Αντιπολίτευση από τα Αριστερά

Τα ερωτήματα είναι συγκεκριμένα. Θα υπάρξει σύγκρουση με τους δανειστές της χώρας ή θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε κανονικά τα ομόλογα – ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχουμε νοσοκομεία; Θα παρθούν πίσω όλοι οι μνημονιακοί νόμοι και οι φωτογραφικές τροπολογίες ή θα τρομάξουμε αν μας απειλήσουν ότι θα μας διώξουν από το ευρώ;

του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου*

Οι εκλογές που έρχονται είναι κρίσιμες. Κοινή διαπίστωση όλων. Τόσο κοινή, που γίνεται κοινότοπη. Επικίνδυνες για την πορεία της χώρας, λένε οι μεν, ιστορικές για την Αριστερά, οι δε. Την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ δεν την αμφισβητούν πια ούτε οι ναυαρχίδες της (παρα)πληροφόρησης. Κι όμως, η περιρρέουσα συζήτηση για την «κρισιμότητα των εκλογών» δυστυχώς είναι έτσι στημένη ώστε συσκοτίζει τα πιο βασικά ζητήματα – αυτά της επόμενης μέρας.

Το εκλογικό διπολο έχει ήδη στηθεί γύρω από το δόγμα «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας». Όποιος τολμά να δείξει τις αντιφάσεις και τις διγλωσσίες του ΣΥΡΙΖΑ κατηγορείται περίπου ότι… θέλει να διατηρήσει στην κυβέρνηση τον Σαμαρά! Όποιος επισημαίνει τις διολισθήσεις από το ίδιο το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ή θυμίζει αξιακά ζητήματα της Αριστεράς εισπράττει την απάντηση «τώρα δεν είναι ώρα γι’ αυτά, ο λαός πεινάει».
Αλλά η Αριστερά του 2014 δεν είναι η Αριστερά του 2012. Τα ερωτήματα δεν είναι γενικά, είναι συγκεκριμένα. Δεν είναι αόριστα, έχουν ονόματα και διευθύνσεις. Θα υπάρξει σύγκρουση με τους δανειστές της χώρας ή θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε κανονικά τα ομόλογα – ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχουμε νοσοκομεία; Θα παρθούν πίσω όλοι οι μνημονιακοί νόμοι και οι φωτογραφικές τροπολογίες ή θα τρομάξουμε αν μας απειλήσουν ότι θα μας διώξουν από το ευρώ; Θα πάρουμε πίσω τον ΟΠΑΠ, τον ΟΛΠ, τα αεροδρόμια, τον Αστέρα και το Ελληνικό ή θα χορέψουμε το χορό του Μελισσανίδη, του Λάτση, του Κοπελούζου, του Μυτιληναίου και του Βαρδινογιάννη; Θα συγκρουστούμε με τους ολιγάρχες του πλούτου ή θα τους επιτρέψουμε να συνεχίσουν να πλουτίζουν την ώρα που υπάρχουν οικογένειες χωρίς ρεύμα; Θα συνεχίσουμε να ταΐζουμε τις τράπεζες μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και να ανεχόμαστε να επιστρέφουν μετά «εξυγιανθείσες» στους αρχικούς ιδιοκτήτες τους με ένα ευρώ ανά μετοχή; Θα φορολογηθούν οι μεγαλοκαρχαρίες και οι υπεράκτιες, για να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ και τα χαράτσια σε όποιους έχουν την ατυχία να δουλεύουν με μπλοκάκι; Θα ανοίξουν οι υποθέσεις της λίστας Λαγκάρντ, των υποβρυχίων, των διαγωνισμών του Δημοσίου και τόσες άλλες ή θα συνεχίσουν να κάνουν κουμάντο οι ίδιοι διεφθαρμένοι πολιτικοί, δημοσιογράφοι, υπάλληλοι της κρατικής μηχανής;

Με αυτά τα συγκεκριμένα ερωτήματα ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αναμετρηθεί. Το πάμε και πιο πέρα: ο ΣΥΡΙΖΑ του 2012 δεν είναι ίδιος με τον ΣΥΡΙΖΑ του 2014. Δεν είναι ίδια τα ψηφοδέλτια με τη Θ. Τζάκρη, τον Οδ. Βουδούρη και τον Λιβάνη, οι συναντήσεις με τη Γιάννα Αγγελοπούλου, η διγλωσσία και η συνειδητή αφέλεια της «πραγματικής διαπραγμάτευσης» με τους τοκογλύφους δανειστές της χώρας.

