λεωφορεία από κάθε γειτονιά της Αθήνας για να προμηθευτούν φτηνά τη δόση τους και πολλοί από αυτούς να «σπρώξουν» εμπόρευμα στην αγορά προκειμένου να εξασφαλίσου το δικό τους ατομικό διαβατήριο προς την εξαθλίωση και τελικά το θάνατο.

Έτσι μεταφράζονται τα κεφάλαια του success story στη γλώσσα και την καθημερινότητα κάποιων άλλων. Όπως μπορεί να μεταφραζόταν μια ιστορία επιτυχίας πριν από 25 χρόνια μέσα στη φρενίτιδα των πανελλαδικών εξετάσεων. Όταν σταδιακά επικρατούσε η αντίληψη πως ο πετυχημένος είναι αυτός που περνάει στο Πανεπιστήμιο. Το δόγμα που τότε είχε οδηγήσει στην αυτοκτονία μια 18χρονη μαθήτρια από την ίδια συνοικία, επειδή δεν πέτυχε στις πανελλαδικές. Πήδηξε τότε από τη γέφυρα στις γραμμές του τρένου, αφού αδυνατούσε να αντιμετωπίσει τη μήνι του συνταξιούχου χωροφύλακα πατέρα της. Έτσι καταφέρανε να μετατρέψουν τα σχολεία σε εξεταστικά γκέτο. Και οι πετυχημένοι εκείνης της εποχής σήμερα να απειλούνται με απόλυση από σχολεία, νοσοκομεία ή άλλες υπηρεσίες. Θύματα μιας «νέας Ελλάδας» που χτιζόταν τότε και που εξακολουθεί, με τα ίδια και απαράλλαχτα υλικά, να χτίζεται και σήμερα.

Μην τα λαμβάνεις όμως υπόψη σου όλα αυτά. Ψιλά γράμματα για όσους πλασάρουν τις «ιστορίες επιτυχίας». Δεν θα τα βρεις ούτε στις ειδήσεις των οκτώ, ούτε σε πρωτοσέλιδα που διαλαλούν τις επενδύσεις στον ΤΑΡ και την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ. Μόνο αν ανοίξεις μόνος σου τα μάτια και κάνεις μια βόλτα λίγο παραέξω από τον κάθε προσωπικό μικρόκοσμο, ίσως δεις τις πραγματικές διαστάσεις της μελλούμενης καταστροφής για την οποία οι κυβερνώντες δεν αδιαφορούν, όπως πολλοί νομίζουν. Είναι επιλογή τους και την προωθούν. Και το δικό μας χρέος είναι να αντιδράσουμε και να ανατρέψουμε επιτέλους ρε γαμώτο…

Απάντηση