Οι δηλώσεις ότι θα πληρωθεί ούτως ή άλλως το ομόλογο του Μαρτίου, το άδειασμα του δημάρχου Φιλαδέλφειας από τον ίδιο τον Τσίπρα για τα μάτια του… Μελισσανίδη, η διαβεβαίωση ότι δεν θα αλλάξει τίποτα στις σχέσεις μας με το ΝΑΤΟ των πολέμων και των προσφύγων είναι μερικά μόνο στιγμιότυπα απ’ όσα εκτυλίσσονται, είτε στο φως είτε στο σκοτάδι. Και μπορεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να «ψιθυρίζει» στα μέλη της ότι όλα αυτά γίνονται για να μη φοβηθεί το πλατύ εκλογικό σώμα, όμως είναι πολλά τα σημάδια ότι δεν πρόκειται για επικοινωνιακή στρατηγική αλλά για πραγματική αλλαγή στις θέσεις που πρεσβεύουν. Πρώτα εκφέρονται ως «επικοινωνιακά τεχνάσματα», και σταδιακά εμφανίζονται ως κατοχυρωμένες θέσεις, σε μια παρωδία εσωτερικής δημοκρατίας, παρόμοιας με το πρόσφατο διήμερο συνέδριο που ολοκληρώθηκε σε… ένα απόγευμα.

Στην επόμενη μέρα λοιπόν. Ίσως περισσότερο κι από το τελικό ποσοστό που θα πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτές τις εκλογές, σημασία έχει ποιος θα βρεθεί την επόμενη μέρα στη θέση της αντιπολίτευσης προς την όποια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ή με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως φαίνεται να διαμορφώνεται σήμερα το πολιτικό σκηνικό, υπάρχει ο κίνδυνος η αντιπολίτευση που θα βρίσκεται στη Βουλή να προέρχεται μόνο από εκείνα τα κόμματα που ελέγχονται από τους ολιγάρχες και τους μιντιάρχες εργολάβους – από την Ακροδεξιά, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Από αυτούς που θα κάνουν ό,τι μπορούν για να παραμείνει το μνημονιακό οικοδόμημα ως έχει και να μη χάσουν ούτε πόντο οι ολιγάρχες του πλούτου.

Παρότι το στριμωξίδι είναι μεγάλο στο χώρο αυτών που –εδώ και δύο χρόνια τουλάχιστον– πασχίζουν δήθεν να ανασυγκροτήσουν την «Κεντροαριστερά», στην πραγματικότητα δεν υπάρχει σήμερα κεντρώο κόμμα. Όλα τους είναι δεξιά. Είτε κόμματα που συμμετείχαν στις μνημονιακές κυβερνήσεις, όπως η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ και το ΚΙΔΗΣΟ, είτε κόμματα-υπηρέτες επιχειρηματικών συμφερόντων. Όσο κι αν θέλουν να παρουσιαστεί σαν κάτι «νέο», το Ποτάμι του Στ. Θεοδωράκη δεν μπορεί να κρύψει ότι η έλλειψη ιδεολογικής ταυτότητας κολλάει γάντι με την ύπαρξη συγκεκριμένων εκδοτικών συμφερόντων που το προώθησαν και το προωθούν ως κόμμα-καταλύτη: για να μπορεί να παίξει το ρόλο «μπαλαντέρ» σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, προασπίζοντας τα συμφέροντα όσων το δημιούργησαν και το στηρίζουν. Από την άλλη, είναι αστείο να εμφανίζεται ο… μετανοημένος Γ. Παπανδρέου ως αντιπολίτευση στα Μνημόνια που αυτός έφερε στη χώρα ή ο Π. Καμμένος ως «εξεγερμένος», όταν είναι γνωστές οι σχέσεις του με όλα τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα της χώρας.

Όσοι από τους παραπάνω σχηματισμούς μπουν στη Βουλή, θα αντιπολιτεύονται τον ΣΥΡΙΖΑ από μία και μόνο σκοπιά: διεκδικώντας να διατηρηθεί αλώβητο όλο το μνημονιακό οπλοστάσιο των φαστ-τρακ νόμων, των ιδιωτικοποιήσεων, της διάλυσης των εργασιακών σχέσεων. Στο πλευρό τους θα έχουν τους δανειστές της χώρας αλλά και τα πάντα πρόθυμα ΜΜΕ (που άλλωστε θα πιέζουν μέχρι να σιγουρευτούν οι ιδιοκτήτες τους ότι θα παραμείνουν στο απυρόβλητο για τα υπέρογκα δάνεια, τις χαρισμένες συχνότητες και τη φοροαποφυγή). Στο πλευρό τους θα έχουν και την Ακροδεξιά, με όλα της τα πλοκάμια στην αστυνομία και τους άλλους μηχανισμούς του κράτους. Και θα τη χρησιμοποιήσουν όσο μπορούν – ο χρυσαυγίτικος συνδικαλισμός στο Πέραμα είναι μόνο ένα παράδειγμα.

xaralampo

Ζήτημα όλων μας τι τελικά θα γίνει

Θα μπορούσε το ΚΚΕ να αποτελεί την απάντηση στην αριστερή αντιπολίτευση που είναι αναγκαία; Λογικό ερώτημα, μόνο που η απάντηση δεν μπορεί να είναι θετική. Κατ’ αρχάς γιατί το ΚΚΕ είναι τόσο περιχαρακωμένο ώστε καταντάει αυτοαναφορικό. Ο λόγος του είναι «αποκαλυπτικός», όμως δεν συνομιλεί με τις αγωνίες του κόσμου που δεν «ελέγχει». Επιπλέον όμως μια σειρά ενέργειές του, με κορυφαία την εν κρυπτώ πώληση του 902, αποδεικνύουν όχι μόνο ότι δεν ενδιαφέρεται για το τι σκέφτεται και επιθυμεί ο κόσμος της Αριστεράς, αλλά και ότι κάθε άλλο παρά μπορεί να ισχυρίζεται πως είναι αντισυστημικό κόμμα…

Δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς αντιπολίτευση. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε τροχιά προσαρμογής, το ΚΚΕ απονευρωμένο και εσωστρεφές και τα κόμματα δεξιότερα του ΣΥΡΙΖΑ απλά παραμάγαζα επιχειρηματιών και μιντιαρχών, είναι ζωτικό να υπάρξει μια αντιπολίτευση από τα αριστερά – μια πραγματικά καθαρή φωνή που να ξέρει τι θα πει σύγκρουση και να μη φοβάται. Κι αυτή είναι η φωνή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που σε αυτές τις εκλογές κατεβαίνει σε συνεργασία με τη Μετωπική Αριστερή Συμπόρευση. Μια αντιπολίτευση που πρέπει να υπάρχει και μέσα στη Βουλή – όπως υπάρχει και έξω, στα κινήματα, στο δρόμο, στην κοινωνία.

Όντως αυτές οι εκλογές είναι κρίσιμες, γιατί είναι κρίσιμο τι θα γίνει την επόμενη μέρα. Αν η «ιστορική ευκαιρία» –που έγραψε και Το Βήμα– θα είναι ένα βήμα όντως προς τα αριστερά ή μια «αριστερή παρένθεση» που θα πείσει τον κόσμο ότι «και οι αριστεροί ίδιοι είναι», ανοίγοντας το δρόμο για μια ανασυγκρότηση του πολιτικού σκηνικού επί το… ακροδεξιότερον. Δεν επέλεξα όμως τυχαία στην αρχή αυτού του κειμένου το πρώτο πληθυντικό. Γιατί το τι θα γίνει είναι ζήτημα όλων μας. Τι τελικά θα γίνει, ποιο από τα σενάρια ή τα ιστορικά ενδεχόμενα θα επικρατήσει, είναι και στο χέρι μας. Κι έρχεται η ώρα που ο καθένας πρέπει να πάρει θέση. Η δική μου θέση είναι στο πλάι αυτής της Αριστεράς που περιέγραψα. Γιατί η ενίσχυση της συγκρουσιακής και αντισυστημικής Αριστεράς είναι η μόνη εγγύηση ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν κι αλλιώς. Και γιατί μόνο αν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ εκλέξει βουλευτές θα υπάρχει πραγματική εγγύηση ότι και μέσα στη Βουλή υπάρχουν πολιτικοί σχηματισμοί οι οποίοι ελέγχουν αλλά δεν «ελέγχονται».

Η δική μου θέση είναι στο πλάι αυτής της Αριστεράς και για έναν επιπλέον λόγο: όπως έχουμε πολλές φορές γράψει στο UNFOLLOW, η δημοσιογραφία είναι πάντα στην αντιπολίτευση. Προφανώς όποια κι αν είναι η κυβέρνηση. Η επόμενη μέρα θα βρει πολλούς να αλλάζουν στρατόπεδο, να βολεύονται σε ζεστές καρέκλες και να δικαιολογούν τις αποφάσεις της κυβέρνησης – όποιες κι αν είναι αυτές. Κι αυτό θα ισχύσει και για δημοσιογράφους, συνδικαλιστές, κάποιους απ’ όσους στάθηκαν μπροστά σε κινήματα. Η επόμενη μέρα είναι όντως ιστορική και κρίσιμη για την Αριστερά, δηλαδή για όλους μας. Γιατί θα φανεί ποιος την Αριστερά και τη μαχητικότητα την έχει για σημαία ευκαιρίας και ποιος την εννοεί. Σε αυτό το τοπίο καλό είναι να εχουμε πάρει θέση προκαταβολικά…

 

 

*Ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος είναι εκδότης του περιοδικού Unfollow και υποψήφιος στο ψηφοδέλτιο Επικτρατείας της συνεργασίας ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ. Αναδημοίεσυη από το Πριν

Απάντηση